Το «πριν» και το «μετά» του Ημερολογίου της Άννας Φρανκ (Μέρος τρίτο)

 

Οδός Prinsengracht № 263

Την 1η Δεκεμβρίου 1940, επτά μήνες μετά τη γερμανική εισβολή, ο Όττο Φρανκ, μετέφερε τις επιχειρήσεις του σε νέες εγκαταστάσεις στην οδό Prinsengracht № 263.

Είχε επιλέξει ένα κτίριο που χτίστηκε από τον Dirk van Delft το 1635, με θέα στο κανάλι δίπλα από την επιβλητική εκκλησία του Westerkerk, στην όποια μεταξύ άλλων ήταν θαμμένος και ο Rembrandt van Rijn. Από εκείνη την εποχή η γη κατά μήκος των καναλιών του Άμστερνταμ είχε μεγάλη ζήτηση και πολλά από τα ακίνητα ήταν στενά και με βάθος. Προκειμένου να δημιουργηθούν περισσότεροι χώροι διαβίωσης, ή/και εργασίας και αποθήκευσης, στις πίσω αυλές των οικοπέδων κατασκευάζονταν το λεγόμενο «Achterhuis» (στα Ολλανδικά σημαίνει «πίσω σπίτι»). Το πίσω σπίτι του οικοπέδου στην οδό Prinsengracht № 263, το 1739, κατεδαφίστηκε και στην θέση του χτίστηκε ένα νέο, μεγαλύτερο που ενώθηκε στο ύψος του πρώτου και δεύτερου ορόφου με το μπροστινό κτίριο, η πρόσοψη του οποίου επίσης ανακαινίστηκε. Το 1940, ο Όττο Φρανκ νοίκιασε το ακίνητο από την οικογένεια Pieron, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια από το 1901.  

Photo collection, 1999: Anne Frank Stichting, Amsterdam / photographer: Allard Bovenberg. https://www.annefrank.org/en/anne-frank/secret-annex/#prinsengracht

Το ισόγειο στο οποίο γινόταν η συσκευασία, αποθήκευση και η αποστολή των ετοίμων προϊόντων (πηκτίνης, βοτάνων και μπαχαρικών) διέτρεχε όλο το μήκος της κατασκευής, συμπεριλαμβανομένου του πίσω κτιρίου, με πρόσβαση στο δρόμο με διπλή πόρτα στο Prinsengracht και πρόσβαση στην αυλή στο πίσω μέρος. Αυτό σήμαινε ότι το πίσω κτίριο, αν και μη ορατό από τον δρόμο, μπορούσε να φανεί από το πίσω μέρος. Δεκάδες γείτονες στις άλλες τρεις πλευρές της αυλής είχαν θέα σε αυτό. Δίπλα στις πόρτες της αποθήκης υπήρχαν δύο άλλες εξωτερικές πόρτες που οδηγούσαν με ξεχωριστές σκάλες, η δεξιά στον πρώτο όροφο και η αριστερή, στο δεύτερο όροφο.

Ο πρώτος όροφος, στο μπροστινό κτίριο, στέγαζε τα γραφεία των εργαζομένων. Οι Μιπ Γκις, Μπεπ Βόσκουιλ και Γιοχάνες Κλέιμαν, εργάζονταν στο δωμάτιο που είχε θέα στο κανάλι, ενώ ο Βίκτορ Κούγκλερ εργαζόταν στο ξεχωριστό, χωρίς παράθυρα, μεσαίο γραφείο. Στο πίσω κτίριο βρισκόταν το γραφείο του Όττο Φρανκ, μια ευρύχωρη κουζίνα και δίπλα ένα μπάνιο. Στο σημείο που συνδέονταν τα δύο κτίρια υπήρχε μια εσωτερική απότομη ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στον δεύτερο όροφο. Στο πλατύσκαλο του δεύτερου ορόφου, υπήρχαν δύο πόρτες. Η δεξιά οδηγούσε στο πίσω κτίριο και η αριστερή πόρτα, οδηγούσε στο διάδρομο του μπροστινού κτιρίου, αλλά και σε μια δεύτερη σκάλα που έβγαζε κατευθείαν στην έξοδο του μπροστινού κτιρίου και μια τρίτη σκάλα που οδηγούσε στη σοφίτα του. Στον δεύτερο όροφο βρισκόταν η αποθήκη υλικών. Τα μπαχαρικά ήταν αποθηκευμένα στο πίσω μέρος του ορόφου. Για την προστασία τους από το φως τα παράθυρα ήταν καλυμμένα  με μπλε χρώμα.

Ο δεύτερος και τρίτος όροφος του πίσω κτιρίου και η σοφίτα του, θα γινόταν η κρυψώνα της οικογένειας  Φρανκ και άλλων τεσσάρων ατόμων1. Στην πρώτη αγγλική μετάφραση του Ημερολογίου της Άννα Φρανκ με τίτλο «Anne: The Diary of a Young Girl» που εκδόθηκε από τους Doubleday & Company (Ηνωμένες Πολιτείες) και Vallentine Mitchell (Ηνωμένο Βασίλειο), το 1952, το «Achterhuis» μιας και χρησιμοποιήθηκε ως κρησφύγετο αποδόθηκε ως «Secret Annex», ελληνιστί «Μυστικό Παράρτημα». Έκτοτε μεταφράζεται σε άλλες γλώσσες από την Αγγλική απόδοση του όρου.  

Ποιανού όμως ήταν η ιδέα να χρησιμοποιηθεί το παράρτημα ως κρησφύγετο;

Υπάρχουν δύο εκδοχές: Σύμφωνα με τον Γερμανό συγγραφέα και ραδιοπαραγωγό Ernst Schnabel στο βιβλίο του «The Footsteps of Anne Frank», το 1958, αυτοί που το πρότειναν στον Όττο Φρανκ ήταν ο Κλέιμαν και ο Κούγκλερ. Η Melissa Müller, στη βιογραφία της Άννας Φρανκ, συμφώνησε ότι ο Κλέιμαν, ήδη από το καλοκαίρι του 1941, πρότεινε τα άδεια δωμάτια στο παράρτημα ως ένα έξυπνο κρησφύγετο γιατί κανείς δεν θα σκεφτόταν ποτέ τον Φρανκ να κρυβόταν στις δικές του επαγγελματικές εγκαταστάσεις. Ο γιος της Μπεπ, ο Joop, είχε ενημερωθεί από τη μητέρα του ότι ο Κλέιμαν είχε προτείνει το παράρτημα και στη συνέχεια ο Κούγκλερ είχε συμπεριληφθεί στο σχέδιο. Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή, ο Όττο θα έλεγε αργότερα ότι ήταν αυτός που είχε πλησιάσει τους υπαλλήλους του με το σχέδιο να κρυφτεί: πρώτα τον Κλέιμαν, μετά τον Κούγκλερ, και μετά την Μιπ και την Μπεπ. Η Μιπ το  επιβεβαίωσε αυτό δηλώνοντας: «Η πρωτοβουλία να κρυφτεί, να βρει μια κρυψώνα, να οργανώσει τα πάντα γι’ αυτό, ήρθε από τον Όττο Φρανκ. Τα σκέφτηκε όλα… και είχε ήδη χωρίσει ορισμένα διαφορετικά καθήκοντα για τα μέλη του προσωπικού του όταν τους ζήτησε να βοηθήσουν αυτόν και την οικογένειά του να κρυφτούν..2.

