(Μέρος πρώτο)
Τι κοινό είχαν η Άννα Φρανκ, η Mina Glucksman, η Clara Schwarz, η Bertje Bloch-van Rhijn, η Edith van Hessen η Anita Meyer, ο Leo Silberman και ο Otto Wolf; Ήταν όλοι τους εβραιόπουλα που την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αναγκασμένα να ζουν σε κρησφύγετα προκειμένου να μην πέσουν στα χέρια των Ναζί και των συνεργατών τους. Ένα άλλο κοινό ήταν ότι κρατούσαν ημερολόγια, περιγράφοντας τις δυσκολίες και τους κινδύνους της ζωής στις κρυψώνες τους. Η Άννα Φρανκ και ο Otto Wolf, είχαν και άλλο ένα κοινό – δεν επέζησαν. Δολοφονήθηκαν, όπως και άλλα περίπου 1,1 εκατομμύρια εβραιόπουλα, κατά την διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Μετά το τέλος του πολέμου, πολλά ημερολόγια και σημειωματάρια Εβραίων παιδιών και εφήβων, ήρθαν στο φως. Και δεν ήταν μόνο αυτά που γράφτηκαν σε κρησφύγετα. Ήταν και αυτά που γράφτηκαν από παιδιά που διέφυγαν από περιοχές ελεγχόμενες από τους Γερμανούς και έγιναν πρόσφυγες, αλλά και αυτά που κρατούσαν νεαρά άτομα τα οποία κατοικούσαν σε γκέτο, ή ζούσαν κάτω από συνθήκες περιορισμού που είχαν επιβληθεί από τις γερμανικές αρχές ή, πιο σπάνια, τα οποία ήταν έγκλειστα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης1. Πολλά από αυτά τα ημερολόγια βρίσκονται στις συλλογές μεγάλων ιδρυμάτων, όπως στο Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ουάσιγκτον και στο Yad Vashem στην Ιερουσαλήμ2. Τα χειρόγραφα του Ημερολογίου της πιο διάσημης νεαρής χρονογράφου της περιόδου του Ολοκαυτώματος, της Άννας Φρανκ, εκθέτονται στο χώρο όπου τα έγραψε, στο Prinsengracht 263, Άμστερνταμ, που από το 1960 λειτουργεί ως Μουσείο της Άννας Φρανκ.
Το γκέτο Judengasse της Φρανκφούρτης
Ας αρχίσουμε από αυτό που όρισε τη ζωή της Άννας και των προγόνων της. Όλοι τους ήταν Εβραίοι.
Στο γενεαλογικό δέντρο, ο τόπος γέννησής της ίδιας και του πατέρα της και μέρους τον προγόνων της, είναι η Φρανκφούρτη. Στοιχεία δείχνουν ότι μέρος της οικογένειας ζούσε εκεί από τον 16ο αιώνα.
Η ιστορία των Εβραίων στη Γερμανία ανάγεται στην περίοδο του Πρώιμου Μεσαίωνα, όταν οι Εβραίοι μετανάστες ίδρυσαν την κοινότητα των ασκεναζιτών. Η παλαιότερη ιστορική αναφορά εβραϊκής κοινότητας στην Κεντρική Ευρώπη, είναι από το 321 μ.Χ. στην Κολωνία. Οι Ασκεναζίτες διατήρησαν τη γλώσσα και τη θρησκεία τους διαμέσου των αιώνων, ανεξάρτητα της καθόδου των φυλών και των άλλων γεγονότων του Μεσαίωνα. Για γλώσσα χρησιμοποιούσαν τα «γίντις» μια παραλλαγή της γερμανικής με εβραϊκές λέξεις και εκφράσεις, ενώ για αλφάβητο χρησιμοποιούσαν την εβραϊκή γραφή.
Ο αντισημιτισμός κατά τον Μεσαίωνα είχε κυρίως θρησκευτική βάση. Οι Εβραίοι κυνηγήθηκαν την εποχή των Σταυροφοριών και кατά την διάρκεια της επιδημίας της μαύρης πανώλης (1346-53), ως υπεύθυνοι για όλα τα κακά. Ολόκληρες εβραϊκές κοινότητες, όπως εκείνες του Τριρ, του Βορμς, του Μάιντς και της Κολωνίας, σφαγιάστηκαν. Γενιές ιερέων αποκαλούσαν τους Εβραίους υποκριτές, λαό ο οποίος «ήθελε να φονευθεί ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός». Μέλη της θρησκευτικής αίρεσης που ονομάζονταν «μαστιγούμενοι» (Flagellants) ή πιο σωστά «αυτομαστιγούμενοι», τους κατηγορούσαν για τη δηλητηρίαση πηγαδιών και πηγών. Η διάδοση της φήμης της δηλητηρίασης επιτρέπει να εμφανιστεί η πεποίθηση ότι οι Εβραίοι, ως τέτοιοι, εξύφαναν τη συνωμοσία να καταστρέψουν τη Χριστιανοσύνη. Οι Εβραίοι κατηγορήθηκαν επίσης για τον «τελετουργικό φόνο», ότι δηλαδή σκότωναν παιδιά και χρησιμοποιούσαν το αίμα τους για την παρασκευή του άζυμου άρτου, τη «matza», που τρώνε οι Εβραίοι κατά την εορτή του Πάσχα, εις ανάμνησιν της εξόδου από την Αίγυπτο3.
