Δείκτες όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και δείκτες όγκου της κατά κεφαλήν Πραγματικής Ατομικής Κατανάλωσης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συγκρίνοντας το ΑΕΠ διαφόρων χωρών, εάν θέλουμε να εξαλείψουμε την επίπτωση των διαφορών που απορρέουν από το μέγεθος του πληθυσμού, τότε χρησιμοποιούμε την μέτρηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ1. Εστιάζουμε στο πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, επειδή θέλουμε καταρχάς να ξεχωρίσουμε τις αλλαγές στη ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών από τις επιπτώσεις της μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών (πραγματικό ΑΕΠ) και δεύτερον, επειδή θέλουμε να εξαλείψουμε την επίπτωση των διαφορών που απορρέουν από το μέγεθος του πληθυσμού (κατά κεφαλήν).

Το γεγονός ότι οι διάφορες επιμέρους χώρες έχουν διαφορετικά επίπεδα τιμών και διαφορετικά νομίσματα δυσχεραίνει τις συγκρίσεις ανά χώρα τιμών και όγκων. Οι ονομαστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες δεν είναι κατάλληλοι παράγοντες μετατροπής σε τέτοιου είδους συγκρίσεις, επειδή δεν αντικατοπτρίζουν επαρκώς τις διαφορές στα επίπεδα τιμών και επειδή δεν είναι αρκετά σταθερές διαχρονικά. Αντ’ αυτών, εφαρμόζονται οι ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ)2.

Αν και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ χρησιμοποιείται συχνά ως δείκτης του επιπέδου ευημερίας των χωρών, δεν είναι αναγκαστικά κατάλληλος δείκτης για το πραγματικό επίπεδο διαβίωσης των νοικοκυριών. Ένας πιο αξιόπιστος δείκτης είναι η κατά κεφαλήν πραγματική ατομική κατανάλωση (ΠΑΚ). Στους εθνικούς λογαριασμούς, οι δαπάνες τελικής κατανάλωσης των νοικοκυριών (ΔΤΚΝ) δηλώνουν τις δαπάνες που πραγματοποιούν τα ίδια τα νοικοκυριά για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Αντίθετα, η πραγματική ατομική κατανάλωση (ΠΑΚ) αποτελείται από τα αγαθά και τις υπηρεσίες που πράγματι καταναλώνονται από τα νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το κατά πόσον οι δαπάνες για την αγορά αυτών των αγαθών και υπηρεσιών πραγματοποιούνται από τα νοικοκυριά, το κράτος, ή μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Για αυτό τον λόγο στις διεθνείς συγκρίσεις ως προς τον όγκο, η ΠΑΚ θεωρείται συχνά ως το προτιμώμενο μέτρο, επειδή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η οργάνωση ορισμένων σημαντικών υπηρεσιών που καταναλώνονται από τα νοικοκυριά, όπως η υγεία και η εκπαίδευση, διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών. Αν, π.χ., το κόστος των οδοντιατρικών υπηρεσιών σε μια χώρα καταβάλλεται από το κράτος και σε μια άλλη από τα νοικοκυριά, η διεθνής σύγκριση με βάση τις ΔΤΚΝ δεν θα γινόταν μεταξύ συγκρίσιμων στοιχείων, κάτι που θα ήταν εφικτό αν η σύγκριση γινόταν με βάση την ΠΑΚ.

Οι δείκτες όγκου του ΑΕΠ και της ΠΑΚ, οι οποίοι εμφανίζονται στον πίνακα 1 και στα διαγ. 1 και 2, αντικατοπτρίζουν τον πραγματικό όγκο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και της κατά κεφαλήν ΠΑΚ. Ο όρος «πραγματικός όγκος» δηλώνει ότι τα στοιχεία έχουν προσαρμοστεί στις αποκλίσεις ως προς το επίπεδο τιμών μεταξύ των χωρών, χρησιμοποιώντας ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ), και εκφράζονται σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27=100). Αν ο δείκτης όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (ή της κατά κεφαλήν ΠΑΚ) είναι υψηλότερος/χαμηλότερος από 100, το επίπεδο ΑΕΠ (ή ΠΑΚ) αυτής της χώρας, σε κατά κεφαλήν όρους, είναι υψηλότερο/χαμηλότερο από το αντίστοιχο επίπεδο για το σύνολο της ΕΕ.

