Όποιος ελέγχει το παρόν, ελέγχει το παρελθόν.
Όποιος ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον.
Τζωρτζ Όργουελ, «1984»
Ολοκαύτωμα – Σοά – Γενοκτονία
Οι ναζί αναφερόμενοι στα σχέδια για την ολοκληρωτική εξολόθρευση με κάθε μέσο του εβραϊκού πληθυσμού της Ευρώπης, χρησιμοποίησαν τον ευφημισμό «Τελική Λύση του Εβραϊκού Ζητήματος» („Die Endlösung der Judenfrage“). Αργότερα στην ιστοριογραφία η υλοποίηση της «Τελικής Λύσης» θα αποδοθεί με τους όρους «Ολοκαύτωμα», «Σοά», «Γενοκτονία». Τους δύο πρώτους θα τους επιβάλει η έβδομη τέχνη και τον τρίτο το Διεθνές Δίκαιο.
Ο όρος Ολοκαύτωμα (Holocaust), αν και παραπέμπει πρωτίστως, όπως αναφέρει ο Χάγκεν Φλάισερ, στο βιβλίο του «Οι Πόλεμοι της μνήμης», στη ναζιστική «Τελική Λύση» εις βάρος των Εβραίων, είναι πολύ παλαιότερος. «Ξεκίνησε από την ελληνική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης για τον εβραϊκό όρο «olah», σημαίνοντας την ολοκληρωτική προσφορά (καύση) του ζώου-θύματος στο θυσιαστήριο για τον θεό (χωρίς παρακράτηση μεριδίου για τους ιερείς και τους πιστούς). Ιδίως από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, πληθαίνει η χρήση με την ευρύτερη κοσμική-πολιτική έννοια της μαζικής σφαγής. Ήδη πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο χρησιμοποιήθηκε – π.χ. από την Encyclopedia Britannica (1910/1911) – σχετικά με τους Αρμενίους, αναφερόμενη στις “προδρομικές” σφαγές του 1896-1898 και 1909.[…] Η προϊούσα γενοκτονία των Εβραίων ονομάστηκε δημοσίως, πιθανώς για πρώτη φορά, Ολοκαύτωμα στα τέλη του 1942 από αγγλική εφημερίδα. Μεταπολεμικά, το πρώτο σημαντικό κείμενο που επαναφέρει τον όρο είναι η δήλωση ανεξαρτησίας του Ισραήλ, στις 14 Μαΐου 1948, που τονίζει ότι “Το ναζιστικό ολοκαύτωμα […] απέδειξε εκ νέου την επιτακτικότητα της αναγέννησης του εβραϊκού κράτους”»1.
Θα περάσουν όμως τρεις δεκαετίες ώσπου να επιβληθεί ο όρος «Ολοκαύτωμα» (Holocaust) – με κεφαλαίο πλέον το πρώτο γράμμα, όχι από την Πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά από την απήχηση που είχε η ομώνυμη τηλεοπτική σειρά. Σε τέσσερις συνεχείς βραδιές, από τις 16 μέχρι τις 19 Απριλίου 1978 και συνολικά για εννιάμισι ώρες, ο αμερικανικός τηλεοπτικός σταθμός NBC πρωτοπαρουσίασε την μίνι-σειρά «Holocaust» που δραματοποίησε τις μαζικές δολοφονίες που διέπραξαν οι Ναζί σε βάρος των Εβραίων. Η υπόθεση του επικεντρώνεται στην εβραϊκή οικογένεια Weiss και στην «άρια» οικογένεια Dorf. Ο Josef Weiss, ένας επιτυχημένος γιατρός στο Βερολίνο, η σύζυγός του και τα παιδιά τους θα βρεθούν από τη συνηθισμένη ζωή τους, στους θαλάμους αερίων. Η Meryl Streep υποδύεται την Inga, που είναι παντρεμένη με έναν από τους γιους του Weiss. Σε μία παράλληλη ιστορία, η σειρά παρακολουθεί τον Erik Dorf, έναν άνεργο δικηγόρο, που αρχικά δεν είναι πολιτικοποιημένος, αλλά τελικά βρίσκει δουλειά στους SS του Χίτλερ και γίνεται μέρος της ναζιστικής μηχανής θανάτου. Για πρώτη φορά εικονοποιούνταν σκηνές από τη ναζιστική «Τελική Λύση»: το ξερίζωμα, τα κάτεργα, τα βασανιστήρια, οι μαζικές σφαγές, και οι θάλαμοι αερίων. Επίσης, για πρώτη φορά παρουσιάζονταν στην οθόνη οι αρχιτέκτονες της γενοκτονίας εν δράσει – στα γραφεία τους ή στα στρατόπεδα και ως καθ’ όλα σωστοί οικογενειάρχες.
Διίσταντο οι γνώμες για την ποιότητα και «ιστορικότητα» της παραγωγής, για τα συν και τα πλην της τηλεοπτικής σειράς2.

Ο συγγραφέας Elie Wiesel, επιζών των στρατοπέδων Άουσβιτς και Μπούχενβαλντ κατέκρινε το ιστορικό μελόδραμα ως «ψευδές, αισχρό και ευτελές». Ο ιστορικός Martin Broszat, διευθυντής τότε του Ινστιτούτου Σύγχρονης Ιστορίας στο Μόναχο, έκανε λόγο για ένα «έγχρωμο σπαραξικάρδιο και φλύαρο έργο», ενώ ο συνάδελφός του Hans Mommsen, αναφέρθηκε στις ελλείψεις και αδυναμίες της μεταφοράς της επιστήμης στη δημόσια σφαίρα. Ωστόσο ο αντίκτυπος που άφησε η προβολή της σειράς στο ευρύ κοινό ήταν ισχυρός. Μαζί με την εκ νέου προβολή του «TV-Holocaust» το 1979, το παρακολούθησαν 220 εκατομμύρια θεατές στην Αμερική και την Ευρώπη. Ανάμεσα τους, και 15 εκατομμύρια Δυτικογερμανοί, που έμελλε να τους επηρεάσει περισσότερο απ’ ότι είχαν καταφέρει η συμμαχική «αναμόρφωση», οι επιστημονικές μελέτες και τα διάφορα σχετικά ντοκιμαντέρ3.
Ο καθηγητής Ιστορίας Frank Bösch στο βιβλίο του «Zeitenwende 1979» στο οποίο περιγράφει τα γεγονότα του 1979 που άλλαξαν τον κόσμο, αναφέρεται στην Ιρανική Επανάσταση, στην εκλογή της Margaret Thatcher και στη σειρά Holocaust.4

Στην εβραϊκή, αλλά και γαλλική βιβλιογραφία έχει καθιερωθεί ο αμετάφραστος όρος «Σοά» (στα εβραϊκά «Shoah» – συχνά χρησιμοποιείται και μαζί με το άρθρο Ηa, δηλ. HaShoah) που σημαίνει ολοσχερής καταστροφή, αφανισμός. Και αυτός ο όρος έγινε παγκοσμίως γνωστός, καθιερώθηκε μέσα από την έβδομη τέχνη. Έτσι ονόμασε ο Γάλλος ιστορικός – δημοσιογράφος – σκηνοθέτης Claude Lanzmann, (1925-2018) την ταινία του που έκανε πρεμιέρα στις αίθουσες των κινηματογράφων τον Απρίλιο του 1985. Το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ «Shoah» διάρκειας 9 1/2 ωρών παρουσιάζει τις δηλώσεις/μαρτυρίες ανθρώπων που βίωσαν άμεσα ως θύματα, δράστες και παρατηρητές την εθνικοσοσιαλιστική εξόντωση των Ευρωπαίων Εβραίων και την επιβεβαίωσαν, συχνά για πρώτη φορά, ύστερα από 30 χρόνια και πλέον. Ο ίδιος αρνιόταν πεισματικά να κατατάξει το έργο του στην κατηγορία του «ντοκιμαντέρ». Η αλήθεια είναι ότι δεν έχει άδικο μιας και στην ταινία δεν υπάρχει ούτε ένα καρέ οπτικού υλικού από τις φρικαλεότητες των στρατοπέδων, ούτε κανενός είδους αρχειακής μαρτυρίας, ηχητικού ή οποιουδήποτε είδους ντοκουμέντου. Οι λήψεις δείχνουν τους τόπους της δολοφονίας όπως ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Η διαφωτιστική επίδραση της ταινίας βασίζεται στο μοντάζ των δηλώσεων των μαρτύρων και των ιστορικών τόπων στους οποίους αναφέρονται οι αναμνήσεις.