Ο Όττο και η Έντιθ είχαν επιλέξει να πάρουν μαζί τους στο κρησφύγετο την τριμελή οικογένεια του Χέρμαν Βαν Πελς, μιας και ο χώρος το επέτρεπε και θα είχαν συντροφιά, φιλικά τους πρόσωπα. Εν τω μεταξύ στις 29 Ιανουαρίου 1942, η μητέρα της Έντιθ, που ζούσε μαζί τους, πέθανε από καρκίνο μετά από μήνες ταλαιπωρίας. Ήταν μια τραγική απώλεια, αλλά τώρα ήταν και μια ανακούφιση. Πώς θα μπορούσε η Rosa Holländer, άρρωστη όπως ήταν, να κρυφτεί; Η Έντιθ και ο Όττο σίγουρα δεν θα μπορούσαν να την αφήσουν πίσω, αλλά αν η κόρη είχε αποφασίσει να μείνει με τη μητέρα της, θα είχαν απελαθεί και οι δύο.

Οι χώροι του Μυστικού Παραρτήματος θα έπρεπε να επιπλωθούν και να εξοπλιστούν κατάλληλα για να υποδεχτούν τους παράνομους ενοίκους. Σε αυτό βοήθησε ο αδερφός του  Γιοχάνες Κλέιμαν, ο Willy,  ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης μιας εταιρείας εξολόθρευσης παρασίτων και με το φορτηγό του έκανε διακριτικά τις μεταφορές τα Σαββατοκύριακα από τα σπίτια των Φρανκ και Βαν Πελς στο Μυστικό Παράρτημα: επίπλων, στρωμάτων, κλινοσκεπασμάτων, οικιακού εξοπλισμού, ρουχισμού, βιβλίων, χαλιών, ξηράς τροφής, κλπ. Ο Willy Kleiman μαζί με τον αποθηκάριο Γιόχαν Βόσκουιλ, τον πατέρα της Μπεπ, βοήθησαν και με τις ξυλουργικές εργασίες για την διαμόρφωση των χώρων του Μυστικού Παραρτήματος. 

Τα δέκατα τρίτα γενέθλια της Άννας

«Την Παρασκευή, ξύπνησα στις έξι η ώρα, κάτι που δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς είχα τα γενέθλιά μου»3 θα γράψει η Άννα στο Ημερολόγιό της, στις 14 Ιουνίου 1942, δύο ημέρες μετά τα δέκατα τρίτα γενέθλιά της. Στις 12 Ιουνίου το πρωί η Άννα ανυπομονούσε να σηκωθεί, να ξυπνήσει τους γονείς της και να ανοίξει τα δώρα της. Ήξερε ότι ο μπαμπάς και η μαμά είχαν ετοιμάσει το τραπέζι στο σαλόνι με τα δώρα της από το προηγούμενο βράδυ. Αυτή ήταν η παράδοση στην οικογένειά τους. Τα δύο τελευταία χρόνια η Άννα δεν γιόρτασε όπως θα ήθελε τα γενέθλιά της, θα γράψει στο Ημερολόγιο, το Σάββατο 20 Ιουνίου 1942: «Το καλοκαίρι του 1941 η γιαγιά αρρώστησε και έπρεπε να κάνει μια εγχείρηση, οπότε τα γενέθλιά μου πέρασαν με λίγη γιορτή. Το καλοκαίρι του 1940 δεν κάναμε πολλά ούτε για τα γενέθλιά μου, αφού οι μάχες είχαν μόλις τελειώσει στην Ολλανδία. Η γιαγιά πέθανε τον Ιανουάριο του 1942. Κανείς δεν ξέρει πόσο συχνά τη σκέφτομαι και ακόμα την αγαπώ. Αυτή η γιορτή γενεθλίων το 1942 είχε σκοπό να αναπληρώσει τις προηγούμενες και το κερί της γιαγιάς άναψε μαζί με τα υπόλοιπα.»4

Τελικά, όταν πήγε επτά παρά τέταρτο, η Άννα δεν μπορούσε πια να κρατήσει τον ενθουσιασμό και την περιέργεια της, παρόλο που ήξερε ήδη ότι θα έπαιρνε το δώρο που ήθελε περισσότερο. Κατέβηκε στην τραπεζαρία όπου ο Moortje, ο γάτος, την υποδέχτηκε παιχνιδιάρικα τρίβοντας το σώμα του στα πόδια της. «Λίγο μετά τις επτά πήγα στον Μπαμπά και στη Μαμά και μετά στο σαλόνι για να ανοίξω τα δώρα μου, και ήσουν το πρώτο πράγμα που είδα, ίσως ένα από τα ωραιότερα δώρα μου.»5

Ανάμεσα στα λουλούδια και τα δώρα, πολλά περισσότερα από όσα περίμενε, ένα σημειωματάριο με πάνινο ερυθρόλευκο καρό εξώφυλλο. Στο οπισθόφυλλο ήταν κολλημένος ένας υφασμάτινος ιμάντας με μια στενή μεταλλική γλώσσα που κούμπωνε σε μια μικρή κλειδαριά στο εμπροσθόφυλλο του σημειωματαρίου. Η κλειδαριά μπορούσε εύκολα να ανοίξει τραβώντας ένα μικροσκοπικό μοχλό στο πλάι. Αυτό ήταν το ίδιο σημειωματάριο που είχε δείξει στον πατέρα της λίγες μέρες νωρίτερα, πιθανώς στη βιτρίνα του Blankevoort, του βιβλιοπωλείου στη γωνία του Waalstraat, ή στο Perrij, ένα πολυκατάστημα στην Kalverstraat6. Τώρα, επιτέλους, είχε ένα πραγματικό ημερολόγιο. Στην πρώτη σελίδα του με ημερομηνία 12 Ιουνίου 1942 γράφει: «Ελπίζω ότι θα μπορέσω να σου εκμυστηρευτώ τα πάντα, όπως δεν μπόρεσα ποτέ να εκμυστηρευτώ σε κανέναν, και ελπίζω να είσαι μια μεγάλη πηγή παρηγοριάς και υποστήριξης.»7

Στη δεύτερη εγγραφή της στο Ημερολόγιο, την Κυριακή 14 Ιουνίου, η Άννα αναλυτικά αναφέρει και τα υπόλοιπα δώρα που της έκαναν: «Από τον μπαμπά και τη μαμά πήρα μια μπλε μπλούζα, το Variety το οποίο είναι ένα επιτραπέζιο παιχνίδι παρέας για ενήλικες, κάτι σαν τη Monopoly, ένα μπουκάλι χυμό σταφυλιού, που κατά τη γνώμη μου θυμίζει λίγο κρασί (άλλωστε το κρασί γίνεται από σταφύλια), ένα πάζλ, ένα βαζάκι κρύα κρέμα,  2,50 φιορίνια και δωροεπιταγή για δύο βιβλία. Πήρα κι άλλο ένα βιβλίο, το «Σκοτεινή Κάμαρα» (αλλά η Μαργκότ το έχει ήδη, οπότε το δικό μου το αντάλλαξα με κάτι άλλο), πολλές καραμέλες και μια τάρτα φράουλα από τη Μητέρα. Και ένα γράμμα από τη γιαγιά, ακριβώς στην ώρα του, αλλά φυσικά αυτό ήταν απλώς μια σύμπτωση.»8 Το απόγευμα μαζεύτηκαν στο σπίτι της Άννας οι κολλητές της, η λεγόμενη «Μικρή Άρκτος μείον δύο», για να της ευχηθούν και να της δώσουν το δώρο τους: «ένα υπέροχο βιβλίο, τους “Μύθους και Θρύλους της Ολλανδίας” του Τζότζεφ Κοέν, αλλά δυστυχώς μου έδωσαν το δεύτερο μέρος και έτσι άλλαξα την “Σκοτεινή Κάμαρα” με το “Μύθους και Θρύλους της Ολλανδίας”  μέρος πρώτο, συμπεριλαμβανομένου ενός βιβλίου από την Μαμά, γιατί είναι πολύ ακριβό9 Ποια όμως κορίτσια περιελάμβανε «η Μικρή Άρκτος μείον δύο» ;