Πηγή: Eurostat, Last update: 20/06/2023, Extracted on:  21/06/2023

Το 2022, η διασπορά του δείκτη όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα κράτη μέλη της ΕΕ παραμένει εξαιρετικά εντυπωσιακή. Όπως και τα προηγούμενα έτη, το Λουξεμβούργο κατέγραψε τον υψηλότερο δείκτη, 161 %, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Βέβαια ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της λουξεμβουργιανής οικονομίας, που εξηγεί σε κάποιον βαθμό το πολύ υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας, είναι ότι απασχολεί μεγάλο αριθμό κατοίκων εξωτερικού, οι οποίοι συμβάλλουν στο ΑΕΠ της, αλλά δεν περιλαμβάνονται στον μόνιμο πληθυσμό. Ακολουθούν η Ιρλανδία, η Δανία, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Σουηδία και το Βέλγιο, με δείκτη όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ άνω του 20 % πάνω από τον μέσο όρο. Η Γερμανία, η Φινλανδία, η Μάλτα και η Γαλλία είναι τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ με δείκτη άνω του μέσου όρου της ΕΕ. Η Ιταλία, η Σλοβενία, η Κύπρος και η Τσεχία έχουν δείκτες χαμηλότερους από το 10 % του μέσου όρου της ΕΕ. Η Λιθουανία, η Εσθονία, η Ισπανία και η Πολωνία μεταξύ 10 % και 20 % κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Ο δείκτης όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ουγγαρίας, της Πορτογαλίας, της Ρουμανίας, της Λετονίας και της Κροατίας είναι χαμηλότερο από το 30 % του μέσου όρου. Ακολουθούν με 32% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, η Σλοβακία και η Ελλάδα, ενώ για άλλη μια χρονιά η Βουλγαρία καταγράφει με 41% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, τον χαμηλότερο δείκτη όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

Πηγή: Eurostat, Last update: 20/06/2023, Extracted on:  21/06/2023

Κατά κανόνα, οι δείκτες όγκου της κατά κεφαλήν ΠΑΚ είναι περισσότερο ομοιόμορφοι από τους δείκτες όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Το Λουξεμβούργο, όπως φαίνεται καλύτερα στο διάγραμμα 2, διατηρεί τον υψηλότερο δείκτη όγκου της κατά κεφαλήν ΠΑΚ στην ΕΕ, αλλά «μόλις» με 38 % πάνω από τον μέσο όρο των 27. Το κράτος μέλος της ΕΕ με το δεύτερο μεγαλύτερο δείκτη όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ όπως είδαμε είναι η Ιρλανδία, αλλά με βάση τον δείκτη όγκου της κατά κεφαλήν ΠΑΚ βρίσκεται κατά 13% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Όπως και να ‘χει η Βουλγαρία καταλαμβάνει και το 2022 την τελευταία θέση και με βάση τον δείκτη της κατά κεφαλήν ΠΑΚ με 33% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ των 27 κρατών μελών.

Σημειώσεις

  1. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ προκύπτει από τη διαίρεση του ΑΕΠ – σε τρέχουσες ή σταθερές τιμές –  δια του απόλυτου μεγέθους του πληθυσμού της χώρας. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ενώ στην δεύτερη περίπτωση το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
  2. Η ΙΑΔ ορίζεται ως ο αριθμός νομισματικών μονάδων της χώρας Β που απαιτούνται στη χώρα Β για να αγοραστεί η ίδια ποσότητα αγαθών και υπηρεσιών που αγοράζεται στη χώρα Α με μια νομισματική μονάδα της χώρας Α. Έτσι, η ΙΑΔ μπορεί να ερμηνευτεί ως συναλλαγματική ισοτιμία ενός τεχνητού νομίσματος που είναι ευρέως γνωστή ως μονάδα αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ). Αν οι δαπάνες στις χώρες Α και Β, εκφραζόμενες σε εθνικό νόμισμα, μετατραπούν σε ΜΑΔ, οι αριθμοί που προκύπτουν εκφράζονται στο ίδιο επίπεδο τιμών και στο ίδιο νόμισμα, πράγμα που καθιστά δυνατή την αξιόπιστη σύγκριση των πραγματικών όγκων.

Βιβλιογραφία

НСИ, Фактическо иднивидуално потребление на човек от населението за 2022 година. Στο: https://www.nsi.bg/sites/default/files/files/pressreleases/ECP_AIC-2022.pdf

EUROSTAT: GDP per capita, consumption per capita and price level indices. Στο:  https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=GDP_per_capita,_consumption_per_capita_and_price_level_indices

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a comment