Το 1462, με διάταγμα του Φρειδερίκου Γ’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όλοι οι Εβραίοι της Φρανκφούρτης που ζούσαν προηγουμένως στο κέντρο της πόλης έπρεπε να μετακομίσουν έξω από τα τείχη της πόλης και πιο συγκεκριμένα σε μια στενή λωρίδα δημοτικής γης κατά μήκος του ανατολικού μεσαιωνικού τείχους της πόλης (Staufenmauer). Εκεί, δεξιά και αριστερά του δρόμου που είχε μήκος περίπου 330 μέτρα, και πλάτος τρία έως τέσσερα μέτρα, έχτισαν με ίδια μέσα, τα σπίτια τους. Η περιοχή ονομάστηκε «Judengasse» («Λωρίδα των Εβραίων» στα γερμανικά). Υπήρχαν τρεις πύλες εισόδου στην πόλη οι οποίες ήταν κλειδωμένες τη νύχτα, τις Κυριακές, την περίοδο των χριστιανικών εορτών και όταν ο Αυτοκράτορας επισκεπτόταν την πόλη. Οι άνδρες ήταν υποχρεωμένοι να φέρουν στο πέτο τους ένα κίτρινο κομμάτι ύφασμα σε στρόγγυλο σχήμα, ενώ οι γυναίκες μπλε κορδέλες στα πέπλα τους. Απαγορευόταν να πλησιάζουν εκκλησίες, να μπαίνουν στο Δημαρχείο από την κεντρική είσοδο, να αγοράζουν ψάρια πριν από κάποια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας, να προσλαμβάνουν χριστιανούς στη δούλεψή τους, να δανείζουν γυναίκες ή παιδιά, να πουλούν καινούργια ρούχα4.

Κάτω αριστερά: Το Judengasse. Photograph by Th. Creifelds, ca. 1868 https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Frankfurt_Judengasse_1868.jpg
Κάτω δεξιά: Το σπίτι της οικογένειας Rothschild στο γκέτο Judengasse
https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Haus_der_Rotschilds_in_der_frankfurter_Judengasse.jpg
Ο αντισημιτισμός κατά τον Μεσαίωνα φαίνεται πως είχε εκτός από θρησκευτική και οικονομική βάση. Στους Εβραίους απαγορευόταν να κατέχουν γη, ενώ επιτρεπόταν να ασχολούνται με το εμπόριο, αλλά και με τον δανεισμό, αφού απαγορευόταν στους χριστιανούς να ασκούν «τοκογλυφία». Το 1543 ο Μαρτίνος Λούθηρος έγραψε το έργο «Οι Εβραίοι και τα ψεύδη τους». Οι Εβραίοι, έλεγε ο Λούθηρος, «δεν είναι παρά κλέφτες και ληστές, που ό,τι τρώνε καθημερινά και όσα ρούχα φορούν τα έχουν κλέψει και τα έχουν αρπάξει από εμάς μέσα από την καταραμένη τοκογλυφία τους». Ο Λούθηρος καλούσε τον λαό να «τους διώξει για πάντα από αυτή τη χώρα … να απαλλαγούμε από αυτούς!»5. Λίγα χρόνια αργότερα (μεταξύ 1594 και 1597) ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ θα γράψει ένα από τα πιο γνωστά του έργα: «Ο Έμπορος της Βενετίας» όπου ο Εβραίος τοκογλύφος Σάιλοκ ήταν το μισητό πρόσωπο. Πέρα από τις θρησκευτικές προτροπές του Λούθηρου και την λογοτεχνική φαντασία του Σαίξπηρ, εκείνη την περίοδο στο γκέτο Judengasse στη Φρανκφούρτη ζουν οι πρόγονοι της κορυφαίας οικογένειας τραπεζιτών. Το 1567, ο Isaak Elchanan Bacharach (1528 – 1588), μικροέμπορος παλαιών νομισμάτων έκτισε το σπίτι του και έβαλε ως διακριτικά, (μιας και τότε δεν δίνονταν αριθμοί στις διευθύνσεις), μια πινακίδα με ζωγραφισμένη μια «κόκκινη ασπίδα», που στα γερμανικά με την παλιά ορθογραφία γράφεται («rothen Schild»). Ο γιος του Moses Isaac θα είναι ο πρώτος που θα αρχίσει να χρησιμοποιεί το διακριτικό αυτό ως επίθετο – Moses Isaac Rothschild (1550 – 1635). Ένας από τους απογόνους του Moses Isaac που θα γεννηθεί στο γκέτο Judengasse θα είναι ο Mayer Amschel Rothschild (1743-1812), ο γενάρχης της γνωστής δυναστείας.