Το 1944 ο Πολωνοεβραίος νομικός του διεθνούς δικαίου Raphael Lemkin (1900-1959), στο βιβλίο του «Η εξουσία του Άξονα στην κατεχόμενη Ευρώπη» προσπάθησε να αποδώσει εννοιολογικά την ιστορική μοναδικότητα της ναζιστικής πολιτικής των συστηματικών δολοφονιών, συμπεριλαμβανομένου και του αφανισμού των Εβραίων της Ευρώπης. Σχημάτισε τη λέξη «genocide» συνδυάζοντας τα συνθετικά geno-, από την ελληνική λέξη «γένος», και -cide, από τη λατινική λέξη για τη δολοφονία. Σύμφωνα με τον Lemkin: «Σε γενικές γραμμές, η γενοκτονία δεν σημαίνει απαραίτητα την άμεση καταστροφή ενός έθνους, εκτός εάν επιτυγχάνεται με μαζικές δολοφονίες όλων των μελών ενός έθνους. Σημαίνει κυρίως ένα συντονισμένο σχέδιο δράσεων που αποσκοπούν στην καταστροφή των βασικών θεμελίων της ζωής των εθνικών ομάδων, με σκοπό την εκμηδένισή τους. Οι στόχοι ενός τέτοιου σχεδίου είναι η διάλυση των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών, του πολιτισμού, της γλώσσας, των εθνικών συναισθημάτων, της θρησκείας, και της οικονομικής ύπαρξης των εθνικών ομάδων, καθώς και της καταστροφής της προσωπικής ασφάλειας, της ελευθερίας, της υγείας, της αξιοπρέπειας, και τελικά της ζωής των ατόμων που ανήκουν σε αυτές τις ομάδες. Η γενοκτονία στρέφεται κατά της εθνικής ομάδας ως οντότητας και οι εμπλεκόμενες δράσεις στρέφονται εναντίον ατόμων, όχι με την ατομική τους ιδιότητα, αλλά ως μέλη της εθνικής ομάδας.»5
O Λέμκιν όρισε λοιπόν ως γενοκτονία την καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνικής ομάδας, όχι μόνο όταν επιτυγχάνεται με μαζικούς φόνους όλων των μελών ενός έθνους αλλά και όταν περιορίζεται στην καταστροφή των ουσιωδών θεμελίων της ζωής των εθνικών ομάδων (πολιτικές, πολιτισμικές, οικονομικές κ.λπ. δομές), με σκοπό την εξάλειψή τους ως διακριτών οντοτήτων. Ξεκαθάρισε, μάλιστα, πως το περιγραφόμενο έγκλημα διαφέρει ριζικά από τις νομικά θεσπισμένες προσβολές των ατομικών δικαιωμάτων, επειδή ως θύμα του εκλαμβάνονται όχι άτομα αλλά συλλογικότητες. Η γενοκτονία στρέφεται κατά της εθνικής ομάδας ως οντότητας κι οι ενέργειες που περιλαμβάνει στρέφονται εναντίον ατόμων, όχι με την ατομική τους ιδιότητα, αλλά ως μελών της εθνικής ομάδας.
Όταν το επόμενο έτος συγκλήθηκε το Διεθνές Στρατοδικείο στη Νυρεμβέργη της Γερμανίας, ο Λέμκιν ήταν μέλος της αμερικανικής ομάδας νομικών και η λέξη «γενοκτονία» περιλαμβανόταν στο κατηγορητήριο, αλλά ως περιγραφικός και όχι νομικός όρος. Το Στρατοδικείο απήγγειλε κατηγορίες ενάντια σε ανώτατα στελέχη των Ναζί για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας»6. Τελικά ο Λέμκιν είδε τις προσπάθειές του να ανταμείβονται, όταν στις 9 Δεκεμβρίου 1948, τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν τη Σύμβαση για την Πρόληψη και την Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας. Αυτή η σύμβαση ορίζει τη «γενοκτονία» ως διεθνές έγκλημα, για την πρόληψη και την τιμωρία του οποίου δεσμεύονται τα συμβαλλόμενα κράτη. Η γενοκτονία ορίζεται στο άρθρο ΙΙ ως εξής: «Άρθρον ΙΙ.- Εις την παρούσαν Σύμβασιν ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτης: α) Φόνος των μελών της ομάδος. β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος. γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής. δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεως εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος. ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα.»7
Στην Ιστοριογραφία συναντώνται και οι τρεις παραπάνω όροι: «Ολοκαύτωμα» – «Σοά» – «Γενοκτονία», πολλές φορές ως συνώνυμοι, αν και όχι χωρίς ενστάσεις.
Σύμφωνα με τη «Διεθνή Συμμαχία για τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος»8 (International Holocaust Remembrance Alliance – IHRA): «το Ολοκαύτωμα αφορά συγκεκριμένη μόνο περίπτωση γενοκτονίας και αφορά στην εξόντωση των Εβραίων. Διεπράχθησαν όμως και άλλες γενοκτονίες από τους ναζί στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως οι γενοκτονίες των Πολωνών και των Ρομά. Όλες αφορούσαν σε εξόντωσή τους και όλες συνοδεύονταν από μαζικές δολοφονίες. Παρ’ όλ’ αυτά η γενοκτονία των Εβραίων δεν είχε προηγούμενο στην ιστορία του ανθρώπου καθώς οι ναζί σχεδίαζαν να δολοφονήσουν και τον τελευταίο εβραίο άνδρα, γυναίκα και παιδί. Το στοιχείο αυτό διαφοροποιεί το Ολοκαύτωμα από κάθε απόπειρα ορισμού της γενοκτονίας. Η γενοκτονία ορίζεται ως πρόθεση να καταστρέψει (κάποιος) μια ομάδα, όχι κατ ‘ανάγκην να δολοφονήσει κάθε μέλος αυτής της ομάδας. Έτσι, ενώ το Ολοκαύτωμα συνιστά ακραίο παράδειγμα γενοκτονίας, δεν θα πρέπει να θεωρείται ως βάση για την προσέγγιση ορισμού της γενοκτονίας. Με δύο λόγια δεν είναι ανάγκη μεταγενέστερα εγκλήματα να έχουν φθάσει σε αυτό το ακραίο σημείο βαρβαρότητας προκειμένου να αναγνωρισθούν βάσει του διεθνούς δικαίου ως γενοκτονία και συνεπώς να τιμωρηθούν αναλόγως γι’ αυτό»9.
Για τον IHRA οι όροι «Ολοκαύτωμα» και «Σοά» θεωρούνται συνώνυμοι μιας και στην Διακήρυξη του Διεθνούς Φόρουμ της Στοκχόλμης στο άρθρο 1 αναφέρονται ως τέτοιοι: «1. Το Ολοκαύτωμα (Shoah) αποτέλεσε ένα θεμελιώδες πλήγμα κατά του πολιτισμού…»10.
Σύμφωνα με τον ιστότοπο «Εγκυκλοπαίδεια Ολοκαυτώματος» του Μουσείου Μνημείου Ολοκαυτώματος Ηνωμένων Πολιτειών: «Το Ολοκαύτωμα ήταν η συστηματική, προγραμματική, και κρατική πολιτική πρακτική διώξεων και εξόντωσης περίπου έξι εκατομμυρίων Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς και τους συνεργάτες του…. Κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, οι γερμανικές αρχές στράφηκαν εναντίον και άλλων «φυλετικά/βιολογικά κατώτερων» πληθυσμιακών ομάδων: Ρομά (Τσιγγάνοι), ατόμων με αναπηρίες και ορισμένων σλαβικών λαών (Πολωνοί, Ρώσοι και άλλοι). Άλλες ομάδες υπέστησαν διώξεις λόγω των πολιτικών φρονημάτων, της ιδεολογίας, και των σεξουαλικών προτιμήσεών τους, όπως κομμουνιστές, σοσιαλιστές, μάρτυρες του Ιεχωβά και ομοφυλόφιλοι.»11 Για τους Ρομά (Τσιγγάνους) υπάρχει ξεχωριστώ άρθρο που φέρει τον τίτλο «Γενοκτονία των Ευρωπαίων Ρομά (Τσιγγάνων), 1939–1945»12.
Σύμφωνα λοιπόν με την Εγκυκλοπαίδεια Ολοκαυτώματος του US Holocaust Memorial Museum, η εξόντωση των Εβραίων χαρακτηρίζεται ως Ολοκαύτωμα, ενώ των Ρομά ως γενοκτονία. Ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ, θα διαφωνήσει: «Μεγαλύτερο δικαίωμα για τον πολυ-διεκδικούμενο όρο Ολοκαυτώματος (αλλά προφανώς ασθενέστερο λόμπι) έχουν οι Αθίγγανοι, οι οποίοι επί Ναζισμού θρήνησαν εξαψήφιο αριθμό θυμάτων, αν και ασφαλώς όχι 500 000, όπως δηλώνει το Κεντρικό Συμβούλιο των Ρόμα και Σίντι.»13
Υπάρχουν και ιστορικοί όπως ο Walter Laqueur14, η Οντέτ Βαρών-Βασάρ15, που χαρακτηρίζουν τον όρο «Ολοκαύτωμα» ατυχή, επειδή αναφέρεται σε θυσία δια του πυρός, θυσία ως επιλογή για υψηλά ιδανικά. Αντίθετα, ο οργανωμένος αφανισμός των Εβραίων από τους ναζί δεν διαθέτει τέτοια χαρακτηριστικά, καθώς οι Εβραίοι της Ευρώπης δεν είχαν δυνατότητα επιλογής. Ο Φλάισερ εύστοχα θα παρατηρήσει ότι: «Στα ελληνικά ο όρος Ολοκαύτωμα προϋπήρχε, και όχι μόνο στα βιβλικά συμφραζόμενα, με τη σημασία είτε της ολοκληρωτικής (αυτο)θυσίας σε εθνικούς αγώνες (π.χ. Αρκάδι, Κούγκι) είτε του βάρβαρου αφανισμού μεγάλου αριθμού ανθρώπων ενός κοινωνικού ή γεωγραφικού συνόλου (π.χ. Ψαρά, 1824). Κατά συνέπεια, η χρήση του πληθυντικού Ολοκαυτώματα – αναφερόμενου, π.χ., στις κατοχικές σφαγές στα Καλάβρυτα και στο Δίστομο – θεωρείται εντελώς θεμιτή, όπως δείχνει και η ιστοσελίδα του «Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωρίων της Ελλάδος περιόδου 1940-1940»: www.greekholocaust.gr. Αντιθέτως, προβληματίζει ή και ενοχλεί τους Εβραίους. Έτσι, διαφαίνεται μια λανθάνουσα αντιπαράθεση των θυμάτων, αφού από τη «χριστιανική» πλευρά ακούγονται επικρίσεις για τις εβραϊκές προσπάθειες να «μονοπωλήσουν» τον όρο στον ενικό και με κεφαλαίο το αρχικό γράμμα»16. Και προτείνει: «Θα βοηθούσε να χρησιμοποιούμε για τη γενοκτονία των Εβραίων τον μονοσήμαντο όρο Σοά.[…] Σημασιολογικά, ο όρος αυτός είναι λιγότερο ακατάλληλος για την περιγραφή του απερίγραπτου. Γι’ αυτό και τον προτιμούν κυρίως νεότεροι επιστήμονες και δημοσιογράφοι, Εβραίοι και μη. Άλλωστε, θα μειωνόταν σοβαρά ο κίνδυνος πληθωριστικής χρήσης»17.
Στο μνημειώδες έργο του «Η Ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι» ο Saul Friedlӓnder, εξετάζοντας την περίοδο καλοκαίρι 1941-καλοκαίρι 1942, στο δεύτερο μέρος του δεύτερου τόμου, θα δώσει τον τίτλο «Μαζική δολοφονία», ενώ για την περίοδο καλοκαίρι 1942 – άνοιξη 1945, στο τρίτο μέρος του δεύτερου τόμου, θα επιλέξει τον τίτλο «Shoah» (Αφανισμός) αντί του «δυτικού» όρου «Holocaust» (Ολοκαύτωμα)18.
Στο παρόν αφιέρωμα χρησιμοποιούνται εναλλακτικά και οι τρεις όροι.
Ιντενσιοναλιστές εναντίον φονξιοναλιστών
Στην ιστοριογραφία υπάρχουν δύο πολωμένες ερμηνείες της «Τελικής λύσης». Μέχρι τη δεκαετία του 1970 το κυρίαρχο αφήγημα ανέφερε ότι η «Τελική λύση» πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ο κεντρικός στόχος του Χίτλερ από την αρχή κιόλας της πολιτικής του σταδιοδρομίας και ως το αποτέλεσμα μιας λίγο – πολύ σταθερής και απαρέγκλιτης πολιτικής (υποκείμενης μονάχα σε αποκλίσεις για λόγους «τακτικής»), σχεδιασμένης από τον δικτάτορα και εντέλει εφαρμοσμένης σύμφωνα με τις διαταγές του19. Αυτή τη χιτλεροκεντρική προσέγγιση του Τρίτου Ράιχ, που έδωσε τεράστια έμφαση στην «πρόθεση» (intention), στον καταλυτικό ρόλο του Φύρερ, ο Μαρξιστής ιστορικός Timothy Mason σε ένα άρθρο του20, το 1981, ονόμασε «ιντενσιοναλιστική» προσέγγιση. Εστιάζοντας σε αντισημιτικά κείμενα, οι ιντενσιοναλιστές επιχειρηματολογούν για ένα γραμμικό συνεχές ανάμεσα στα γραπτά του Χίτλερ της δεκαετίας του ’20 και της επιχειρούμενης εξολόθρευσης του ευρωπαϊκού εβραϊσμού είκοσι χρόνια αργότερα21. Ερευνητές αυτής της προσέγγισης είναι οι: Lucy Dawidowicz, Gerald Fleming, Klaus Hildebrand, Walter Hofer, Andreas Hillgruber, Hugh Trevor-Roper, Alan Bullock, Eberhard Jäckel, Karl Dietrich Bracher, Arno J. Mayer, John Toland, Sebastian Haffner, Joachim C. Fest, Rudolph Binion, John Lukacs, Saul Friedländer, Daniel Goldhagen, Richard Breitman, Helmut Krausnick κ.ά.

Το 1975 η Lucy Dawidowicz (1915 – 1990), στο βιβλίο της «Ο πόλεμος κατά των Εβραίων 1933 – 45», δηλώνει ότι η ιδέα του Χίτλερ περί «Τελικής Λύσης» ήταν ένα «μεγαλόπνοο σχέδιο», ένα «πρόγραμμα αφανισμού», που αναγόταν στην τραυματική του εμπειρία από την νοσηλεία του στο σανατόριο του Pasewalk, το Νοέμβριο του 191822. Ο Χίτλερ συνέλαβε το σχέδιο μαζικής δολοφονίας των Εβραίων – όχι να τους εξωθήσει να φύγουν, να τους αποδιώξει, να τους παρενοχλήσει, να τους εξορίσει, αλλά να τους δολοφονήσει, να τους εξολοθρεύσει – εκείνη την πυρετώδη στιγμή που έμαθε για την ήττα της Γερμανίας. Τότε ανέθεσε στον εαυτό του την αποστολή να εκδικηθεί για το «πισώπλατο μαχαίρωμα» των Εβραίων, που θεωρούσε ότι ευθύνονταν για ό,τι είχε συμβεί. Η Νταβίντοβιτς καταλήγει ως εξής: «Μέσα από το λαβύρινθο του χρόνου, η απόφαση του Χίτλερ τον Νοέμβριο του 1918 οδήγησε στην Επιχείρηση Μπαρπμαρόσα. Δεν υπήρξαν ποτέ ιδεολογικές παρεκκλίσεις και ενδοιασμοί. Στο τέλος, το μόνο που απέμενε ήταν να βρεθεί η κατάλληλη ευκαιρία»23. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, σύμφωνα με τη Νταβίντοβιτς, δεν ήταν ένας πόλεμος κατά της Πολωνίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Σοβιετικής Ένωσης, όσο ένας πόλεμος κατά των Εβραίων, που εξαπέλυσε ο Χίτλερ για να έχει τη δυνατότητα να εκτελέσει την απόφαση που είχε πάρει δύο δεκαετίες νωρίτερα24. Αλλά και ο John Toland (1912 – 2004), στη βιογραφία του Χίτλερ το 1977, τον παρουσιάζει από το 1919 κιόλας να τάσσεται υπέρ της φυσικής εξόντωσης των Εβραίων. Το ίδιο υποστήριξαν και άλλοι δύο βιογράφοι του Χίτλερ, ο Sebastian Haffner (1907 – 1999) και ο Joachim Fest (1926 – 2006)25. Το 1982 ο Gerald Fleming (1921 – 2006) στο έργο του «Ο Χίτλερ και η Τελική Λύση» επιδιώκει να τεκμηριώσει όσο το δυνατόν πληρέστερα την ατομική ευθύνη του Χίτλερ για την γενοκτονία των Εβραίων. Στην μελέτη του τέσσερεις φορές διατυπώνει τον ισχυρισμό ότι μια «ευθεία» συνέδεε τον προσωπικό αντισημιτισμό του Χίτλερ και την ανάπτυξη του αρχικού μίσους του για τους Εβραίους «όπως διαμορφώθηκε στο Λιντς την περίοδο 1904 – 7, μέχρι τις πρώτες μαζικές εκτελέσεις Γερμανοεβραίων στο Ένατο Οχυρό του Κόβνο στις 25 και 29 Νοεμβρίου 1941»26. Ο Daniel Goldhagen στο βιβλίο του «ΠΡΟΘΥΜΟΙ ΔΗΜΙΟΙ: ΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. Οι Καθημερινοί Γερμανοί και το Ολοκαύτωμα» αναφέρει ότι: «Η άποψη, ότι ο θάνατος, και μόνο αυτός, ήταν η μοναδική κατάλληλη τιμωρία για τους Εβραίους, διατυπώθηκε δημόσια από τον Χίτλερ στις αρχές της πολιτικής του καριέρας, στις 13 Αυγούστου του 1920 σε μία ομιλία αφιερωμένη εξ ολοκλήρου στον αντισημιτισμό με τίτλο “Γιατί είμαστε αντισημίτες;”. Στα μισά εκείνης της ομιλίας ο άσημος ακόμα τότε Χίτλερ αναφέρθηκε ξαφνικά στο ζήτημα της θανατικής ποινής και στους λόγους για τους οποίους αυτή θα έπρεπε να επιβληθεί στους Εβραίους. Διακήρυξε ότι τα υγιή στοιχεία ενός έθνους γνωρίζουν, πως είναι ανεπίτρεπτο να ανεχθούν “εγκληματίες, ενόχους για εγκλήματα κατά του έθνους, όπως π.χ. τα παράσιτα που ζουν σε βάρος της κοινωνίας” και ότι κάτω από ορισμένες συνθήκες πρέπει να τιμωρούνται μόνο με την ποινή του θανάτου, αφού η φυλάκιση δεν περιέχει το στοιχείο του αμετακλήτου. “Κανένα λουκέτο και καμία φυλακή δεν είναι απόλυτα ασφαλή. Στο τέλος τα λίγα εκατομμύρια θα καταφέρουν να τη διαρρήξουν. Μόνο ένα λουκέτο είναι απόλυτα απαραβίαστο: ο θάνατος”. Δεν επρόκειτο για σχήμα λόγου, αλλά απηχούσε μία ιδέα που ήδη είχε ωριμάσει και ριζώσει στο μυαλό του Χίτλερ. Στη συζήτηση που ακολούθησε μετά την ομιλία με μέλη του ακροατηρίου, ο Χίτλερ αποκάλυψε ότι είχε αφιερώσει πολλή σκέψη στο ζήτημα της επίλυσης του “Εβραϊκού Προβλήματος”. Και ήταν απόλυτος στη θέση του. “Έχουμε ωστόσο αποφασίσει ότι δε θα προχωρήσουμε με “εάν”, “ναι μεν” και “όμως”, αλλά όταν έρθει η στιγμή να εφαρμοσθεί μία λύση, αυτή θα είναι ολοκληρωτική και οριστική”. Κατά την ομιλία του εκείνη ο Χίτλερ εξήγησε με ειλικρίνεια και σαφήνεια – πράγμα που λόγοι σύνεσης τον ανάγκασαν να μην επαναλάβει δημόσια, όταν πλέον είχε αποκτήσει πανεθνική ακτινοβολία – τι εννοούσε με τη φράση “αυτή θα είναι ολοκληρωτική και οριστική”. Εννοούσε ότι η θανάτωση ολόκληρου του εβραϊκού έθνους – ή όπως ο ίδιος ο Χίτλερ είχε δηλώσει δημόσια λίγους μήνες νωρίτερα σε μία άλλη ομιλία του, “το να αρπάξεις το άνθος του Κακού [τους Εβραίους] και να το ξεριζώσεις” – θα ήταν η πλέον δίκαιη και αποτελεσματική τιμωρία, η μόνη οριστική “λύση”. Η απλή φυλάκιση θα ήταν πολύ επιεικής τιμωρία γι’ αυτούς τους μεγάλους εγκληματίες της παγκόσμιας ιστορίας και επιπλέον ήταν επικίνδυνη, αφού μια μέρα οι Εβραίοι μπορεί να έβγαιναν από τη φυλακή, και να ξανάρχιζαν το σατανικό τους έργο. Η σχιζοφρενική αντίληψη του Χίτλερ για τους Εβραίους, το αβυσσαλέο μίσος του γι’ αυτούς και η έμφυτη εγκληματική του προδιάθεση τον έκαναν ανίκανο να συμφιλιωθεί σταθερά με οποιαδήποτε άλλη “λύση του Εβραϊκού Προβλήματος”, εκτός από την ολοκληρωτική εξόντωση. Ο δρόμος για το Άουσβιτς ήταν χωρίς λοξοδρομήσεις… Δεν ήταν ένα δρόμος, που επιλέχτηκε αποκλειστικά και μόνο επειδή κάποιοι άλλοι είχαν αποδειχθεί αδιέξοδοι. Αντίθετα, θεώρησαν ότι ήταν ο πλέον ενδεδειγμένος, ασφαλής και ταχύς, από όλους τους πιθανούς δρόμους, αφού ήταν ο μόνος που θα οδηγούσε τους σατανικούς Εβραίους σε έναν προορισμό χωρίς επιστροφή.»27
Η εναλλακτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η φυσική εξόντωση των Εβραίων δεν είχε σχεδιαστεί εκ των προτέρων από τον Χίτλερ, αν και δεν αρνείται την προσωπική, πολιτική και ηθική ευθύνη του δικτάτορα. Διευρύνει όμως αυτή την υπαιτιότητα για να ενοχοποιήσει άμεσα, ως ενεργούς και πρόθυμους συναυτουργούς, μεγάλα τμήματα των γερμανικών μη ναζιστικών ελίτ από τον χώρο του στρατού, της βιομηχανίας και της γραφειοκρατίας, σε κοινή δράση με τη ναζιστική ηγεσία και τις κομματικές οργανώσεις.28 Αυτή η προσέγγιση που στρέφει το βλέμμα από τον ρόλο του δικτάτορα, στις «δομές» (structure) εξουσίας του Τρίτου Ράιχ και στις «λειτουργίες» των ανταγωνιζόμενων υπηρεσιών, ο Mason, στο άρθρο του το 1981, την ονόμασε «δομιστική» ή ενίοτε «λειτουργιστική» ή «φονξιοναλιστική» (από τα γαλλικά) προσέγγιση. Τα φονξιοναλιστικά επιχειρήματα απορρίπτουν την έμφαση των ιντενσιοναλιστών στη βούληση και στην προμελέτη και υποβαθμίζουν τη σημασία της ιδεολογίας. Ισχυρίζονται ότι το θέμα των αντι-εβραϊκών πολιτικών των Ναζί, που ξεκίνησαν στα 1933, εμφανίστηκε περισσότερο σπασμωδικά παρά γραμμικά και ότι, άρα, αυτό υποδεικνύει την απουσία οποιουδήποτε προμελετημένου και προ-διαπιστωμένου σχεδίου. Για αυτούς, το Ολοκαύτωμα μάλλον προέκυψε συμπτωματικά ως στόχος. Ήρθε ως αποτέλεσμα μιας σειράς γραφειοκρατικών πρωτοβουλιών και αποκρίσεων σε ποικίλα προβλήματα που δημιούργησε ο πόλεμος και οι γραφειοκρατίες ενός βασικά χαοτικού συστήματος29. Ιστορικοί αυτής της προσέγγισης είναι οι: Martin Broszat, Hans Mommsen, Götz Aly, Raul Hilberg, Christian Gerlach, Christopher Browning, Zygmunt Bauman, Karl Schleunes, Uwe Dietrich Adam, David Cesarani κ.ά.

Το 1977, ο ιστορικός Martin Broszat (1926 – 1989) σε ένα άρθρο του στο περιοδικό Vierteljahrshefte für Zeitgeschichte, υποστήριξε ότι δεν υπήρξε, κάποιο μακροπρόθεσμο πλάνο του Χίτλερ για τον φυσικό αφανισμό των Εβραίων της Ευρώπης, ούτε υπήρξε κάποια συγκεκριμένη διαταγή εκ μέρους του Χίτλερ. Σύμφωνα με τον Michael Marrus, το άρθρο του Μπρόζατ έγινε γνωστό ως η πρώτη εξήγηση της γένεσης του Ολοκαυτώματος από έναν διακεκριμένο ιστορικό, στο οποίο η πλήρης υπευθυνότητα για τη γενοκτονία δεν αποδόθηκε μόνο στον Χίτλερ. Συγκεκριμένα, αν και ο Μπρόζατ πάσχισε να δώσει έμφαση σε ό,τι ο ίδιος θεωρούσε ως δυσάρεστες πλευρές του χαρακτήρα του Χίτλερ, γράφοντας για την εντελώς ανεύθυνη, γεμάτη αυταπάτες, καταστροφική και απεχθώς μισάνθρωπη εγωκεντρικότητά του, καθώς και για τον σχιζοφρενικό φανατισμό του, κατά την άποψή του το Ολοκαύτωμα δεν μπορούσε να εξηγηθεί αποκλειστικά σε σχέση με τον Χίτλερ και τις ιδέες του30.
Ο Μπρόζατ διατύπωσε το επιχείρημα ότι ο ριζοσπαστικός αντισημιτισμός των Ναζί τους είχε οδηγήσει σε όλο και περισσότερο ακραίες προσπάθειες να απελάσουν τους Εβραίους της Ευρώπης και, μετά την αποτυχία διαδοχικών σχημάτων εκτοπισμού, οι κατώτεροι αξιωματούχοι είχαν αρχίσει την εξόντωση ανθρώπων με δική τους πρωτοβουλία. Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι το Ολοκαύτωμα άρχισε λίγο-λίγο, καθώς οι Γερμανοί αξιωματούχοι παρέπαιαν στο ζήτημα της γενοκτονίας. Αυτό συνέβη, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, γιατί ο Χίτλερ τους έδωσε τον σκοπό να εκδιώξουν τους Εβραίους και, πάνω απ’ όλα, να κάνουν την επικράτεια του Γ΄ Ράιχ «judenfrei», δηλαδή καθαρή από Εβραίους, χωρίς να τους δώσει κάποιες κατευθύνσεις σχετικά με το πώς αυτό μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Έτσι, οι Γερμανοί αξιωματούχοι άρχισαν ένα πρόγραμμα μαζικής εθνικής κάθαρσης και μαζικών εκτοπίσεων στην Πολωνία και αλλού, χωρίς σαφείς στόχους σε σχέση με την συνακόλουθη μοίρα των εκτοπισμένων. Μετά τον Ιούνιο του 1941 και την εγκατάλειψη του «Σχεδίου Μαδαγασκάρη», οι Γερμανοί αξιωματούχοι άρχισαν να ελπίζουν ότι η κατάκτηση τεράστιων εκτάσεων στη Σοβιετική Ένωση θα καθιστούσε δυνατή την εκδίωξη των Εβραίων της Γερμανίας, των συμμαχικών και κατεχόμενων χωρών. Όταν ήλθαν αντιμέτωποι, υποστήριξε ο Μπρόζατ, με το αδιέξοδο στο Ανατολικό Μέτωπο, την υπερφόρτωση του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού δικτύου με τις διαδοχικές εκτοπίσεις και το πρόβλημα των τριών εκατομμυρίων Εβραίων της Πολωνίας που οι Γερμανοί είχαν εξαναγκάσει να ζουν σε γκέτο μεταξύ 1939 και 1941, οι κατά τόπους Γερμανοί αξιωματούχοι στην Πολωνία άρχισαν το φθινόπωρο του 1941 αυτοσχέδια σχήματα εξόντωσης ως την απλούστερη λύση στο εβραϊκό ζήτημα. Σύμφωνα με την άποψη του Μπρόζατ, ο Χίτλερ ενέκρινε στη συνέχεια τα μέτρα που είχαν λάβει κατώτεροι αξιωματούχοι και επέτρεψε την εξάπλωση του Ολοκαυτώματος από την Ανατολική Ευρώπη σε όλη την Ευρώπη. Με αυτό τον τρόπο, ισχυρίστηκε ο ιστορικός, το Shoah δεν άρχισε ως απάντηση σε μια γραπτή ή άγραφη διαταγή του Χίτλερ, αλλά ήταν μάλλον μια διέξοδος από την τυφλή στενωπό στην οποία είχαν οδηγηθεί οι Ναζί. Το Ολοκαύτωμα δεν ήταν τελικά, όπως υποστήριξε ο Μπρόζατ, το αποτέλεσμα ενός κύριου σχεδίου επιστροφής του Χίτλερ στην εποχή που έγραφε το «Mein Kampf», αλλά ήταν μάλλον δουλειά εκατοντάδων χιλιάδων Γερμανών αξιωματούχων, πολλοί από τους οποίους δεν ήταν Ναζί και οι περισσότεροι ήταν αρκετά συνηθισμένοι άνθρωποι31.
Το 1983 τη σκυτάλη πήρε ο Hans Mommsen (1930 – 2015), ο οποίος υποστήριξε ότι το κλειδί για την ανάδυση της «Τελικής Λύσης» δεν εντοπίζεται στην εφαρμογή της βούλησης του Χίτλερ να εξοντωθούν οι Εβραίοι αλλά σε αυτοσχέδιες γραφειοκρατικές πρωτοβουλίες, η δυναμική των οποίων πυροδότησε μια διεργασία «συσσωρευμένης ριζοσπαστικοποίησης» στις κατακερματισμένες δομές λήψης αποφάσεων του Τρίτου Ράιχ32.
Σύμφωνα με τον Götz Aly (1947 – ) το Ολοκαύτωμα εντάσσεται σ’ ένα πλαίσιο γενικευμένης λεηλασίας της Ευρώπης, σχεδιασμένης και εξορθολογισμένης από διάφορα τμήματα του ναζιστικού καθεστώτος. Παρουσιάζει, σε σχέση με αυτό, τo παράδειγμα της Ελλάδας, όπου ο εκτοπισμός των Εβραίων, από τη Θεσσαλονίκη ως την Κρήτη, τη Ρόδο και την Κω, εκπλήρωνε κατά τη γνώμη του μιαν απαραίτητη οικονομική λειτουργία, που επέτρεπε να χρηματοδοτηθεί η κατοχή της χώρας από τη Βέρμαχτ μετά τη ιταλική κατάρρευση του 1943 (η πώληση των κατασχεμένων αγαθών χρησίμευε για να ικανοποιήσει τον τοπικό πληθυσμό και να θρέψει τους γερμανούς στρατιώτες). Με άλλα λόγια, η Βέρμαχτ συμμετείχε στο Ολοκαύτωμα επειδή αυτό της επέτρεπε να συνεχίσει τον πόλεμο, προμηθεύοντάς της ένα μέρος από τις υλικές βάσεις του βιοπορισμού της. Όσο για το γερμανικό άμαχο πληθυσμό, δεν ήταν απαραίτητο να προσχωρήσει στη ναζιστική ιδεολογία. Μπορούσε απλώς να υποστηρίζει ένα καθεστώς που είχε επιδοθεί στην κατάκτηση της Ευρώπης χωρίς να του ζητάει καμιά θυσία33.

Πολλοί ιστορικοί και από τα δύο στρατόπεδα υιοθετούν μετριοπαθείς θέσεις, ενώ ορισμένοι μελετητές όπως ο Yehuda Bauer, ο Arno J. Mayer, ο Peter Longerich, ο Ian Kershaw, ο Michael Burleigh, ο Michael Marrus, προχωρούν σε μία σύνθεση των δύο ερμηνειών της «Τελικής λύσης». Συμφωνούν στο γεγονός ότι ο Χίτλερ ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από το Ολοκαύτωμα, αλλά χωρίς να έχει μακροπρόθεσμο σχέδιο και με πολλές από τις πρωτοβουλίες που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα να προέρχονται από υφιστάμενους, που προσπαθούσαν έτσι να ικανοποιήσουν αυτό που θεωρούσαν ως επιθυμία του Χίτλερ.
Ο κορυφαίος Ισραηλινός ειδήμονας Yehuda Bauer (1926 – ), παραδέχεται ότι «Αναθεωρήσαμε μια πολύ σημαντική πτυχή του Ολοκαυτώματος που έχει αγνοηθεί σε μεγάλο βαθμό: η πολιτική “Τελικής Λύσης” δεν έρχεται σε πλήρη ρήξη με την πολιτική μετανάστευσης-απέλασης που προηγήθηκε. Και οι δύο πολιτικές βασίζονταν στην ίδια αρχή, που διακήρυξε ο Χίτλερ ήδη από το 1919: “να απομακρυνθούν εντελώς οι Εβραίοι από τη Γερμανία”. Στην προπολεμική Γερμανία, η μετανάστευση ήταν η πιο κατάλληλη πολιτική για της περιστάσεις. Όταν όμως αυτή δεν αποδείχτηκε αρκετά οριστική λύση, η εκτόπιση – κατά προτίμηση σε ένα “πρωτόγονο” μέρος, που να μην κατοικείται από καθαρούς βόρειους Αρίους, π.χ. στη Σοβιετική Ένωση ή στη Μαδαγασκάρη – θεωρήθηκε ως η καλύτερη λύση. Όταν η πολιτική των εκτοπίσεων αποδείχτηκε επίσης αδιέξοδη και, στα τέλη του 1940 με αρχές του 1941, διεφάνη η προοπτική ελέγχου της Ευρώπης και – μέσω της Ευρώπης – ολόκληρου του κόσμου, αποφασίστηκε η πολιτική της δολοφονίας, μια πολιτική απόλυτα σύμφωνη με την ναζιστική ιδεολογία. Όλες αυτές οι πολιτικές είχαν τον ίδιο στόχο: την αποπομπή των Εβραίων»34. Μια τέτοια θέση θα παρατηρήσει ο Ian Kershaw ισοδυναμεί με αναγνώριση των ευρημάτων της ενδελεχούς ιστορικής έρευνας γύρω από την πορεία της αντιεβραϊκής πολιτικής κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, όπου κατόπιν διεξοδικής ανάλυσης υποστηρίχθηκε ότι η «πορεία ως το Άουσβιτς» δεν ήταν η «ευθεία» που είχαν δει ο Fleming, o Goldhagen και άλλοι, αλλά «μια τεθλασμένη οδός»35.
Ανάμεσα στον πόλο του χρονικού σημείου 1918-1920, που εκπροσωπούν οι ιντενσιοναλιστές Dawidowicz – Toland – Goldhagen και στην ακραία φονξιοναλιστική θέση των Broszat – Mommsen που υποστηρίζει ότι ο Χίτλερ ποτέ δεν πήρε πραγματικά την απόφαση-κλειδί για την εξολόθρευση (απλώς συγκατένευσε παθητικά σε κάτι που εξελίχθηκε από τις ανάγκες των πιεστικών γραφειοκρατών, οι οποίοι είχαν στα χέρια τους πολλούς Εβραίους αιχμαλώτους και δεν ήξεραν τι να τους κάνουν), υπάρχει ένα φάσμα θεωριών σχετικών με την απόφαση της εξολόθρευσης, με σαφείς διαβαθμίσεις, από τις «μετριοπαθείς ιντενσιοναλιστικές» μέχρι τις «μετριοπαθείς φονξιοναλιστικές».
Υπάρχουν εκείνοι οι ιντενσιοναλιστές οι οποίοι πιστεύουν ότι ο Χίτλερ διακατεχόταν από την επιθυμία και τη φαντασίωση να εξολοθρεύσει τους Εβραίους, πριν από το 1939 και περίμενε να ξεσπάσει ο πόλεμος για να πραγματοποιήσει τη φαντασίωση του.
Κάποιοι επισημαίνουν ότι ακόμη και μετά τα γεγονότα του 1939, με τα οποία εκατομμύρια Εβραίοι τέθηκαν υπό τον έλεγχο του Χίτλερ, τα σχέδια συνεχίστηκαν χωρίς μέθοδο, να εκδιωχθούν οι Εβραίοι στη Μαδαγασκάρη ή να εκτοπιστούν στη νότια Πολωνία. Υποστηρίζουν ότι μόνο το 1941, όταν ο Χίτλερ συνέλαβε το σχέδιο της εισβολής στη Σοβιετική Ένωση και το πραγματοποίησε, τότε μόνο αποφάσισε τι θα έκανε με τους Εβραίους36. Ωστόσο, οι σύγχρονοι μελετητές διαφωνούν ως προς το πότε μέσα στο 1941 ελήφθη η απόφαση.
Ο ιντεσιοναλιστής Helmut Krausnick (1905 – 1990) υποστηρίζει ότι η απόφαση ελήφθη το Μάρτιο του 1941. Άλλοι μετριοπαθείς ιντενσιοναλιστές, με κύριο εκπρόσωπο τον Richard Breitman (1947 – ), τοποθετούν χρονικά την απόφαση το Μάιο του 1941, λίγο πριν από την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Άλλοι όπως οι Hilberg, Fleming τοποθετούν χρονικά την απόφαση λίγο αργότερα – στις πρώτες ημέρες ευφορίας κατά την εκστρατεία στη Σοβιετική Ένωση, στα τέλη Ιουνίου ή μέσα στον Ιούλιο του 1941. Ο Andreas Hillgruber (1925 – 1989) μιλά για μια προφορική διαταγή του Χίτλερ είτε στον Χίμλερ είτε στον Χάιντριχ, το πολύ μέχρι τον Μάιο του 1941, για τη συστηματική εξόντωση των Ρωσοεβραίων, και υπαινίσσεται ότι μέχρι τα τέλη του Ιουλίου 1941 είχε εκδοθεί μια διαταγή που συμπεριλάμβανε και όλους τους Ευρωπαίους Εβραίους, την ίδια στιγμή που ο Χάιντριχ έλαβε από τον Γκέρινγκ την εντολή να αναλάβει τις προετοιμασίες για «μια συνολική λύση του Εβραϊκού Ζητήματος» στη γερμανική σφαίρα επιρροής και να υποβάλει ένα γενικό σχέδιο μέτρων απαραίτητων για την επίτευξη της «Τελικής Λύσης του Εβραϊκού Ζητήματος»37.
Οι μετριοπαθείς φονξιοναλιστές τείνουν να τοποθετήσουν χρονικά την απόφαση δύο με τρεις μήνες αργότερα, όταν η αρχική ευφορία από την εκστρατεία στη Σοβιετική Ένωση είχε καταλαγιάσει, όταν ο Χίτλερ συνειδητοποιούσε, για πρώτη φορά, ότι η νίκη στο ανατολικό μέτωπο δεν θα ερχόταν τόσο γρήγορα και δεν θα ήταν τόσο πλήρης και σίγουρη όσο είχε φανεί αρχικά, ενώ οι διοικητές των υπό κατοχή περιοχών άρχιζαν τις πιέσεις για να βρεθεί ένας τρόπος ν’ απαλλαγούν από τους αιχμαλωτισμένους Εβραίους. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η απόφαση της γενοκτονίας ήταν η εκδίκηση του Χίτλερ ή το τίμημα της παρηγοριάς του για μια χαμένη νίκη. Αυτήν τη θέση υποστηρίζει ο Peter Witte και περιορίζει το χρονικό περιθώριο της απόφασης όχι σ’ ένα μήνα, αλλά σ’ ένα Σαββατοκύριακο, στο Σαββατοκύριακο 16-17 Σεπτεμβρίου του 1941, όταν ο Χίτλερ ενέκρινε τη διάθεση αμαξοστοιχιών και στρατευμάτων, προκειμένου να διώξει τους Εβραίους από τη Γερμανία και τη Γαλλία, στέλνοντας τους ανατολικά38. Ο Christian Gerlach (1963 – ) πάλι εντοπίζει μια «βασική απόφαση» του Χίτλερ, στις 12 Δεκεμβρίου 1941, μία ημέρα αφότου η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στις ΗΠΑ.
Πιο πρόσφατα η σχετική έρευνα μετατοπίστηκε από τον εντοπισμό μιας συγκεκριμένης στιγμής κατά την οποία αποφασίστηκε το Ολοκαύτωμα στον εντοπισμό διαφόρων στιγμών κατά τις οποίες εντάθηκε η ναζιστική αντιεβραϊκή πολιτική39. Για παράδειγμα ο Christopher Browning υποστηρίζει ότι υπήρξε μία διαταγή δύο φάσεων: η πρώτη δίνεται από τον Χίτλερ προς τον Γκέρινγκ τον Ιούλιο με σκοπό να εκπονηθεί ένα σχέδιο για την «Τελική Λύση» και η δεύτερη δίνεται στα τέλη του Οκτωβρίου ή του Νοεμβρίου 1941, όταν ο Φύρερ εγκρίνει το σχέδιο εξόντωσης που είχε απαιτήσει το προηγούμενο καλοκαίρι40. Ο Götz Aly, σε μελέτη του, το 1995, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε μία και μόνη συγκεκριμένη απόφαση να θανατωθούν οι Εβραίοι της Ευρώπης και όπως ο Hans Mommsen μιλούσε για το σύστημα «σωρευτικής ριζοσπαστικοποίησης», ο ίδιος έκανε λόγο για μια «μακρά και πολύπλοκη διαδικασία λήψης αποφάσεων», με αξιοσημείωτες κορυφώσεις τον Μάρτιο, τον Ιούλιο και τον Οκτώβριο του 1941, που όμως συνεχίστηκε μέχρι τον Μάιο του 1942 με την μορφή μιας σειράς «πειραμάτων»41. Και ο Peter Longerich (1955 – ), είναι της άποψης ότι το πρόγραμμα για την εξόντωση των Εβραίων της Ευρώπης ήταν η κατάληξη, μιας σειράς σταδίων κλιμάκωσης προσανατολισμένων προς τη γενοκτονία που σημειώθηκε μόλις κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού του 1942.
Τελικά όπως φανερώνουν όλες αυτές οι αποκλίνουσες ερμηνείες κορυφαίων ειδικών, τα στοιχεία για την ακριβή φύση μιας απόφασης εφαρμογής της «Τελικής Λύσης», για τη χρονική στιγμή κατά την οποία λήφθηκε, ακόμη και για την ύπαρξη καν μιας τέτοιας απόφασης, δεν είναι παρά έμμεσα.
Συνεχίζεται
Σημειώσεις
- FLEISCHER H., 2012, σ. 319 – 320
- Φλάισερ Χ. & Δρουμπούκη Α. Μ., 2016, σσ. 326- 345
- FLEISCHER H., 2012, σ. 320
- ΜΙΧΑΛΗΣ ΛΕΒΕΔΙΑΝΟΣ, Πώς μία τηλεοπτική σειρά άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε την ιστορία. Δημοσιεύτηκε στις 31.01.2019 στο: https://watchandchill.gr/pos-mia-tileoptiki-seira-allaxe-ton-tropo-poy-vlepoyme-tin-istoria/)
- Lemkin R., 1944. Axis Rule in Occupied Europe: Laws of Occupation – Analysis of Government – Proposals for Redress, Washington, D.C., Carnegie Endowment for International Peace, 1944, σ. 79
- Εγκυκλοπαίδεια Ολοκαυτώματος – US Holocaust Memorial Museum: Τι είναι η γενοκτονία; https://encyclopedia.ushmm.org/content/el/article/what-is-genocide
- Βλ. https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4cb2fb692
- Ο IHRA ξεκίνησε το 1998 ως Ειδική Ομάδα (Task Force) Διεθνούς Συνεργασίας για την Εκπαίδευση, τη Μνήμη και την Έρευνα του Ολοκαυτώματος από τον πρώην Πρωθυπουργό της Σουηδίας Göran Persson. Ο Persson αποφάσισε να ιδρύσει έναν διεθνή οργανισμό που θα προωθούσε την εκπαίδευση σχετικά με το Ολοκαύτωμα σε όλον τον κόσμο και ζήτησε από τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, και τον Βρετανό πρωθυπουργό, Τόνι Μπλερ, να συμμετάσχουν σε αυτή την προσπάθεια. Ο Persson ανέπτυξε, επίσης, την ιδέα ενός διεθνούς φόρουμ κυβερνήσεων, που ενδιαφέρονταν να συζητήσουν σχετικά με την εκπαιδευτική δράση για το Ολοκαύτωμα, το οποίο έλαβε χώρα στη Στοκχόλμη στις 27-29 Ιανουαρίου 2000. Στο φόρουμ συμμετείχαν εκπρόσωποι 46 κυβερνήσεων μεταξύ των οποίων 23 αρχηγοί κρατών και 14 αναπληρωτές πρωθυπουργοί ή υπουργοί. Η Διακήρυξη του Διεθνούς Φόρουμ της Στοκχόλμης για το Ολοκαύτωμα ήταν αποτέλεσμα των συζητήσεων του Φόρουμ και αποτελεί τη βάση της Διεθνούς Συμμαχίας για τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος. Ο IHRA έχει αυτή τη στιγμή 31 χώρες-μέλη, έντεκα χώρες-παρατηρητές και επτά μόνιμους διεθνείς εταίρους, μεταξύ των οποίων ο ΟΗΕ και η UNESCO. Τα μέλη δεσμεύονται στη Δήλωση της Στοκχόλμης και στην εφαρμογή εθνικών πολιτικών και προγραμμάτων για την υποστήριξη της εκπαίδευσης, της μνήμης και της έρευνας του Ολοκαυτώματος. Η κυβέρνηση κάθε χώρας-μέλους διορίζει και αποστέλλει αντιπροσωπεία στις συνεδριάσεις του IHRA, που αποτελείται τόσο από κυβερνητικούς αξιωματούχους όσο και από εθνικούς εμπειρογνώμονες, επιτυγχάνοντας μία παραγωγική σχέση μεταξύ των δύο επιπέδων. Κάθε χώρα-μέλος εκπροσωπείται από εθνική αντιπροσωπεία που ορίζει η κυβέρνηση κάθε χώρας, αλλά και εξειδικευμένες επιτροπές που έχουν συσταθεί για την αντιμετώπιση του αντισημιτισμού και της άρνησης του Ολοκαυτώματος, και τη γενοκτονία των Ρομά και τις συνθήκες διαβίωσής τους σήμερα, άλλες γενοκτονίες, και εν τέλει νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση του Ολοκαυτώματος. Μείζονος σημασίας θεωρείται και το πολυετές πρόγραμμα που ξεκίνησε σχετικά πρόσφατα και εστιάζει στην καταγραφή και μελέτη των τόπων μαρτυρίου, την πρόσβαση σε αρχεία, την εκπαιδευτική έρευνα και την Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος. Η κατ’ έτος εναλλασσόμενη Προεδρία της Διεθνούς Συμμαχίας ανατίθεται κατόπιν ψηφοφορίας στα κράτη που εκδηλώνουν επιθυμία να την αναλάβουν. Η Ελλάδα εντάχθηκε στον IHRA το έτος 2005. Την 1 Απριλίου 2021 η Ελλάδα ανέλαβε από την Γερμανία την Προεδρία της Συμμαχίας για το έτος 2021.
- Βλ. International Holocaust Remembrance Alliance IHRA’s Education Working Group (EWG) paper, “The Holocaust and other Genocides.” https://www.holocaustremembrance.com/el/resources/educational-materials/olokaytoma-kai-alles-genoktonies.
- Βλ. Διακήρυξη του Διεθνούς Φόρουμ της Στοκχόλμης για το Ολοκαύτωμα https://www.holocaustremembrance.com/el/about-us/stockholm-declaration
- Βλ. Εγκυκλοπαίδεια Ολοκαυτώματος – US Holocaust Memorial Museum: https://encyclopedia.ushmm.org/content/el/article/introduction-to-the-holocaust
- Εγκυκλοπαίδεια Ολοκαυτώματος – US Holocaust Memorial Museum: https://encyclopedia.ushmm.org/content/el/article/genocide-of-european-roma-gypsies-1939-1945)
- FLEISCHER H., 2012, σ. 322
- Laqueur Walter (Επιμ.), 2001. The Holocaust Encyclopedia, Yale University Press, σ. 13
- Βαρών-Βασάρ Ο., 2013. Η ανάδυση μιας δύσκολης μνήμης. Κείμενα για τη γενοκτονία των Εβραίων. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σσ. 158-160
- FLEISCHER H., 2012, σ. 335
- FLEISCHER H., 2012, σ. 336
- Friedlӓnder, S., 2013, σσ. 599 – 805 και 809 – 1080
- Kershaw I., 2012, σ. 391
- Το άρθρο του Timothy Mason, «Intention and Explanation: A Current Controversy about the Interpretation of National Socialism», περιλαμβάνεται στο συλλογικό τόμο: The “Fuhrer State,” myth and reality, Studies on the Structure and Politics of the Third Reich, σε επιμ. των Gerhard Hirschfeld, Lothar Kettenacker, Εκδόσεις: Klett-Cotta, 1981
- Postone M., 2006, σ. 19
- Dawidowicz L.S., 1975, σ. 193
- Dawidowicz L.S., 1975, σ. 207
- ROSENBAUM R., 2006, σ. 586
- Kershaw I., 2012, σ. 393
- Kershaw I., 2012, σ. 394
- GOLDHAGEN D. – J., 1998, σσ. 556 – 557
- Kershaw I., 2012, σ. 402
- Postone M., 2006, σ. 19
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%AC%CF%81%CF%84%CE%B9%CE%BD_%CE%9C%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%B6%CE%B1%CF%84#cite_ref-21
- Πάλι εκεί
- Kershaw I., 2012, σ. 159
- Götz Aly, 2009, σσ. 304 – 341
- Bauer Y., 1994, σσ. 252 – 253
- Kershaw I., 2012, σ. 399
- ROSENBAUM R., 2006, σ. 586
- Kershaw I., 2012, σ. 418
- ROSENBAUM R., 2006, σσ. 587 – 588
- Rees L., 2018, σ. 492
- Kershaw I., 2012, σ. 162
- Kershaw I., 2012, σ. 164
Βιβλιογραφία
Aly G. 2009. Το λαϊκό κράτος του Χίτλερ. Ληστεία, φυλετικός πόλεμος και εθνικοσοσιαλισμός. Αθήνα: Εκδόσεις «Κέδρος»
Bauer Y., 1994. Jews for Sale? Nazi-Jewish Negotiations, 1933-1945. Yale University Press New Haven and London.
Bullock A., 2020. Хитлер и Сталин. Успоредни животописи Т.1 София: Издател Милениум
Bullock A., 2020. Хитлер и Сталин. Успоредни животописи Т.2 София: Издател Милениум
CARR E.H., 2015. Τι είναι Ιστορία; Αθήνα: Eκδόσεις Πατάκη
Dawidowicz L.S., 1975 The War Against the Jews 1933–1945. NY: OPEN ROAD, INTEGRADIA MEDIA
Evans R., 2013. Η έλευση του Γ’ Ράιχ. Αθήνα: Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια»
Evans R., 2014. Γ΄ Ράιχ στην εξουσία. Αθήνα: Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια»
Evans R., 2014. Το Γ´ Ράιχ στον πόλεμο. Αθήνα: Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια»
Finkelstein N. G. & Birn R. B., 1998. A Nation on Trial. The Goldhagen Thesis and Historical Truth. New York: Metropolitan Books
Finkelstein N. G., 2001. Η βιομηχανία του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος. Σκέψεις σχετικά με την εκμετάλλευση της εβραϊκής οδύνης. Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου
FLEISCHER H., 2012. Οι Πόλεμοι της μνήμης. Ο Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΝΕΦΕΛΗ»
Φλάισερ Χ. & Δρουμπούκη Α. Μ., 2016. Κλειώ και κλισέ: Η Γερμανία αντιμέτωπη με το «τηλεοπτικό Ολοκαύτωμα» στο Συλλογικό έργο: Εβραϊκές κοινότητες ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, 15ος-20ός αιώνας: Οικονομία, κοινωνία, πολιτική, πολιτισμός. Άννα Μαχαιρά – Λήδα Παπαστεφανάκη (επιμέλεια) Πρακτικά διεθνούς επιστημονικού συνεδρίου (Ιωάννινα, 21-23 Μαΐου 2015). Αθήνα: Εκδόσεις «Ισνάφι»
FERRO M., 2008. ΟΙ ΕΠΤΑ ΗΓΕΤΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1918-1945). Αθήνα: Εκδόσεις « ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ»
Fritzsche P., 2013. Ζωή και θάνατος στο Τρίτο Ράιχ. Αθήνα: Εκδόσεις «Θύραθεν»
Friedlӓnder, S., 2013. Η Ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι. Αθήνα: Εκδόσεις «Πόλις»
GOLDENSOHN L., 2007. ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗ ΤΟ ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΠΟΥ ΑΙΜΑΤΟΚΥΛΗΣΑΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Αθήνα: Εκδόσεις «Κέδρος»
GOLDHAGEN D. – J., 1998. ΠΡΟΘΥΜΟΙ ΔΗΜΙΟΙ: ΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. ΟΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ».
IRVING D., 2003. Ο Πόλεμος του Χίτλερ. Τόμ. 1 και 2. Αθήνα: Εκδόσεις «ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ»
IRVING D., 2001. Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗΣ Η TΕΛΕΥTAIA ΜΑΧΗ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ»
ΚΑΒΟΥΛΑΚΟΣ Κ., 1998. ΔΗΜΟΣΙΑ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ «ΔΙΑΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ» ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ. Στο Μνήμων Τομ. 20, σσ. 109 – 132 https://doi.org/10.12681/mnimon.668
Kershaw I., 2012. Ο Χίτλερ, οι Γερμανοί και η «Τελική Λύση». Αθήνα: Εκδόσεις «Πατάκη» (e-book)
Kershaw I., 2016. Χίτλερ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ» (e-book)
LUKACS J., 1999. Ο ΧΙΤΛΕΡ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΕΝΑΛΙΟΣ»
ΛΟΥΛΟΣ Κ., 1992. «ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ «ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ». Στο Μνήμων Τομ. 14, σσ. 177-187, https://doi.org/10.12681/mnimon.184
MARABINI J., 2008. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ»
ΜΙLΖΑ P., 2004. ΟΙ ΜΕΛΑΝΟΧΙΤΩΝΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ. Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά από το 1945 μέχρι σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις «SCRIPTA»
Offenstadt N., Dufaud Gr., Mazurel H., 2007. Οι λέξεις του ιστορικού, Έννοιες – κλειδιά στη μελέτη της ιστορίας. Αθήνα: Εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ»
PAYNE S ., 2000. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ (1914-1945). Αθήνα: Εκδόσεις «ΦΙΛΙΣΤΩΡ»
Postone M., 2006. Οι Ιστορικοί και το Ολοκαύτωμα. Αθήνα: Εκδόσεις «ΙΣΝΑΦΙ»
PAXTON O. R., 2006. Η ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ»
Pierre Vidal-Naquet, 2005. Убийците на паметта. София: Изд. Критика и хуманизъм
Rees L., 2015. Οι Ναζί. Αθήνα: Εκδόσεις «Πατάκη»
Rees L., 2018. ХОЛОКОСТЪТ. Нова история. Поредица Хроника. София: Изд. „Прозорец“
ROSENBAUM R., 2006. ΕΡΜΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ. Αθήνα: Εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ»
Shermer M., 2006. Γιατί οι άνθρωποι πιστεύουν σε παράξενα πράγματα; Ηράκλειο: ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ
Shermer M., Grobman A., Hertzberg A., 2009. Denying History: Who Says the Holocaust Never Happened and Why Do They Say It? Berkeley: University of California Press
Traverso E., 2006. Η ιστορία ως πεδίο μάχης ερμηνεύοντας τις βιαιότητες του 20ού αιώνα. Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου
Trevor-Roper H., 2005. Χίτλερ, Οι Τελευταίες Μέρες 1945. Αθήνα: Εκδόσεις ΙΩΛΚΟΣ
Harwood R., 2002. Лъжата за шестте милиона. София: Изд. Жар птица.
Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, όπως κυρώθηκε με το Ν. 3003/2002, (ΦΕΚ 75, τ. Α ́)

Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .