Κατά κεφαλήν πραγματική ατομική κατανάλωση των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Εάν θέλουμε να συγκρίνουμε το ΑΕΠ διαφόρων χωρών, εστιάζουμε στο πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, επειδή θέλουμε καταρχάς να ξεχωρίσουμε τις αλλαγές στη ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών από τις επιπτώσεις της μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών (πραγματικό ΑΕΠ) και δεύτερον, επειδή θέλουμε να εξαλείψουμε την επίπτωση των διαφορών που απορρέουν από το μέγεθος του πληθυσμού (κατά κεφαλήν).

Αν και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ χρησιμοποιείται συχνά ως δείκτης του επιπέδου ευημερίας των χωρών, δεν είναι κατάλληλος δείκτης για το πραγματικό επίπεδο διαβίωσης των νοικοκυριών. Ένας πιο αξιόπιστος δείκτης είναι η κατά κεφαλήν πραγματική ατομική κατανάλωση (ΠΑΚ). Στους εθνικούς λογαριασμούς, οι δαπάνες τελικής κατανάλωσης των νοικοκυριών (ΔΤΚΝ) δηλώνουν τις δαπάνες που πραγματοποιούν τα ίδια τα νοικοκυριά για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Αντίθετα, η πραγματική ατομική κατανάλωση (ΠΑΚ) αποτελείται από τα αγαθά και τις υπηρεσίες που πράγματι καταναλώνονται από τα νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το κατά πόσον οι δαπάνες για την αγορά αυτών των αγαθών και υπηρεσιών πραγματοποιούνται από τα νοικοκυριά, το κράτος, ή μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Για αυτό τον λόγο στις διεθνείς συγκρίσεις ως προς τον όγκο, η ΠΑΚ θεωρείται συχνά ως το προτιμώμενο μέτρο, επειδή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η οργάνωση ορισμένων σημαντικών υπηρεσιών που καταναλώνονται από τα νοικοκυριά, όπως η υγεία και η εκπαίδευση, διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών. Αν, π.χ., το κόστος των οδοντιατρικών υπηρεσιών σε μια χώρα καταβάλλεται από το κράτος και σε μια άλλη από τα νοικοκυριά, η διεθνής σύγκριση με βάση τις ΔΤΚΝ δεν θα γινόταν μεταξύ συγκρίσιμων στοιχείων, κάτι που θα ήταν εφικτό αν η σύγκριση γινόταν με βάση την ΠΑΚ.

Οι δείκτες όγκου του ΑΕΠ και της ΠΑΚ, οι οποίοι εμφανίζονται στον πίνακα 1, αντικατοπτρίζουν τον πραγματικό όγκο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και της κατά κεφαλήν ΠΑΚ. Ο όρος «πραγματικός όγκος» δηλώνει ότι τα στοιχεία έχουν προσαρμοστεί στις αποκλίσεις ως προς το επίπεδο τιμών μεταξύ των χωρών, χρησιμοποιώντας ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ), και εκφράζονται σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27=100). Αν ο δείκτης όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (ή της κατά κεφαλήν ΠΑΚ) είναι υψηλότερος/χαμηλότερος από 100, το επίπεδο ΑΕΠ (ή ΠΑΚ) αυτής της χώρας σε κατά κεφαλήν όρους είναι υψηλότερο/χαμηλότερο από το αντίστοιχο επίπεδο για το σύνολο της ΕΕ.

Κατά κανόνα, τα επίπεδα της κατά κεφαλήν ΠΑΚ είναι περισσότερο ομοιόμορφα από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Το 2021 το Λουξεμβούργο,  παραμένει η χώρα με το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ, 168% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί την υψηλότερη κατά κεφαλήν ΠΑΚ στην ΕΕ, αλλά «μόλις» με 44 % πάνω από τον μέσο όρο των 27. Το υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ του Λουξεμβούργου εξηγείται εν μέρει από το μεγάλο μερίδιο των κατοίκων εξωτερικού που περιλαμβάνονται στο συνολικό εργατικό δυναμικό της χώρας. Αυτοί οι εργαζόμενοι συμβάλλουν στην αύξηση του ΑΕΠ, ωστόσο δεν θεωρούνται μέρος του μόνιμου πληθυσμού που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Το κράτος μέλος της ΕΕ με το δεύτερο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι η Ιρλανδία,  που υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ 27 κατά 119%, αλλά με βάση την κατά κεφαλήν ΠΑΚ βρίσκεται κατά 12% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Όπως και να ‘χει η Βουλγαρία καταλαμβάνει την τελευταία θέση, τόσο με βάση τον δείκτη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ ( 43% κάτω του μέσου όρου της ΕΕ 27), όσο και με βάση τον δείκτη της κατά κεφαλήν ΠΑΚ (35% κάτω του μέσου όρου της ΕΕ 27).

Πηγή: Eurostat, Last update: 15.12.22, Extracted on: 19.12.22

Το 2021 εννέα κράτη  μέλη της ΕΕ καταγράφουν τιμές του δείκτη όγκου της κατά κεφαλήν ΠΑΚ υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ 27 και δεκαοκτώ κράτη  μέλη της ΕΕ καταγράφουν τιμές χαμηλότερες από τον μέσο όρο. (βλ. διαγ. 1)  

Το 2021 σε σχέση με το 2019, το κατά κεφαλήν ΠΑΚ παρέμεινε σταθερό σε  2 κράτη μέλη (Τσεχία, Αυστρία) (βλ. πιν. 1). Αύξηση σημείωσε σε 16 χώρες, (με μεγαλύτερη στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία) ενώ μείωση σημείωσε σε 9 κράτη μέλη (με μεγαλύτερη στην Ιρλανδία και την Ισπανία).

Βιβλιογραφία:

НСИ, 2022. България и ЕС: Потребление на човек от населението в стандарти на покупателната способност през 2021 година Στο: https://www.nsi.bg/sites/default/files/files/pressreleases/ECP_GDP-AIC_inPPS_2021.pdf

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a comment