Με μια σειρά κανονισμών που εκδόθηκαν το 1616, συνολικά, μόνο σε 500 εβραϊκές οικογένειες επετράπη να ζήσουν στο Judengasse. Επίσης μπήκε πλαφόν στους γάμους, μόνο 12 ετησίως. Η είσοδος στην πόλη Εβραίων που δεν ήταν κάτοικοι του «Judengasse» απαγορευόταν. Μέχρι τον 18ο αιώνα, λόγω της φυσικής αύξησης ο αριθμός των κατοίκων ήταν πάνω από 3 000, που ζούσαν σε μόλις 195 σπίτια. Κάθε ανοιχτός χώρος, συμπεριλαμβανομένων όλων των αυλών, χτίστηκε και παρόλο που οι συνθήκες διαβίωσης ήταν τραγικές, το Δημοτικό Συμβούλιο δεν έδινε έγκριση για πολεοδομική επέκταση της περιοχής. Το γκέτο είχε μια από τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού στην Ευρώπη. Λόγω του στενού δρόμου, των ξύλινων κατασκευών και της περιορισμένης πρόσβασης, το Judengasse καταστράφηκε τρεις φορές από πυρκαγιά μόνο τον 18ο αιώνα, το 1711, το 1721 και το 1796. Η τελευταία πυρκαγιά προκλήθηκε από τα γαλλικά στρατεύματα όταν κατέλαβαν την πόλη6. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους του Judengasse. Ο απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης έφερε ίσα δικαιώματα για όλα τα θρησκευτικά δόγματα και συγκεκριμένα την «Πράξη σχετικά με τα ίσα δικαιώματα του πολίτη του εβραϊκού δήμου της Φρανκφούρτης» του 1811. Από εδώ και πέρα, οι Εβραίοι της Φρανκφούρτης θα ήταν ελεύθεροι να ζουν οπουδήποτε στην πόλη και δεν υπόκεινται πλέον σε ειδικούς φόρους. Μετά το τέλος της Συνομοσπονδίας του Ρήνου (1806 – 1813) και την επανίδρυση του Ελεύθερου Κράτους της Φρανκφούρτης, ως μία από τις τέσσερις πόλεις-κράτη της Γερμανικής Συνομοσπονδίας (μεταξύ 1815 και 1866), τα δικαιώματα των Εβραίων περιορίστηκαν και πάλι, το 1816. Ωστόσο, η απαίτηση οι Εβραίοι να ζουν στο γκέτο δεν ανανεώθηκε. Το 1864 η Φρανκφούρτη έγινε η δεύτερη γερμανική πόλη, μετά το Μεγάλο Δουκάτο της Βάδης (1862), που κατάργησε όλους τους περιορισμούς στα δικαιώματα των Εβραίων. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έπαψε ο αντισημιτισμός, αλλά τουναντίον – η βάση του αντισημιτισμού μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, πέραν του θρησκευτικού και οικονομικού χαρακτήρα αποκτά και έναν ιδιότυπο βιολογικό χαρακτήρα. Οι φυλετικές ψευδεπιστημονικές θεωρίες της αποκαλούμενης άριας ανωτερότητας προέκυψαν μέσα από τα κείμενα του Ζοζέφ Αρτύρ ντε Γκομπινώ (Joseph Arthur Gobineau, 1816-1882), του Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν (Houston Stewart Chamberlain, 1855 – 1927) και αργότερα του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ (Alfred Rosenberg, 1893-1946). Πρέπει να προσθέσουμε ακόμη τρία στοιχεία σε αυτό το τοξικό μείγμα του «παραδοσιακού» και του «φυλετικού» αντισημιτισμού: την εμφάνιση του κινήματος της ευγονικής από τον Φράνσις Γκάλτον (Francis Galton, 1822-1911), τον ξάδερφο του Κάρολου Δαρβίνου, του völkisch κινήματος που θεωρούσε τους Εβραίους «μη Γερμανούς» και τη θεωρία μιας «διεθνούς εβραϊκής συνωμοσίας για την ολοκληρωτική παγκόσμια κυριαρχία τους», όπως αποτυπώνεται στο συνωμοσιολογικό κείμενο «Τα Πρωτόκολλα των Πρεσβύτερων (Σοφών) της Σιών».