Η Άννα το καλοκαίρι του 1941, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο Montessori και να εγγραφεί, για το σχολικό έτος 1941-1942, όπως και η αδερφή της Μαργκότ, σε ένα λύκειο μόνο για εβραιόπουλα. Εκείνη την περίοδο, το τρίο Anne, Hanneli και Sanne μεγάλωσε με την Jacqueline van Maarsen και την Ilse Wagner. Μόνο που η Sanne πήγαινε πλέον σε άλλο εβραϊκό λύκειο.  Οι πέντε φίλες ονόμασαν την ομάδα πινγκ πονγκ που έφτιαξαν «η Μικρή Άρκτος μείον δύο» («Little Dipper Minus Two»). Να πως εξηγεί η ίδια η Άννα στο Ημερολόγιο της(Σαββάτο 20 Ιουνίου 1942) την προέλευση του ονόματος που έδωσαν στην ομάδα τους: «Ένα πραγματικά ανόητο όνομα, αλλά βασίζεται σε ένα λάθος. Θέλαμε να δώσουμε στον σύλλογό μας ένα ιδιαίτερο όνομα και επειδή ήμασταν πέντε, σκεφτήκαμε την ιδέα της Μικρής Άρκτου. Νομίζαμε ότι αποτελείται από πέντε αστέρια, αλλά αποδείχθηκε ότι κάναμε λάθος. Έχει επτά, όπως η Μεγάλη Άρκτος, που εξηγεί το “Μείον Δύο”»10.

Η Άννα αναφέρει στο Ημερολόγιο περήφανα όλους τους ανθρώπους και τα δώρα που της έφεραν την Κυριακή 14 Ιουνίου το απόγευμα, στο πάρτι γενεθλίων της. Ο Hello, ένας φίλος, ή «όπως λέει η Μαμά ένας από τους καλούς μου», θα της δώσει «έξι όμορφα γαρίφαλα …Όλοι πιστεύουν ότι είμαι ερωτευμένη με τον Hello, αλλά αυτό είναι απολύτως αναληθές. Η θεία Helene μου έφερε ένα πάζλ· η θεία Stephanie μια υπέροχη μικρή καρφίτσα· η θεία Leny το “Οι διακοπές στο βουνό” της Daisy, ένα υπέροχο βιβλίο και ένα βραχιόλι από την Anneke με ένα φιλί.»11 Δώρα της έφεραν και οι κυρίες Ledermann, Kaletta,  οι κύριοι Wronker, van Maarsen, Kohnke, ο νεαρός Peter van Pels, αλλά και οι συμμαθήτριές της Miep Lobatto, Nannie Blitz, Danka Zajde, Nanny van Praag,  Eefje de Jong, Henny Mets και Betty Bloemendaal12.

“The Lighthouse by the Sea” (1924)

Το πάρτι θα κυλίσει όμορφα με  αποκορύφωμα την προβολή της αμερικανικής βουβής ταινίας περιπέτειας του 1924 «The Lighthouse By the Sea», με το διάσημο αρσενικό γερμανικό ποιμενικό Rin-Tin-Tin.

 Η μαθήτρια Άννα Φρανκ

Μια δασκάλα που δίδαξε τόσο στη Μαργκότ όσο και στην Άννα, στο εβραϊκό λύκειο, όταν ρωτήθηκε αργότερα αν θα περίμενε η Άννα να γράψει ένα ημερολόγιο αυτού του είδους, είπε όχι, η Μαργκότ θα ήταν πιο πιθανό να το είχε κάνει. Η Μαργκότ έπαιρνε άριστες βαθμολογίες και ήταν μεταξύ των καλύτερων μαθητών στην τάξη της: «αν υπήρχαν τόνοι και βραβεία θα τα ‘χε μαζέψει όλα», θα παραδεχθεί η Άννα στο Ημερολόγιο της13. Η Άννα σε αντίθεση με την Μαργκότ, ήταν μέτρια μαθήτρια και άτακτη την ώρα του μαθήματος. Για την απονομή των ενδεικτικών την Παρασκευή 3 Ιουλίου 1942, η Άννα έγραψε στο Ημερολόγιο ότι η τελετή κύλησε όπως αναμενόταν: «Το δικό μου ενδεικτικό δεν είναι διόλου άσχημο. Πήρα ένα D, ένα C- στην άλγεβρα και όλα τα υπόλοιπα B, εκτός από δύο B+ και δύο B-. Οι γονείς μου είναι ευχαριστημένοι, αλλά δεν είναι σαν τους άλλους γονείς όσον αφορά τους βαθμούς. Δεν σκοτίζονται τόσο για τους καλούς ή κακούς βαθμούς. Όσο είμαι υγιής και ευτυχισμένη και δεν φλυαρώ εν ώρα μαθήματος, είναι ικανοποιημένοι. Εάν αυτά τα τρία πράγματα είναι εντάξει, όλα τα άλλα θα έρθουν από μόνα τους.»14

Για το κουβεντολόι της, την ώρα του μαθήματος, η Άννα κάνει ειδική αναφορά στο Ημερολόγιο στις 21 Ιουνίου 1942, καταγράφοντας τρία περιστατικά: «Ο Keesing, ο παλιός μαθηματικός ήταν για κάμποσο καιρό τρομερά θυμωμένος μαζί μου γιατί μίλαγα αδιάκοπα με τους πλαϊνούς μου, έκανε συνέχεια παρατηρήσεις κτλ. Ώσπου μου έβαλε μια τιμωρία, να γράψω μια έκθεση, λέει, με τον τίτλο «Μια κουτσομπόλα». Χμ… Μια κουτσομπόλα και τι μπορεί να γράψει κανείς κάτω από τον τίτλο αυτό; Όμως δεν σκοτίστηκα. Έβαλα το ασκησιολόγιο στην τσάντα μου και προσπάθησα να σιωπήσω. Το βράδυ όταν είχα τελειώσει με όλα τα μαθήματα ξαναθυμήθηκα την τιμωρία. Μισοδαγκώνοντας το στυλό μου σκέφτηκα το θέμα. Το να γράψει κανείς κάτι με πολύ αραιά γράμματα, το μπορεί ο καθένας, αλλά το κόλπο ήταν να βρει κανείς πειστικά επιχειρήματα για να αποδείξει την αναγκαιότητα του κουτσομπολιού. Σκέφτηκα και ξανασκέφτηκα και ξαφνικά μου ήρθε η έμπνευση. Έγραψα γρήγορα τις τρεις σελίδες που έπρεπε και έμεινα ικανοποιημένη. Σαν δικαιολογία είχα βρει, ότι το κουβεντολόι είναι γυναικείο ελάττωμα και ότι βέβαια θα προσπαθήσω να το περιορίσω όμως μια και η μητέρα μου μιλάει και εκείνη συνέχεια θα ‘ναι κληρονομικό και δύσκολα αποβάλλεται. Ο κύριος Keesing γέλασε πολύ με τα επιχειρήματά μου, αλλά την δεύτερη φορά που με έπιασε πάλι να μιλώ, μου έβαλε τιμωρία να γράψω μια δεύτερη έκθεση, αυτή την φορά με θέμα “Μια αδιόρθωτη κουτσομπόλα”. Την παρέδωσα και αυτή και για τα επόμενα δύο μαθήματα ήμουν τύπος και υπογραμμός. Ωστόσο, κατά την διάρκεια επόμενης παράδοσης ξανάρχισα: “Άννα, μου λέει ο Keesing , για τιμωρία γράψε μια έκθεση με τίτλο Μπλα μπλα, μπλα η καρακάξα μιλά”. Η τάξη σείστηκε στα γέλια. Έπρεπε να βρω κάτι καινούργιο, κάτι πρωτότυπο. Η φιλενάδα μου η Sanne, που είναι καλή στην ποίηση, προσφέρθηκε να με βοηθήσει να γράψω την έκθεση σε μορφή ποιήματος. Ενθουσιάστηκα. Ο Keesing ήθελε να με πειράξει αλλά και εγώ μπορούσα να τον δουλέψω διπλά και τριπλά. Το ποίημα γράφτηκε και ήτανε επιτυχία. Μιλούσε για μια χηνομαμά και έναν κυκνομπαμπά και τρία μικρά παπάκια που λόγω συνεχούς κβα, κβα, δαγκώθηκαν μέχρι θανάτου απ’ τον μπαμπά. Ευτυχώς κατάλαβε ο  Keesing το χιούμορ της ιστορίας, διάβασε το ποίημά μας στη δική μας και στις άλλες τάξεις μαζί με τις απαραίτητες εξηγήσεις και έτσι είχα ησυχία. Από τότε μπορώ να μιλώ όσο θέλω χωρίς τιμωρίες. Ο Keesing κάνει μόνο τα ειρωνικά του σχόλια.»15

Η «μετακόμιση» στο Μυστικό Παράρτημα  

Μια μέρα πριν τα γενέθλια της Άννας, στις 11 Ιουνίου 1942, ο SS-Obersturmbannführer (αντισυνταγματάρχης) Άντολφ Άιχμαν της Υπηρεσίας Εβραϊκών Υποθέσεων συγκάλεσε στο Βερολίνο σύσκεψη με διάφορους εκπροσώπους του από τη Γαλλία, την Ολλανδία και το Βέλγιο για να συζητήσουν σχετικά με την εφαρμογή της Τελικής Λύσης. Ο Άιχμαν τους έλεγε πως ο Χίμμλερ είχε διατάξει τον μαζικό εκτοπισμό πλήθους Εβραίων από τη δύση, αλλά το 90% αυτών των Εβραίων έπρεπε να είναι ικανοί προς εργασία και υγιείς. Μόλις 10% μπορούσαν να είναι «μη ικανοί προς εργασία». Στη συνάντηση ορίστηκε επίσης ο συγκεκριμένος αριθμός των Εβραίων που θα εκτοπίζονταν: εκατό χιλιάδες από τη Γαλλία, δέκα χιλιάδες από το Βέλγιο και δεκαπέντε χιλιάδες από την Ολλανδία16. Όμως στο τέλος του μήνα ο Άιχμαν ανέβασε τον αριθμό των Εβραίων από την Ολλανδία σε σαράντα χιλιάδες. Πιθανώς πήρε αυτή την απόφαση επειδή οι Ναζί διαπίστωσαν ότι ήταν ευκολότερο από ό,τι είχαν προβλέψει να εκτοπίσουν Ολλανδούς Εβραίους. Αυτό κατέστη δυνατό όχι μόνο λόγω της διαρκούς συνεργασίας των ολλανδικών αρχών, αλλά και λόγω του συνολικού συστήματος καταγραφής που είχαν εφαρμόσει οι Γερμανοί και του συντονισμού από πλευράς του Εβραϊκού Συμβουλίου17.

Το καθήκον της συγκέντρωσης, του εγκλεισμού σε στρατόπεδα και της εκτόπισης των Εβραίων ανατέθηκε κυρίως στην ολλανδική αστυνομία, η οποία το επωμίστηκε πρόθυμα, μαζί με μια δύναμη 2 000 εθελοντών βοηθητικών αστυνομικών που στρατολογήθηκαν τον Μάιο του 1942 και επιδείκνυαν ιδιαίτερη κτηνωδία.

Όπως και αλλού, η γερμανική Αστυνομία Ασφάλειας στο Άμστερνταμ – συνολικά περίπου 200 άνδρες – υποχρέωσε το Εβραϊκό Συμβούλιο να συνεργαστεί στη διαδικασία εκτόπισης επιτρέποντάς του να καθορίσει κατηγορίες Εβραίων που θα έπρεπε να εξαιρεθούν. Η διαφθορά και ευνοιοκρατία αναπτύχθηκαν ταχύτατα, καθώς απεγνωσμένοι Ολλανδοί Εβραίοι χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο για να αποκτήσουν την πολυπόθητη σφραγίδα «Sperr» στην ταυτότητά τους που θα τους εξαιρούσε18. Αυτή η εξαίρεση ονομάστηκε «Sperrung» (αποκλεισμός, εξαίρεση). Η βασική ιδέα του Γερμανού κατακτητή ήταν να δημιουργήσει μια ρήξη στην αλληλεγγύη της εβραϊκής κοινότητας, όπως εκφράζεται στο ρητό «διαίρει και βασίλευε». Το 1942, τέτοιες σφραγίδες απέκτησαν τα μέλη του Συμβουλίου και οι οικογένειές τους, μαζί με δεκαεπτάμισι χιλιάδες Ολλανδούς Εβραίους19.

Οι μη Ολλανδοί Εβραίοι, κυρίως πρόσφυγες από την Γερμανία, δεν μπορούσαν να εξαιρεθούν και έτσι πολλοί από αυτούς αποφάσισαν να κρυφτούν. Οι οικογένειες των Φρανκ και  Βαν Πελς, είχαν προγραμματίσει να κρυφτούν στο Μυστικό Παράρτημα στις 16 Ιουλίου 1942, αλλά τα γεγονότα τους πρόλαβαν. Η δεκαεξάχρονη Μαργκότ Φρανκ, στις 5 Ιουλίου 1942, έλαβε μια γραπτή κλήση από το «Κεντρικό Γραφείο για την Εβραϊκή Μετανάστευση» της Γκεστάπο να παρουσιαστεί για υγειονομική εξέταση στο στρατόπεδο Westerbork, για να σταλθεί σε καταναγκαστική εργασία στη Γερμανία. Ο Κεντρικός Καταυλισμός Προσφύγων, κοντά στο χωριό Hooghalen, του δήμου Westerbork, που είχε δημιουργήσει η ολλανδική κυβέρνηση το καλοκαίρι του 1939, όπου κρατούνταν Γερμανοί Εβραίοι πρόσφυγες, μετατράπηκε από την 1η Ιουλίου του 1942, στο κύριο στρατόπεδο μεταγωγών για τους Εβραίους που εκτοπίζονταν στην ανατολή.

Η κλήση που έλαβε η Μαργκότ περιελάμβανε την άδεια ταξιδιού που στο μεταξύ είχε γίνει υποχρεωτική για τους Εβραίους και ένα (δωρεάν!) κουπόνι μεταφοράς στον σιδηροδρομικό σταθμό Hooghalen. Από κει θα έπρεπε να περπατήσει επτά χιλιόμετρα μέχρι το στρατόπεδο. Όποιος δεν ακολουθούσε τις οδηγίες θα συλλαμβάνονταν και θα οδηγούνταν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Με τη βοήθεια της Μιπ και του συζύγου της, Γιαν, ο Όττο ενεργοποίησε αμέσως το σχέδιο του. Πρώτα θα κρυβόντουσαν η οικογένεια του και θα τους ακολουθούσαν και οι Βαν Πελς.

Η Άννα Φρανκ την Τετάρτη 8 Ιουλίου 1942, καταγράφει στο Ημερολόγιό τις τελευταίες ώρες στο σπίτι από το απόγευμα της 5ης Ιουλίου μέχρι το πρωί της επόμενης μέρας όταν αναχωρούν για το Μυστικό Παράρτημα: «Η Μαργκότ κι εγώ αρχίσαμε να μαζεύουμε τα πιο σημαντικά μας υπάρχοντα στις σχολικές μας τσάντες. Το πρώτο πράγμα που πήρα ήταν αυτό το ημερολόγιο, ύστερα ότι έβρισκα μπροστά μου, μπικουτί, μαντήλια, σχολικά βιβλία, μια χτένα και μερικά παλιά γράμματα. Με την σκέψη ότι θα κρυφτώ, μάζεψα ότι βλακεία έβρισκα μπρος μου, αλλά δεν λυπάμαι. Οι αναμνήσεις σημαίνουν περισσότερα για μένα από τα φουστάνια.[…] Στις έντεκα και μισή …ήμουν εξαντλημένη και παρόλο που ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία μου νύχτα στο κρεβάτι μου, αποκοιμήθηκα αμέσως. Την άλλη μέρα το πρωί με ξύπνησε η μητέρα  στις πέντε και μισή. Ευτυχώς, δεν ήταν πια τόσο μεγάλη η ζέστη όσο την Κυριακή. Όλη την ημέρα έβρεχε. Οι τέσσερις μας ήμασταν τυλιγμένοι με τόσες πολλές στρώσεις ρούχων που φαινόταν σαν να έπρεπε να μπούμε σε ένα παγωμένο δωμάτιο ή μάλλον σαν να έπρεπε να ξενυχτήσουμε μέσα σε ένα ψυγείο, και όλα αυτά μόνο και μόνο για να μπορούμε να πάρουμε περισσότερα ρούχα μαζί μας. Κανένας Εβραίος στην περίπτωσή μας δεν θα τολμούσε να φύγει από το σπίτι με μια βαλίτσα γεμάτη ρούχα… Η Μαργκότ γέμισε την τσάντα με σχολικά βιβλία, πήγε να πάρει το ποδήλατό της και, ακολούθησε τη Μιπ στο μεγάλο άγνωστο. Εν πάση περιπτώσει, έτσι το σκέφτηκα, αφού ακόμα δεν ήξερα πού ήταν η κρυψώνα μας.»20

Σαν δύο νεαρές Ολλανδές στο δρόμο για τη δουλειά,η Μαργκότ και η Μιπ, με τα ποδήλατά τους έκαναν πετάλι από τα νότια του Άμστερνταμ προς το κέντρο της πόλης. Η Μαργκότ, οδηγώντας το ποδήλατο που δεν είχε παραδώσει κατά παράβαση της ναζιστικής τάξης, έδειχνε φαινομενικά ήρεμη, αλλά εσωτερικά τρομοκρατημένη. Δεν είχε ιδέα πού πήγαινε. Το γεγονός και μόνο ότι δεν φορούσε το κίτρινο αστέρι της ήταν ένα σοβαρό παράπτωμα, αρκετό για να τη συλλάβουν. Μουσκεμένη μέχρι το κόκκαλο και τρέμοντας από φόβο, όταν έφτασαν στην Prinsengracht № 263, η Μιπ την πήγε βιαστικά στο παράρτημα. Η μόνη της παρηγοριά ήταν ότι δεν θα περίμενε πολύ μόνη της πριν φτάσουν οι γονείς της και η Άννα. Οι τρεις τους είχαν φύγει από το διαμέρισμα λίγο μετά τη Μαργκότ με τα πόδια21.

Η Άννα συνεχίζοντας την εξιστόρηση γράφει: «Στις επτά και μισή κλείσαμε κι εμείς την πόρτα πίσω μας. Η Moortje, η γάτα μου, ήταν το μόνο πλάσμα στο οποίο είπα αντίο. Σύμφωνα με ένα σημείωμα που αφήσαμε για τον κ. Goldschmidt, επρόκειτο να μεταφερθεί στους γείτονες, οι οποίοι θα της έδιναν ένα καλό σπίτι. Τα απογυμνωμένα κρεβάτια, τα πράγματα για το πρωινό στο τραπέζι, το κιλό κρέας για τη γάτα στην κουζίνα – όλα αυτά δημιούργησαν την εντύπωση ότι σαν να το ‘χαμε σκάσει βιαστικά. Δεν μας ενδιέφεραν όμως οι εντυπώσεις. Θέλαμε απλώς να φύγουμε από εκεί, να ξεφύγουμε και να φτάσουμε στον προορισμό μας με ασφάλεια. Τίποτα άλλο δεν είχε σημασία.»22

Περπάτησαν μέσα στη βροχή για σχεδόν μια ώρα, στην αρχή κατά μήκος των σύγχρονων δρόμων της συνοικίας του ποταμού, μετά κατά μήκος των καναλιών και των στενών δρόμων της Παλιάς Πόλης του Άμστερνταμ, περνώντας τη μια γέφυρα μετά την άλλη. Παρά τη βροχή και παρά τη νευρικότητά τους, έπρεπε να περπατούν κανονικά. Οι Εβραίοι που βιάζονταν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως Εβραίοι που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν και μπορεί να τους σταματούσαν για έλεγχο. Όταν έφτασαν στον προορισμό τους, η βροχή είχε σταματήσει και όλη την υπόλοιπη μέρα ο ήλιος συνέχιζε να διαπερνά τα σύννεφα. Αλλά οι Φρανκ σχεδόν δεν το πρόσεχαν. Μόλις η Μιπ έκλεισε την πόρτα του παραρτήματος πίσω τους, ο κόσμος έξω εξαφανίστηκε, μεταμορφωμένος σε ανάμνηση. Ο κόσμος τους είχε συρρικνωθεί σε κάτι λιγότερο από πενήντα τετραγωνικά μέτρα23.

Εφόσον η Μαργκότ δεν θα παρουσιαζόταν για υγειονομική εξέταση, θα την έψαχνε η αστυνομία. Θα έπρεπε λοιπόν να υπάρχουν αποδείξεις ότι οι Φρανκ είχαν φύγει από το Άμστερνταμ για να σταματήσουν να τους ψάχνουν. Σε αυτό βοήθησε ο  Χέρμαν Βαν Πελς και άθελά του ο νοικάρης  των Φρανκ.

Τρεις μήνες πριν κρυφτούν, ο Όττο είχε νοικιάσει το μεγάλο δωμάτιο στον επάνω όροφο του διαμερίσματός τους στον Werner Goldschmidt, έναν τριαντάρη Γερμανό πρόσφυγα που είχε έρθει στην Ολλανδία το 1936. Η παρουσία του ήταν τυχαία, ή ίσως, ήταν μέρος του σχεδίου του Όττο να κρύψει την οικογένειά του. Σε κάθε περίπτωση ήταν ο άνθρωπος που θα διέδιδε την είδηση για την φυγή της οικογένειας Φρανκ. Για το μέρος που θα έβρισκαν καταφύγιο, ο Όττο είχε αφήσει πίσω του, σαν ακούσια, μια διεύθυνση στο Μάαστριχτ, σε ένα κομμάτι χαρτί. Με την παρέμβαση όμως του Hermann van Pels, δόθηκε η  εντύπωση ότι η οικογένεια είχε φυγαδευτεί στην Ελβετία. Να πως καταγράφει στο Ημερολόγιο της, η Άννα, την εξιστόρηση της παραπλάνησης του Goldschmidt, από τον Χέρμαν Βαν Πελς:

«Παρασκευή 14 Αυγούστου 1942 […] Βεβαίως όσες μέρες ήταν έξω οι Βαν Ντάαν (σσ. το ψευδώνυμο που χρησιμοποιεί η Άννα στο Ημερολόγιο για τους Βαν Πελς) εμάς μας ενδιέφερε τι έγινε στο διαμέρισμά μας και με τον κ. Goldschmidt. Και ο Βαν Ντάαν διηγείτο: “Τη Δευτέρα το πρωί στις εννέα, μου τηλεφώνησε ο Goldschmidt και με παρακάλεσε να περάσω μια στιγμή από κει, μου έδειξε το σημείωμα που αφήσατε ότι δηλ. έπρεπε να φροντίσει να δώσει τη γάτα. Φοβόταν ότι θα ψάξουν το σπίτι, οπότε περάσαμε από όλα τα δωμάτια, συγυρίζοντας εδώ κι εκεί… Ξαφνικά είδα ένα σημειωματάριο στο γραφείο της κυρίας Φρανκ, με γραμμένη μια διεύθυνση στο Μάαστριχτ. Παρόλο που ήξερα ότι η κυρία Φρανκ το είχε αφήσει επίτηδες, προσποιήθηκα ότι ήμουν έκπληκτος και τρομοκρατημένος και παρακάλεσα εντονότατα τον κύριο Goldschmidt να κάψει αυτό το ενοχοποιητικό κομμάτι χαρτί. Όλη την ώρα έλεγα ότι δεν είχα ιδέα ότι είχατε σκοπό να εξαφανιστείτε. Ξαφνικά μου ήρθε δήθεν η θεία φώτιση: “Κύριε Goldschmidt” , είπα, “στοιχηματίζω ότι ξέρω σε τι αναφέρεται αυτή η διεύθυνση. Πριν από περίπου έξι μήνες ήρθε στο γραφείο ένας υψηλόβαθμος Γερμανός αξιωματικός. Φαίνεται ότι αυτός και ο κύριος Φρανκ ήταν συμμαθητές και του υποσχέθηκε να τον βοηθήσει, αν χρειαζόταν ποτέ. Όπως θυμάμαι, ήταν τοποθετημένος στο Μάαστριχτ. Νομίζω ότι αυτός ο αξιωματικός κράτησε τον λόγο του και φυγάδευσε τους Φρανκ στο Βέλγιο και από κει σε συγγενείς τους στην Ελβετία. Αν σας ρωτήσουν λοιπόν μπορείτε να πείτε πως είχαν κάποιο καλό φίλο, αλλά μην αναφέρεται το Μάαστριχτ.” Και μετά έφυγα. Οι πιο πολλοί το ξέρουν εν τω μεταξύ και εμένα μου ξαναδιηγήθηκαν πολλές παραλλαγές αυτής της ιστορίας”.»24 

Στις 13 Ιουλίου θα εγκατασταθούν στον κρυψώνα και οι Βαν Πελς. Για την άφιξή τους στο Μυστικό Παράρτημα η Άννα γράφει στο Ημερολόγιο: «Παρασκευή 14 Αυγούστου 1942 […] κατά τις εννιάμισι το πρωί και ενώ προγευματίζαμε ήρθε ο Πέτερ Βαν Ντάαν (σσ. ψευδώνυμο του Peter van Pels) ένας αρκετά βαρετός νεαρός, γύρω στα δεκάξι, απ’ του οποίου την συντροφιά δεν υπόσχομαι και πολλά στον εαυτό μου. Μισή ώρα αργότερα παρουσιάστηκε το ζεύγος Βαν Ντάαν, αυτή, προς θυμηδία όλων μας, παρουσιάστηκε με το καθίκι της μέσα σε  ένα καπελόκουτο. “Απλώς δεν νιώθω σαν στο σπίτι μου χωρίς το καθικάκι μου”, αναφώνησε και το δοχείο νυκτός ήταν το πρώτο αντικείμενο που βρήκε μια μόνιμη θέση κάτω από το κρεβάτι. Αντί για ένα δοχείο νυκτός, ο κύριος Βαν Ντάαν κρατούσε ένα πτυσσόμενο τραπέζι τσαγιού κάτω από το μπράτσο του. Από την πρώτη μέρα, αρχίσαμε να τρώμε μαζί, και μετά από τρεις μέρες ένιωσα σαν οι επτά μας να γίναμε μια μεγάλη οικογένεια.»25

Στο πλατύσκαλο του δεύτερου ορόφου, στο σημείο που συνδέεται το μπροστινό κτίριο με το πίσω, υπήρχαν, όπως αναφέραμε,  δύο πόρτες. Η δεξιά οδηγούσε στο Μυστικό Παράρτημα. Την περιήγηση στους χώρους του την κάνει η Άννα, στο Ημερολόγιό της, στις 9 Ιουλίου 1942:

«Η δεξιά πόρτα οδηγεί στο “Μυστικό Παράρτημα”. Κανείς δεν θα υποψιαζόταν ποτέ ότι υπήρχαν τόσα πολλά δωμάτια πίσω από αυτή την απλή γκρίζα πόρτα. Υπάρχει ακόμα ένα σκαλί μπροστά από την πόρτα, το περνάς και μετά είσαι μέσα. Ακριβώς μπροστά είναι μια απότομη σκάλα. Στα αριστερά υπάρχει ένας στενός διάδρομος που οδηγεί σε ένα δωμάτιο που χρησιμεύει ως λίβινγκ-ρουμ και κρεβατοκάμαρα της οικογένειας Φρανκ. Δίπλα είναι ένα μικρότερο δωμάτιο, το δωμάτιο ύπνου και εργασίας των δύο νεαρών δεσποινίδων της οικογένειας. Στα δεξιά της σκάλας υπάρχει ένα μπάνιο χωρίς παράθυρα με ένα νιπτήρα. Η πόρτα στη γωνία οδηγεί στην τουαλέτα και μια άλλη στο δωμάτιο μας. Αν ανεβείτε τις σκάλες και ανοίξετε την πόρτα απάνω, θα εκπλαγείτε όταν θα δείτε ένα τόσο μεγάλο, φωτεινό και ευρύχωρο δωμάτιο σε αυτό το  παλιό πίσω σπίτι. Σε αυτό τον χώρο βρίσκεται (χάρη στο γεγονός ότι ήταν το εργαστήριο του κυρίου Κούγκλερ) μια κουζίνα γκαζιού και ένας νεροχύτης. Αυτή θα είναι η κουζίνα και το υπνοδωμάτιο του κυρίου και της κυρίας Βαν Ντάαν, καθώς και το λίβινγκ ρουμ, η τραπεζαρία και ο χώρος μελέτης για όλους μας. Ένα μικροσκοπικό πλαϊνό δωμάτιο θα είναι το υπνοδωμάτιο του Πέτερ Βαν Ντάαν. Στη συνέχεια, όπως και στο μπροστινό κτίριο, υπάρχει μια σοφίτα.»26

Επειδή η αστυνομία έκανε συχνές εφόδους ψάχνοντας είτε για Εβραίους που δεν είχαν παρουσιαστεί στο στρατόπεδο του Βέστεμπορκ, είτε ψάχνοντας για ποδήλατα που οι κάτοχοι τους αρνούνταν να παραδώσουν, θα έπρεπε η είσοδος της κρυψώνας να καλυφτεί καλύτερα. Μετά από ιδέα του Κούγκλερ, ο υπεύθυνος αποθήκης Γιόχαν Βόσκουιλ, κατασκεύασε μια βιβλιοθήκη που άνοιγε σαν πόρτα κρύβοντας την είσοδο του Μυστικού Παραρτήματος: «Παρασκευή 21 Αυγούστου 1942… Τώρα το μυστικό μας παράρτημα έχει γίνει πραγματικά μυστικό. Επειδή σε πολλά σπίτια γίνονται έρευνες για κρυμμένα ποδήλατα, ο κ. Κούγκλερ σκέφτηκε ότι θα ήταν καλύτερο να τοποθετηθεί μια βιβλιοθήκη μπροστά στην είσοδο της κρυψώνας μας. Ο κύριος Βόσκουιλ έκανε τις ξυλουργικές εργασίες. Έφτιαξε μια μικρή βιβλιοθήκη, που από τη μια πλευρά ανοίγει σαν πόρτα… Λοιπόν πάντα όταν θέλουμε να κατέβουμε κάτω έπρεπε να σκύψουμε και μετά να πηδήσουμε γιατί το σκαλοπάτι που υπήρχε δεν υπάρχει πια. Μετά τρεις μέρες είχαμε όλοι καρούμπαλα στο μέτωπό μας, γιατί καθένας χωρίς να δώσει μεγάλη σημασία ξέχναγε τη χαμηλή πόρτα και χτύπαγε. Τότε ο Πέτερ τύλιξε σε μια πετσέτα  ρινίσματα ξύλου, φτιάχνοντας ένα μαξιλαράκι και το κάρφωσε στο πλαίσιο της πόρτας. Για να δούμε αν θα βοηθήσει!»27

Πηγή: https://www.annefrank.org/en/anne-frank/main-characters/

Το φθινόπωρο του 1942 και ενώ είχαν ενταθεί οι διώξεις των Εβραίων, ένας κοινός φίλος των Φρανκ, Βαν Πελς και Γκις, ο Γερμανοεβραίος οδοντίατρος Fritz Pfeffer (1889-1944) έψαχνε απεγνωσμένα κάποια κρυψώνα. Όταν οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία στη Γερμανία το 1933, ο Φριτς Πφέφερ είχε ένα ακμάζον οδοντιατρείο στο Βερολίνο. Ήταν χωρισμένος και έμενε εκεί με τον εξάχρονο γιο του, Βέρνερ. Στη συνέχεια γνώρισε την Γερμανίδα καθολική Charlotte Kaletta, η οποία ήταν επίσης διαζευγμένη με έναν γιο. Το ζευγάρι συζούσε, αλλά ήταν αδύνατο να παντρευτεί,  λόγω των νόμων της Νυρεμβέργης που απαγόρευαν τους γάμους ανάμεσα σε Εβραίους και μη Εβραίους. Μετά την αυξημένη βία κατά των Εβραίων στη Γερμανία το 1938, ο Φριτς κατάφερε να φυγαδεύσει, το παιδί του με ένα «Kindertransport», στον αδερφό του στην Αγγλία, ενώ ο ίδιος με την σύντροφο του Σαρλότ και τον γιο της, κατέφυγαν στην Ολλανδία. Από εκεί προσπάθησαν να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία, την Αρούμπα ή τη Χιλή, αλλά όλες οι αιτήσεις τους απορρίφθηκαν. Εν τω μεταξύ, ο Φριτς δεν είχε επίσημη άδεια εργασίας στην Ολλανδία και κατά καιρούς εργαζόταν παράνομα για τον Samuel van der Hoeden, έναν οδοντοτεχνίτη. Τον Μάιο του 1940, ο Φριτς γνωρίστηκε με τον Όττο Φρανκ και μαζί με τη Σάρλοτ εντάχθηκαν στην ομάδα των προσφύγων και των φίλων που περνούσαν τα απογεύματα του Σαββάτου στο διαμέρισμα των Φρανκ στο Merwedeplein. Το Νοέμβριο του 1942, ο Φριτς πήρε το θάρρος να ρωτήσει τη Μιπ – που ήταν και ασθενής του – αν μπορούσε να τον βοηθήσει να κρυφτεί. Η Σαρλότ δεν ήταν Εβραία και δεν χρειαζόταν να κρυφτεί. Η Μιπ παρουσίασε το αίτημά του στις οικογένειες Φρανκ και Βαν Πελς. Οι ένοικοι του Μυστικού Παραρτήματος θεώρησαν ότι μπορούσαν να βοηθήσουν ένα φίλο τους μιας και υπήρχε χώρος και τροφή για ακόμη έναν ένοικο. Να πως περιγράφει η Άννα στο Ημερολόγιο την άφιξη του Φριτς Πφέφερ (τον αναφέρει με το ψευδώνυμο Άλμπερτ Ντούσσελ), τη Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 1942:

«Ο Ντούσσελ είναι εδώ. Όλα πήγαν καλά.[…] Είχαμε μαζευτεί όλοι απάνω στους Βαν-Ντάαν για να χαιρετήσουμε τον καινούργιο νοικάρη μας με καφέ και κονιάκ. Στο μεταξύ η Μιπ τον οδήγησε πρώτα στο δωμάτιο της οικογένειας Φρανκ. Αναγνώρισε αμέσως τα έπιπλά μας, αλλά δεν είχε ιδέα ότι βρισκόμασταν στον επάνω όροφο. Όταν του το είπε η Μιπ, ήταν τόσο έκπληκτος που κόντεψε να λιποθυμήσει. Δόξα τω Θεώ δεν τον άφησε άλλο σε αγωνία, αλλά τον έφερε στον επάνω όροφο. Ο κακομοίρης ο Ντούσσελ βυθίστηκε σε μια καρέκλα, μας χάζευε όλους με την σειρά και δεν ήθελε να πιστέψει στα μάτια του. Μετά άρχισε να τραυλίζει, “αλλά…. όχι, όχι, αλλά εσείς είπατε ότι είσαστε στο Βέλγιο, δεν τα καταφέρατε να το σκάσετε;” Τώρα αρχίσαμε να του διηγιόμαστε και μεις με τη σειρά μας, ότι το ‘χαμε φτιάξει το παραμύθι μόνοι μας, το παραμύθι για τον αξιωματικό και το αυτοκίνητο για να παραπλανήσουμε τους ανθρώπους και τους Γερμανούς, αν θέλανε να ψάξουνε για μας. Ο Ντούσσελ εξακολουθούσε να μην μπορεί να κλείσει το στόμα του. Τέτοια μεγάλη εφευρετικότητα δεν την περίμενε και θαύμασε ακόμα πιο πολύ όταν τριγύρισε και είδε το καλοφτιαγμένο μας βολικό καταφύγιο. Φάγαμε όλοι μαζί, μετά ξάπλωσε λιγάκι, ήπιε τσάι με μας και άρχισε να τακτοποιεί τα πράγματα του τα οποία είχε φέρει η Μιπ από πριν…»28

Με την άφιξη του Πφέφερ, έπρεπε η δεκαεξάχρονη Μαργκότ να πάει στο δωμάτιο των γονιών της. Η Άννα γράφει για αυτή την αλλαγή συγκάτοικου στο Ημερολόγιο, την Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 1942: «…Εγώ βέβαια δεν το βρίσκω και πάρα πολύ βολικό να μεταχειρίζεται μαζί με μένα ένας ξένος το δωμάτιό μου και όλα τα πράγματα που βρίσκονται εκεί μέσα, αλλά για το γενικό καλό πρέπει κάτι κανείς να παραχωρήσει. Αφού μπορεί να σώσει κανείς κάποιον, είπε ο πατέρας μου, όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα και νομίζω πως έχει απολύτως δίκιο.»29

Πέντε ενήλικες, τρεις έφηβοι και η μαύρη γάτα του Πέτερ που είχε φέρει μαζί του παρά την προηγούμενη συμφωνία ότι δεν θα το έκανε – οκτώ άτομα και μια γάτα σε δωμάτια τόσο μικρά όσο τα κελιά της φυλακής, σε πενήντα τετραγωνικά μέτρα που ήταν ζεστά και σφραγισμένα το καλοκαίρι γιατί τα παράθυρα έπρεπε πάντα να παραμένουν κλειστά και τρομερά κρύα το χειμώνα, επειδή η σόμπα συχνά δεν παρείχε αρκετή θερμότητα. Σε καμία περίπτωση η Άννα και οι υπόλοιποι δεν θα μπορούσαν να βγουν έξω. Οι μόνες τους «έξοδοι» θα ήταν στη σοφίτα, όπου, σε απόσταση ασφαλείας από ένα μεγάλο κλειστό παράθυρο, μπορούσαν να κοιτάζουν έξω στις αυλές των γειτονικών κτιρίων και την τεράστια καστανιά που τους άφηνε να παρακολουθούν τις εναλλαγές των εποχών. Μέσα από έναν φεγγίτη μπορούσαν να ρίξουν μια ματιά στον πύργο του Westerkerk, και στο ρολόι του. Το πιο σημαντικό, το παράθυρο τους επέτρεπε περιστασιακά μια ανάσα καθαρού αέρα. Μόλις σχολούσαν οι εργαζόμενοι της αποθήκης η Μιπ ή ένας από τους άλλους βοηθούς έδινε το σαφές σήμα, ότι το πεδίο είναι ελεύθερο και θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν σε χώρους του μπροστινού κτιρίου. Βέβαια όχι και στο μεγάλο κεντρικό γραφείο που μοιράζονταν οι Μιπ, Μπεπ και Κλέιμαν και που έβλεπε στο Prinsengracht γιατί μέσα από τα μεγάλα παράθυρα, που έφταναν σχεδόν από το δάπεδο μέχρι την οροφή, θα ήταν τόσο ορατοί στους περαστικούς όσο και οι ηθοποιοί σε μια σκηνή30.

Συνεχίζεται

Σημειώσεις

  1. https://www.annefrank.org/en/anne-frank/go-in-depth/history-secret-annex/
  2. Sullivan R., 2022, σ. 51
  3. Anne Frank, 1995, σ. 15
  4. Anne Frank, 1995, σ. 22
  5. Anne Frank, 1995, σ. 15
  6. Müller M., 2013, σ. 146
  7. Anne Frank, 1995, σ. 14
  8. Anne Frank, 2019, σ. 500
  9. Πάλι εκεί
  10. Anne Frank, 2019, σ. 24
  11. Anne Frank, 2019, σ. 501
  12. Anne Frank, 2019, σσ. 501-502
  13. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 18
  14. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 17 και Anne Frank, 1995, σ. 33
  15. Άννα Φρανκ, 1990, σσ. 12-13 και Anne Frank, 1995, σσ. 26-27
  16. Rees L., 2018, σ. 318 
  17. Rees L., 2018, σ. 318
  18. Evans R., 2014, σ. 385
  19. Ακόμα και όταν τελικά οι ηγέτες του Εβραϊκού Συμβουλίου, ο επιχειρηματίας Αβραάμ Άσσερ και ο καθηγητής Νταβίντ Κοέν εκτοπίστηκαν, τον Σεπτέμβριο του 1943, δεν εστάλησαν σε στρατόπεδα θανάτου στην ανατολή αλλά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης εντός του Παλαιού Ράιχ (ο Άσσερ στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Bergen-Belsen)  και του Προτεκτοράτου της Βοημίας και της Μοραβίας (ο Κοέν στο Theresienstadt) και κατόρθωσαν να επιζήσουν. Μετά τον πόλεμο,  ο Κοέν και ο Άσσερ έγιναν στόχος καταγγελιών. Το 1947 ιδρύθηκε ένα κοινοτικό δικαστήριο που ονομάστηκε Εβραϊκό Συμβούλιο Τιμής για να διερευνήσει κατηγορίες συνεργασίας εν καιρώ πολέμου. Αν και αρχικώς το συμβούλιο (δικαστήριο) αποφάσισε οι δύο συμπρόεδροι του Εβραϊκού Συμβουλίου να μην κατέχουν ποτέ ξανά δημόσια αξιώματα στην Ολλανδική Εβραϊκή Κοινότητα, τρία χρόνια αργότερα μετά από πιέσεις και διαμαρτυρίες επανεξέτασε και ακύρωσε την απόφασή του.
  20. Άννα Φρανκ, 1990, σσ. 19-21 και Anne Frank, 1995, σσ.35-37
  21. Müller M., 2013, σ. 167
  22. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 21 και Anne Frank, 1995, σ. 37
  23. Müller M., 2013, σ. 168
  24. Άννα Φρανκ, 1990, σσ. 27-28 και Anne Frank, 1995, σσ.48-49
  25. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 27 και Anne Frank, 1995, σ.48
  26. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 23 και Anne Frank, 1995, σ.40
  27. Άννα Φρανκ, 1990, σ. 28 και Anne Frank, 1995, σ.50
  28. Άννα Φρανκ, 1990, σσ. 54 – 55 και Anne Frank, 1995, σ.96
  29. Άννα Φρανκ, 1990, σσ. 56 – 57
  30. Müller M., 2013, σ. 169

Βιβλιογραφία

Aalders G., 2004. Nazi Looting. The Plunder of Dutch Jewry During the Second World War. Publisher: Berg

Άννα Φρανκ, 1990. ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ. Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ.Ι.

Anne Frank, 1995. THE DIARY OF A YOUNG GIRL: THE DEFINITIVE EDITION. Edited by Otto H. Frank and Mirjam Pressler. Publisher: Doubleday, U.S.A.

Anne Frank House (ed.), 2016. Anne Frank in the Secret Annex. Who Was Who? The Anne Frank House

Anne Frank, 2019. The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM

Berend T. I., 2009. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ. Αθήνα: Εκδόσεις GUTENBERG

Berstein S. & Milza P., 1997.  ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 3. ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΚΑΙ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ Της ΕΥΡΩΠΗΣ 1919 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Black E., 2012. The Transfer Agreement: The Dramatic Story of the Pact Between the Third Reich and Jewish Palestine. Washington D.C. Publisher: Dialog Press

Dawidowicz S. L., 2010. The War Against the Jews 1933–1945. NY. Distributed by Open Road Integrated Media

Evans R., 2005. The coming of the Third Reich. London. Publisher: Penguin Books

Evans R., 2014.  Γ΄ Ράιχ στην εξουσία. Αθήνα: Αλεξάνδρεια

Friedlӓnder, S., 2013. Η Ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι. Αθήνα: Πόλις

Hirschfeld G., 2019. The contemporary historical context. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 465 – 475)

Kershaw  I., 2016. ΧΙΤΛΕΡ. Αθήνα: Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Lee C. A., 2009. The Hidden Life of Otto Frank. Publisher: Penguin Books Ltd

Lee C. A., 2021. Roses from the Earth: Biography of Anne Frank. Publisher: Gardners Books

Moore, B., 1986. Refugees from Nazi Germany in the Netherlands, 1933–1940. Martinus Nijhoff Publishers

Müller M., 2013. Anne Frank: The Biography. Publisher: Bloomsbury Publishing PLC

Pressler M., 2019. Anne Frank’s life. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 445 – 454)

Pressler M., 2019. The history of Anne Frank’s family. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 455 – 464)

Prose F., 2019. The Publication History of Anne Frank’s Diary. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 477 – 493)

Rees L., 2018. ХОЛОКОСТЪТ. Нова история. Поредица Хроника. София: Изд. „Прозорец“

Reeves J., 2021. РОТШИЛД. Финансовите господари на света. София: Изд. „ВЕСИ“

Sullivan R., 2022. The Betrayal of Anne Frank: A Cold Case Investigation. First Edition. Publisher: HarperCollins e-books

Zapruder A., 2015. Salvaged Pages. Young Writers’ Diaries of the Holocaust. SECOND EDITION. New Haven. Yale University Press.

Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a comment