Το οικογενειακό δέντρο
Λόγω του συνωστισμού και των ανθυγιεινών συνθηκών στο Judengasse, οι περισσότεροι Εβραίοι είχαν εγκαταλείψει το πρώην γκέτο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και εγκαταστάθηκαν στο γειτονικό προάστιο, «Ostend». Αν και το γραφικό τοπίο του δρόμου προσέλκυε τουρίστες και ζωγράφους, η πόλη ήθελε να αναδιαμορφώσει την αστική περιοχή. Έτσι, το 1874 τα ερειπωμένα κτίρια στη δυτική πλευρά του δρόμου ισοπεδώθηκαν. Στη συνέχεια, το 1884 σχεδόν όλα τα σπίτια στην ανατολική πλευρά του δρόμου κατεδαφίστηκαν επίσης. Τα λίγα εναπομείναντα περιλάμβαναν το σπίτι της οικογένειας Rothschild στον αριθμό 148, το οποίο χρησιμοποιήθηκε τότε ως μουσείο. Η χήρα του Mayer Amschel Rothschild, Gutele Rothschild, ζούσε σε αυτό το σπίτι ακόμη και μετά την ανάδειξη των πέντε γιων της σε ευγενείς το 1817. Σε δύο άλλα σπίτια του Judengasse έζησαν οι οικογένειες Stern και Cahn, πρόγονοι της Άννας Φρανκ.
Στο Ημερολόγιο της στις 21 Σεπτεμβρίου 1942, η Άννα γράφει:
«Αγαπητή Κίττυ,
[…] Ο πατέρας και ‘γω έχουμε τώρα μια πολύ όμορφη απασχόληση, προσπαθούμε να συνθέσουμε το οικογενειακό μας δέντρο και πάνω σ’ αυτό έχει πάντα να μου διηγηθεί κάτι για τον καθένα.»7 Ο προ-προπάππους της Άννας Φρανκ, ο Elkan Juda Cahn (1796–1884), είχε περάσει στο Judengasse την παιδική και εφηβική ηλικία του. Παντρεύτηκε την πρώτη του ξαδέρφη Betty Cahn (1806 – 1853) και απέκτησε μεγάλο πλούτο ως έμπορος. Ο Elkan Juda Cahn κανόνισε το γάμο της κόρης του Cornelia (1840–1921), προγιαγιάς της Άννας Φρανκ, με τον August Heinrich Stern (1838- 1878). Η οικογένεια του Στερν, η οποία περιελάμβανε ακαδημαϊκούς, γιατρούς και βιβλιοπώλες, προέρχεται επίσης από την Judengasse της Φρανκφούρτης. Το 1865, το ζευγάρι απέκτησε μια κόρη, την Alice Betty, γιαγιά της Άννας Φρανκ, που επρόκειτο να παίξει έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην οικογένεια. Η Άλις ήταν δεκατριών ετών όταν, μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα της, μετακόμισε στο σπίτι του παππού της, Elkan Juda Cahn, με τη μητέρα της. Ωστόσο, η σχέση της με την οικογένεια του πατέρα της φαίνεται να ήταν πιο στενή από αυτή που είχε με τους Καν. Ο Bernhard Stern, ο αδερφός του πατέρα της, ήταν, όπως είπε η ίδια αργότερα, ένας πολύ σεβαστός γιατρός. Τα παιδιά του, η Clara (τρία χρόνια μεγαλύτερη από την Alice), ο Richard (συνομήλικος) και ο Karl (έξι χρόνια νεότερος), μάλλον πήραν τη θέση των αδελφών που δεν είχε ποτέ. Η στενή της σχέση με την Clara (Klärchen) συνεχίστηκε σε όλη τους τη ζωή8.
Σε ηλικία είκοσι ετών, η Άλις παντρεύτηκε τον τριανταπεντάχρονο Εβραίο έμπορο Michael Frank (1851 – 1909), που μόλις είχε μετακομίσει στη Φρανκφούρτη από το Landau, μια μικρή πόλη στην περιοχή του Παλατινάτου της νοτιοδυτικής Γερμανίας. Ο Μάικλ Φρανκ, ο παππούς της Άννας, ήταν το έκτο από τα εννέα παιδιά του Zacharias (1811 – 1884) και της Babette Frank (1814 – 1891).
Στο Ημερολόγιο της στις 8 Μαΐου 1944 η Άννα γράφει:
«Ο πατέρας γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη του Μάιν από πολύ πλούσιους γονείς: Ο Μάικλ Φρανκ ήταν ιδιοκτήτης τράπεζας και έγινε εκατομμυριούχος, και οι γονείς της Άλις Στερν ήταν πολύ πλούσιοι και επιφανείς. Ο Μάικλ Φρανκ δεν ήταν καθόλου πλούσιος όταν ήταν νέος, αλλά ανελίχθηκε δεόντως. Έτσι ο πατέρας στα νιάτα του είχε μια πραγματική ζωή πλουσιόπαιδου, κάθε βδομάδα συγκεντρώσεις, χορούς, χαρές, όμορφα κορίτσια, γεύματα και ένα μεγάλο σπίτι. κ.λπ., κλπ. Μετά το θάνατο του παππού όλα τα χρήματα χάθηκαν και μετά τον Παγκόσμιο Πόλεμο και τον πληθωρισμό δεν έμεινε απολύτως τίποτα.[…] Η οικογένεια της μητέρας δεν ήταν τόσο πλούσια, αλλά παρόλα αυτά αρκετά ευκατάστατη, και πολλές φορές ακούμε με ανοιχτό το στόμα ιστορίες από αρραβώνες με διακόσια πενήντα άτομα, ιδιωτικούς χορούς και δείπνα.»9
Όντως ο παππούς της Άννας, Μάικλ Φρανκ, ξεκίνησε ως έμπορας, μετά ασχολήθηκε με το Χρηματιστήριο. Χάρη στις επιτυχημένες επενδύσεις του, όπως στην αγορά μετοχών της Fay’s Sodener Mineral Pastillen, (εταιρία που παρήγαγε σταγόνες για τον βήχα), ο Μάικλ Φρανκ έγινε εκατομμυριούχος. Ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων μελών της οικογένειας, το 1901, ίδρυσε την δικιά του τράπεζα «Michael Frank banking business», η οποία δραστηριοποιούνταν κυρίως στην προεξοφλητική αγορά και στην αγορά συναλλάγματος. Τραπεζίτες ήταν και άλλα δύο από τα οκτώ αδέρφια του. Το 1872 ο αδελφός του Jacob, ίδρυσε μια τραπεζική επιχείρηση με το οικογενειακό όνομα στη Φρανκφούρτη, ενώ ο αδελφός του, ο Léon, μαζί με τον επιχειρηματικό του συνεργάτη Willy Wolfsohn, ίδρυσαν την τράπεζα Frank, Wolfsohn & Co στο Παρίσι10.

Ο πατέρας της Άννας, ο Όττο Φρανκ (Otto Frank), γεννήθηκε το 1889, την ίδια χρονιά με τον Αδόλφο Χίτλερ (1889 – 1945), αλλά θα ζήσει 35 χρόνια περισσότερο από τον Γερμανό δικτάτορα. Ο Όττο ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της Άλις και του Μάικλ Φρανκ. Ο μεγαλύτερος αδελφός του ήταν ο Robert Frank (1886-1953) και τα μικρότερα αδέρφια του, ο Herbert Frank (1891-1987) και η Helene ή Leni Frank (1893-1986).
Οι Φρανκ ήταν φιλελεύθεροι Εβραίοι. Η εβραϊκή παράδοση δεν έπαιξε κεντρικό ρόλο. Για παράδειγμα αν και ο Όττο παρακολούθησε μαθήματα θρησκευτικών, δεν γιόρτασε το Μπαρ Μιτσβά του (ο εβραϊκός όρος που υποδηλώνει την αρχή της θρησκευτικής ενηλικίωσης για ένα δεκατριάχρονο αγόρι μετά την πρώτη του ανάγνωση των εντολών της Τορά). Ο Όττο κατά τη διάρκεια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσής του στο Lessing-Gymnasium έμαθε λατινικά, ελληνικά και γαλλικά, έλαβε επίσης ιδιαίτερα μαθήματα βιολοντσέλου και ιππασίας. Το 1908 ο Όττο ξεκίνησε να σπουδάζει ιστορία της τέχνης, στη Χαϊδελβέργη, αλλά μετά τον πρώτο χρόνο σταμάτησε τις σπουδές του και αναχώρησε για την τη Νέα Υόρκη, μετά από πρόσκληση του φίλου του από το Πανεπιστήμιο, του Nathan Straus Jr. Το Σεπτέμβριο του 1909, ο Μάικλ Φρανκ πέθανε ξαφνικά σε ηλικία 59 ετών. Ο Όττο θα επιστρέψει για την κηδεία του πατέρα του, αλλά όπως και ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Ρόμπερτ, δεν τους ενδιέφερε να ασχοληθούν με την οικογενειακή τράπεζα. Ο Όττο επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε στο πολυκατάστημα Macy’s, συνιδιοκτησία της οικογενείας Straus, μέχρι το 1911, όταν και θα επιστρέψει οριστικά στη Γερμανία και θα εργαστεί σε μια εταιρεία μεταλλικών κατασκευών στο Ντίσελντορφ. Η τράπεζα του Μάικλ Φρανκ τότε διοικούνταν από τη χήρα σύζυγό του Άλις, τον ανιψιό του Άρνολντ Φρανκ και τον μακροχρόνιο γενικό διευθυντή της τράπεζας Felix Uhry11. Στις 3 Αυγούστου 1914, η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στη Γαλλία. Εκτός από τον Jean-Michel, που ήταν ακόμη ανήλικος, όλοι οι γιοι της οικογένειας Φρανκ πήραν μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενώ ο Όττο και τα αδέρφια του πολέμησαν για τη Γερμανία, τα πρώτα τους ξαδέρφια από το Παρίσι, πολέμησαν στη γαλλική πλευρά. Όταν ο Όσκαρ και ο Τζορτζ, σκοτώθηκαν στο μέτωπο το 1915, ο πατέρας τους, Λέον Φρανκ, αυτοκτόνησε, ενώ η μητέρα τους, η Nanette, κατέληξε σε ψυχιατρική κλινική12.

Δεξιά: η εθελόντρια νοσοκόμα Λένι, το 1916. Photo collection: Anne Frank Fonds, Basel https://www.annefrank.ch/en/family/the-frank-family
Ο Ότο στον Α’ΠΠ υπηρέτησε σε μια μονάδα πυροβολικού στο Δυτικό Μέτωπο, πήρε μέρος στη Μάχη του Σομμ το 1916 και ένα χρόνο μετά, στη Μάχη του Καμπραί. Η μητέρα του, η Άλις, προσφέρθηκε εθελοντικά κατά τη διάρκεια του πολέμου ως νοσοκόμα για τραυματίες στρατιώτες. Ήταν μέλος της Εθνικής Ένωσης Γυναικών του Ερυθρού Σταυρού και εργαζόταν σε ένα ιδιωτικό στρατιωτικό νοσοκομείο γνωστό ως «Kyffhäuser Hotel». Η αδερφή του, Λένι, εργάστηκε επίσης εθελοντικά ως νοσοκόμα και βοηθός ακτινογράφου στην κλινική Friedrichsheim στην περιοχή Niederrad της Φρανκφούρτης. Η Άλις και η κόρη της, τιμήθηκαν με το Μετάλλιο Εθελοντικής Νοσηλευτικής. Ο Όττο προήχθη σε υπολοχαγό και παρασημοφορήθηκε, όπως και ο αδερφός του, Ρόμπερτ, με τον Σιδηρούν Σταυρό.
Η συνθηκολόγηση της Γερμανίας και το τέλος της αυτοκρατορίας είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή της οικογένειας των Φρανκ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ένα σημαντικό ποσό της περιουσίας της οικογένειας είχε χρησιμοποιηθεί για την αγορά πολεμικών ομολόγων. Με την ήττα της Γερμανίας, η οικογένεια έχασε σημαντικό μέρος του κεφαλαίου της. Για να βοηθήσουν στην προσπάθεια να ορθοποδήσει η οικογενειακή τράπεζα «Michael Frank & Sons», ο Όττο και ο μικρότερος αδερφός του, ο Χέρμπερτ, τελικά θα αναλάβουν την διοίκησή της13.
Εν μέσω υπερπληθωρισμού (1921-1923) η οικογένεια Φρανκ μεγαλώνει. Το 1921, η Λένη παντρεύτηκε τον Erich Elias, έναν Εβραίο από το Zweibrücken, ο οποίος είχε επίσης πολεμήσει στον Α’ ΠΠ και είχε επίσης παρασημοφορηθεί με τον Σιδηρούν Σταυρό. Ο Elias είχε δουλέψει ως χρηματιστής και από τις αρχές του 1921 έγινε συνέταιρος στη τράπεζα του Michael Frank. Μετά τον γάμο του με την Λένη θα εργαστεί στην οικογενειακή τράπεζα. Ένα χρόνο μετά είναι η σειρά του Χέρμπερτ, να παντρευτεί την Αμερικανίδα Hortense Rah Schott, για να ακολουθήσει την ίδια χρονιά ο Ρόμπερτ, ο οποίος παντρεύτηκε τη Charlotte Witt. Μάλιστα ο πρωτότοκος ήταν το πρώτο μέλος της οικογένειάς Φρανκ που παντρεύτηκε χριστιανή.

Μετά την τιθάσευση του υπερπληθωρισμού θα ακολουθήσει μια σύντομη χρονική περίοδος (1924-1929) εντός της δεκαετίας του ’20 που θα ονομαστεί «Ευτυχισμένη δεκαετία του είκοσι» (Glückliche Zwanziger Jahre). Στα πλαίσια του Σχεδίου Dawes (1924), οι ΗΠΑ θα δάνειζε την Γερμανία, η οποία θα πλήρωνε τις πολεμικές αποζημιώσεις στους Γάλλους και τους Άγγλους, οι οποίοι με την σειρά τους θα πλήρωναν το χρέος τους προς τις ΗΠΑ. Μετά την επίτευξη της συμφωνίας αυτής, η γερμανική οικονομία ανέκαμψε βραχυπρόθεσμα, το νέο ράιχσμαρκ, ήταν σταθερό, και τα πρώτα 4 έτη, η πληρωμή των δόσεων ήταν εμπρόθεσμη λόγω της πληθώρας αμερικανικών κεφαλαίων που έρεαν στη Γερμανία. Αυτή την περίοδο θα γίνει ο γάμος των γονιών της Άννας, θα ακολουθήσει η γέννηση της αδερφής της και της ίδιας.
Ο Όττο Φρανκ παντρεύτηκε στις 8 Μαΐου 1925, με πολιτικό γάμο και τέσσερις μέρες αργότερα στα 36α γενέθλια του με εβραϊκό γάμο στην συναγωγή, την εικοσιπεντάχρονη Edith Holländer, κόρη του Abraham Holländer (1860 – 1928), εργοστασιάρχη μετάλλων από το Άαχεν, και της συζύγου του Rosa, του γένους Stern (1866 – 1942). Η απόφαση του Ότο να παντρευτεί βασίστηκε εν μέρει σε οικονομικούς λόγους. Η γενναιόδωρη προίκα που έφερε η Έντιθ στον γάμο εξασφάλισε το μέλλον της οικογένειας Φρανκ, καθώς η τράπεζα τα πήγαινε όλο και πιο άσχημα οικονομικά. Άρα η παραπάνω εκτίμηση της δεκαπεντάχρονης Άννας για την οικονομική κατάσταση της οικογένειας της μητέρας της: «Η οικογένεια της μητέρας δεν ήταν τόσο πλούσια…», δεν είναι ακριβής.
Δεν είναι γνωστά πολλά για την παιδική ηλικία και τη νεότητα της Έντιθ. Γεννήθηκε στο Άαχεν στις 16 Ιανουαρίου 1900. Όπως υποδηλώνει το επώνυμό της, που σημαίνει κυριολεκτικά «Ολλανδός» οι πρόγονοί της είχαν έρθει στη Γερμανία από το Άμστερνταμ, γύρω στο 1800. Ο Benjamin Holländer, ο παππούς της Έντιθ, που είχε ξεκινήσει να εμπορεύεται σκραπ σιδήρου, απέκτησε γρήγορα πλούτη και αργότερα έγινε ιδιοκτήτης εργοστασίων επεξεργασίας μετάλλων. Ο πατέρας της Έντιθ, ο Abraham, ένα από τα εννέα παιδιά, γεννήθηκε το 1860. Αυτός και η σύζυγός του, Rosa, είχαν τέσσερα παιδιά. Ο Julius γεννήθηκε το 1894, ο Walter τρία χρόνια αργότερα, η Bettina (γνωστή ως Betti) ένα χρόνο μετά και, τελευταία, η Edith. Το 1914, η Betti, πέθανε σε ηλικία δεκαέξι ετών από επιπλοκές μετά από σκωληκοειδίτιδα. Για να τιμήσει τη μνήμη της, η Έντιθ επρόκειτο αργότερα να ονομάσει την πρωτότοκη κόρη της Margot Betti. Ο δε Julius έμεινε ανάπηρος στον Α’ΠΠ από έναν πυροβολισμό στο χέρι του.
Ο Αβραάμ είχε αναλάβει τη διεύθυνση της οικογενειακής επιχείρησης και αποδείχθηκε επιτυχημένος επιχειρηματίας και εξέχον μέλος της εβραϊκής κοινότητας στο Άαχεν. Η οικογένεια Holländer σε σύγκριση με τους Φρανκ, ήταν θρησκευόμενοι.

Η Έντιθ φοίτησε στο Evangelische Viktoriaschule, ένα προτεσταντικό γυμνάσιο θηλέων που δεχόταν επίσης μαθητές διαφορετικών θρησκειών. Χαρακτηρίζεται ως ένα ντροπαλό κορίτσι αλλά ταυτόχρονα λέγεται ότι είχε πολλούς φίλους και γνωστούς. Φωτογραφίες από εκείνη την περίοδο δείχνουν μια ζωή γεμάτη πάρτι και δείπνα, τένις με φίλους και διακοπές δίπλα στη θάλασσα. Την ίδια εντύπωση είχε, όπως είδαμε στο Ημερολόγιο και η κόρη της η Άννα. Το 1916, η Έντιθ μετά την ολοκλήρωση των απολυτήριων εξετάσεων άρχισε να βοηθά τον πατέρα της στο γραφείο.

Κάτω αριστερά: Το σπίτι της Alice Frank στην Mertonstrasse 4 (σήμερα Dantestrasse) στη Φρανκφούρτη του Μάιν. Photo collection: Anne Frank Fonds, Basel, https://www.annefrank.ch/en/family/the-frank-family
Δεξιά: Όττο, Έντιθ και Μαργκότ, 1928. Photo collection: Anne Frank Stichting, Amsterdam, https://www.annefrank.org/en/anne-frank/main-characters/margot-frank/
Μετά το μήνα του μέλιτος στο San Remo της Ιταλίας, οι νεόνυμφοι μετακόμισαν στο σπίτι της μητέρας του Όττο, Άλις, στη Mertonstrasse 4, όπου διέμεναν και η Λένη με τον Έριχ, με τους γιους τους Stephan (1921 – 1980) και Bernhard, γνωστό ως Buddy (1925 – 2015)14. Στις 16 Φεβρουαρίου 1926, γεννήθηκε η Margot Betti που έμεινε περισσότερο γνωστή ως «η μεγάλη αδερφή της Άννας». Σύμφωνα με την Κάθι, την οικονόμο τους, η Μαργκότ ήταν «μια μικρή πριγκίπισσα: πάντα προσεγμένη και προσεκτική»15. Το 1927, ο Όττο με την οικογένειά του θα μετακομίσουν σε ένα ευρύχωρο ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στο Marbachweg 307.

Στις 12 Ιουνίου 1929, γεννήθηκε το δεύτερο, πολυπόθητο παιδί του ζευγαριού: η Annalies Marie, η οποία, ως Άννα, η «Frauenzimmerchen» (μικρή γυναίκα), όπως την φώναζε χαϊδευτικά η γιαγιά της Άλις, επρόκειτο να κάνει το όνομα Φρανκ παγκοσμίως γνωστό με το Ημερολόγιό της.
Συνεχίζεται
Σημειώσεις
- ΠΑΙΔΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ. https://encyclopedia.ushmm.org/content/el/article/childrens-diaries-during-the-holocaust
- Zapruder A., 2015, σ. 426
- Reeves J., 2021, σ. 32
- Πάλι εκεί, σ. 33
- Πάλι εκεί σσ. 9 – 10
- Pressler M., 2019, σ. 457
- Anne Frank: The Collected Works, 2019, σ. 30
- Pressler M., 2019, σ. 458
- Anne Frank: The Collected Works, 2019, σσ. 615-616
- https://artsandculture.google.com/exhibit/the-history-of-the-family-of-anne-frank-from-frankfurt-am-main/CAICnOLtC0lDLg
- Πάλι εκεί
- https://artsandculture.google.com/exhibit/the-history-of-the-family-of-anne-frank-from-frankfurt-am-main/CAICnOLtC0lDLg
- Pressler M., 2019. The history of Anne Frank’s family, σ. 460
- Πάλι εκεί, σ. 461
- https://www.annefrank.org/en/anne-frank/main-characters/margot-frank/
Βιβλιογραφία
Aalders G., 2004. Nazi Looting. The Plunder of Dutch Jewry During the Second World War. Publisher: Berg
Άννα Φρανκ, 1990. ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ. Αθήνα: Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ.Ι.
Anne Frank, 1995. THE DIARY OF A YOUNG GIRL: THE DEFINITIVE EDITION. Edited by Otto H. Frank and Mirjam Pressler. Publisher: Doubleday, U.S.A.
Anne Frank House (ed.), 2016. Anne Frank in the Secret Annex. Who Was Who? The Anne Frank House
Anne Frank, 2019. The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM
Berend T. I., 2009. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ. Αθήνα: Εκδόσεις GUTENBERG
Berstein S. & Milza P., 1997. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 3. ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΚΑΙ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ Της ΕΥΡΩΠΗΣ 1919 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ. Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Black E., 2012. The Transfer Agreement: The Dramatic Story of the Pact Between the Third Reich and Jewish Palestine. Washington D.C. Publisher: Dialog Press
Dawidowicz S. L., 2010. The War Against the Jews 1933–1945. NY. Distributed by Open Road Integrated Media
Evans R., 2005. The coming of the Third Reich. London. Publisher: Penguin Books
Evans R., 2014. Γ΄ Ράιχ στην εξουσία. Αθήνα: Αλεξάνδρεια
Friedlӓnder, S., 2013. Η Ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι. Αθήνα: Πόλις
Hirschfeld G., 2019. The contemporary historical context. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 465 – 475)
Kershaw I., 2016. ΧΙΤΛΕΡ. Αθήνα: Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Lee C. A., 2009. The Hidden Life of Otto Frank. Publisher: Penguin Books Ltd
Lee C. A., 2021. Roses from the Earth: Biography of Anne Frank. Publisher: Gardners Books
Moore, B., 1986. Refugees from Nazi Germany in the Netherlands, 1933–1940. Martinus Nijhoff Publishers
Müller M., 2013. Anne Frank: The Biography. Publisher: Bloomsbury Publishing PLC
Pressler M., 2019. Anne Frank’s life. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 445 – 454)
Pressler M., 2019. The history of Anne Frank’s family. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 455 – 464)
Prose F., 2019. The Publication History of Anne Frank’s Diary. Στο: Anne Frank: The Collected Works. First Edition. Publisher: BLOOMSBURY CONTINUUM. (σσ. 477 – 493)
Rees L., 2018. ХОЛОКОСТЪТ. Нова история. Поредица Хроника. София: Изд. „Прозорец“
Reeves J., 2021. РОТШИЛД. Финансовите господари на света. София: Изд. „ВЕСИ“
Sullivan R., 2022. The Betrayal of Anne Frank: A Cold Case Investigation. First Edition. Publisher: HarperCollins e-books
Zapruder A., 2015. Salvaged Pages. Young Writers’ Diaries of the Holocaust. SECOND EDITION. New Haven. Yale University Press.

Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .