Χθες το βράδυ (Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020), σε κοινή συνεδρίαση των υπουργών των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – ΕΚΤ και του υπουργού Οικονομικών της Δανίας και του διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Δανίας, μέσω μιας κοινής διαδικασίας στην οποία συμμετείχε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, πάρθηκε η απόφαση για την ένταξη του Λεβ Βουλγαρίας στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών – ΜΣΙ ΙΙ. Ακολούθησε η ίδια διαδικασία για την ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ και του Κούνα Κροατίας. Πάλι χθες με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ αποφασίστηκε η καθιέρωση του καθεστώτος της στενής συνεργασίας ανάμεσα στην ΕΚΤ και στη Βουλγαρική Λαϊκή Τράπεζα – ΒΛΤ. Η απόφαση αυτή θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αρχίσει να εφαρμόζεται 14 ημέρες μετά τη δημοσίευση της. Στην ίδια συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ αποφασίστηκε και η καθιέρωση του καθεστώτος της στενής συνεργασίας ανάμεσα στην ΕΚΤ και στην κεντρική τράπεζα της Κροατίας.
Στα πλαίσια των αποφάσεων για την ένταξη του λεβ και του κούνα στο ΜΣΙ ΙΙ ορίστηκαν οι κεντρικές ισοτιμίες και τα περιθώρια διακύμανσης (οι ανώτατες και κατώτατες διμερείς ισοτιμίες των δύο νομισμάτων έναντι του ευρώ), για τους σκοπούς της αυτόματης παρέμβασης. Η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες της Βουλγαρίας και της Κροατίας θα ανακοινώσουν το πρωί της Δευτέρας 13 Ιουλίου, πριν ανοίξουν οι αγορές συναλλάγματος, τις εν λόγω ισοτιμίες. Θα ανακοινώσουν δηλαδή ότι 1 EUR είναι ίσο με 1,95583 BGN και με 7,53450 HRK.
Οι ισοτιμίες παρέμβασης καθορίζονται με πρόσθεση στις διμερείς κεντρικές ισοτιμίες, ή με αφαίρεση από αυτές, του συμφωνηθέντος περιθωρίου διακύμανσης, εκφρασμένου σε ποσοστιαίες μονάδες. Και για τις δύο χώρες επιλέχθηκε το σύνηθες περιθώριο διακύμανσης ± 15 % της κεντρικής ισοτιμίας. Η Βουλγαρία έκανε χρήση της δυνατότητας για μονομερή δέσμευση που έχει ένα κράτος να τηρεί στενότερα περιθώρια διακύμανσης, αρκεί αυτό να μη δημιουργεί πρόσθετες υποχρεώσεις για την ΕΚΤ.
Υπάρχουν τρεις περιπτώσεις μονομερών δεσμεύσεων από τις ενδιαφερόμενες χώρες, που αφορούσαν την τήρηση στενότερων περιθωρίων διακύμανσης. Πιο συγκεκριμένα, έγινε δεκτή η ένταξη της Εσθονίας και της Λιθουανίας στον ΜΣΙ ΙΙ με το ισχύον καθεστώς Νομισματικού συμβουλίου που είχαν η μεν πρώτη από τον Ιούνιο του 1992, η δε δεύτερη από τον Απρίλιο του 1994. Οι αρχές της Λετονίας επίσης δήλωσαν ότι δεσμεύονται μονομερώς να διατηρούν τη συναλλαγματική ισοτιμία του Λατς ίση προς την κεντρική του ισοτιμία έναντι του ευρώ, με περιθώρια διακύμανσης ±1%. Οι τρεις χώρες της Βαλτικής αποχώρησαν από τον ΜΣΙ II και εντάχθηκαν στο ευρώ διαδοχικά με πρώτη την Εσθονία (1.1.2011), δεύτερη τη Λετονία (1.1.2014) και τρίτη τη Λιθουανία (1.1.2015). Με τον ίδιο τρόπο για τη Βουλγαρία χθες έγινε δεκτή η ένταξη της με το ισχύον καθεστώς Νομισματικού συμβουλίου, που σημαίνει ότι μονομερώς η Βουλγάρικη Λαϊκή Τράπεζα θα διατηρεί κλειδωμένη την ισοτιμία 1 EUR = 1,95583 BGN, χωρίς να κάνει χρήση των περιθωρίων διακύμανσης.
Βέβαια πέρα από την μονομερή δέσμευση για στενότερα από τα συνήθη περιθώρια διακύμανσης είναι δυνατόν να ορισθούν, κατά περίπτωση, με επίσημη συμφωνία και κατ’ αίτηση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους εκτός της ζώνης ευρώ. Η Κορώνα Δανίας, το πρώτο από το 1999, και το μοναδικό από το 2015 μέχρι και χθες μέλος του ΜΣΙ II, χρησιμοποιεί στενότερα περιθώρια διακυμάνσεως (± 2,25%), γύρω από την κεντρική της ισοτιμία (1 EUR=7,46038 DKK).

Πιν. 2

Η ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά αναγκαία προϋπόθεση για την ένταξη στην ευρωζώνη. Μάλιστα αποτελεί ένα από τα λεγόμενα «κριτήρια σύγκλισης». Σήμερα για τη Βουλγαρία και για άλλα έξι κράτη μέλη της ΕΕ (Σουηδία, Τσεχία, Κροατία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία), δεν τείθετε θέμα για το «εάν», αλλά για το «πότε» θα αντικαταστήσουν τα εθνικά τους νομίσματα με το ευρώ.
Σύμφωνα με το άρθρο 140 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τουλάχιστον κάθε 2 έτη, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζουν και παρουσιάζουν με την μορφή εκθέσεων, κατά πόσον τα κράτη μέλη εκτός της ζώνης του ευρώ (τα επονομαζόμενα «κράτη μέλη με παρέκκλιση») πληρούν τα κριτήρια σύγκλισης και, ως εκ τούτου, είναι έτοιμα να υιοθετήσουν το ευρώ. Μόνο για τη Δανία προβλέπεται «ρήτρα εξαίρεσης» στις Συνθήκες της ΕΕ, δυνάμει της οποίας εξαιρείται από την προσχώρηση στην Ευρωζώνη. Ρήτρα εξαίρεσης είχε και το Ηνωμένο Βασίλειο πριν αποχωρήσει από την ΕΕ. Από το 1998 και εξής δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία αξιολόγηση της σύγκλισης της Δανίας, λόγω του ειδικού καθεστώτος της συγκεκριμένης χώρας. Μέχρις ότου η Δανία γνωστοποιήσει στο Συμβούλιο ότι προτίθεται να υιοθετήσει το ευρώ, δεν είναι αναγκαία η νομική ενσωμάτωση της Danmarks Nationalbank στο Ευρωσύστημα ούτε χρειάζεται να προσαρμοστούν διατάξεις της δανικής νομοθεσίας.
Συνολικά από το 1998 μέχρι σήμερα έχουν παρουσιαστεί 12 «τακτικές» Εκθέσεις. Η ΕΚΤ και η Επιτροπή μπορούν επίσης να συντάξουν τις εν λόγω εκθέσεις ανά πάσα στιγμή κατόπιν αιτήματος από μια χώρα της ΕΕ που επιθυμεί να προσχωρήσει στη ζώνη του ευρώ. Τέτοιες «έκτακτες» Εκθέσεις συντάχθηκαν το Μάιο του 2006, κατόπιν αιτήματος της Λιθουανίας και της Σλοβενίας, το Μάιο του 2007, για την Κύπρο και τη Μάλτα και τον Ιούνιο του 2013, κατόπιν αιτήματος της Λετονίας. Οι Εκθέσεις υποβάλλονται στο Συμβούλιο της ΕΕ προς εξέταση και την επακόλουθη λήψη αποφάσεων.
Στις 10 Ιουνίου 2020, παρουσιάστηκαν οι δύο τελευταίες «τακτικές» Εκθέσεις για τη Σύγκλιση, μία της ΕΚΤ και η άλλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πιν. 3

Τα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την εφαρμογή των κριτηρίων σύγκλισης παρείχε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ προκειμένου για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και τα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η περίοδος αναφοράς για το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών είναι από τον Απρίλιο του 2019 μέχρι το Μάρτιο του 2020. Ομοίως, η περίοδος αναφοράς για το κριτήριο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων επίσης είναι από τον Απρίλιο του 2019 μέχρι το Μάρτιο του 2020. Για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, η περίοδος αναφοράς είναι από την 1η Απριλίου 2018 μέχρι την 31η Μαρτίου 2020. Τα ιστορικά στοιχεία για τις δημοσιονομικές θέσεις αφορούν την περίοδο μέχρι και το 2019. Είναι επόμενο ότι οι εκθέσεις αυτές εξετάζουν σε περιορισμένο βαθμό την επίδραση που έχει η πανδημία του κορωνοϊού (COVID-19) στην αξιολόγηση της σύγκλισης. Η ορθή ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας στην αξιολόγηση της σύγκλισης μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εκ των υστέρων στις εκθέσεις του 2022.
Από το συγκεντρωτικό πίνακα των δεικτών οικονομικής σύγκλισης 2020 των δύο εκθέσεων (βλ. πιν. 3) βλέπουμε ότι σε σχέση με:
- Τη σταθερότητα των τιμών υπάρχουν πέντε κράτη (Βουλγαρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία) που καταγράφουν μέσο ποσοστό πληθωρισμού πάνω από την τιμή αναφοράς.
- Τη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών στη Ρουμανία τον Απρίλιο του 2020 κινήθηκε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, στο πλαίσιο της οποίας απαιτείται από τη χώρα να διορθώσει το υπερβολικό της έλλειμμα το αργότερο μέχρι το 2022. Όλες οι υπόλοιπες χώρες κατέγραψαν λόγο δημοσιονομικού ελλείμματος/ΑΕΠ κάτω από την τιμή αναφοράς το 2019. Στην Κροατία και την Ουγγαρία ο λόγος του χρέους ήταν άνω του 60% του ΑΕΠ το 2019, ενώ στις υπόλοιπες υπό εξέταση χώρες ήταν χαμηλότερος ή αρκετά χαμηλότερος από αυτό το όριο.
- Το μέσο μακροπρόθεσμο επιτόκιο μόνο στη Ρουμανία ήταν πάνω από την τιμή αναφοράς.
- Την εξεταζόμενη περίοδο οι επτά χώρες εφαρμόζουν διάφορα συναλλαγματικά καθεστώτα και καμία τους δεν συμμετείχε στο ΜΣΙ ΙΙ
Πιν. 4

Στις Εκθέσεις Σύγκλισης από το 2012 μέχρι το 2018 ένα είναι το κριτήριο που δεν καλύπτει η Βουλγαρία – η συμμετοχή του Λεβ στο ΜΣΙ ΙΙ. Στις Εκθέσεις του 2020 προστέθηκε άλλο ένα κριτήριο – αυτό της σταθερότητας των τιμών.
Διαγ.1

Σχετικά με το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών: Το Μάρτιο του 2020 ο μέσος δωδεκάμηνος ρυθμός πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ στη Βουλγαρία ήταν 2,6%, δηλ. αρκετά υψηλότερος από την τιμή αναφοράς 1,8% για το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών (βλ. πιν.3, 4 και διαγ.1). Λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού (COVID-19), υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς την εξέλιξη αυτού του ρυθμού τους επόμενους μήνες. Την τελευταία δεκαετία αυτός ο ρυθμός παρουσίασε σχετικά μεγάλο εύρος διακύμανσης, μεταξύ -1,7% και 3,8%, ενώ ο μέσος όρος της περιόδου ήταν χαμηλός και διαμορφώθηκε στο 1,1%. (βλ. διαγ.1). Πιο αναλυτικά ο μέσος δωδεκάμηνος ρυθμός πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ αυξήθηκε σταδιακά το 2010 και το 2011, σε 2,1% και 3,6% αντίστοιχα, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό τις υψηλότερες τιμές των βασικών εμπορευμάτων και τις αυξήσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης καπνού. Στη συνέχεια, η υποχώρηση των πιέσεων από τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων, σε συνδυασμό με την υποτονική εσωτερική και εξωτερική ζήτηση, οδήγησαν σε σταδιακή υποχώρηση του πληθωρισμού το 2012 κατά μέσο όρο σε 2,5%. Εκτός από το χαμηλό επίπεδο του υποκείμενου ρυθμού πληθωρισμού, οι σημαντικές μειώσεις των διοικητικά καθοριζόμενων τιμών, η υποχώρηση των τιμών των υπηρεσιών μεταφορών και υγείας, καθώς και η πτώση των τιμών των ειδών διατροφής λόγω καλής εσοδείας, συνέβαλαν περαιτέρω στη διαμόρφωση του πληθωρισμού σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα (1,8%), το 2013. Από το Φεβρουάριο του 2014 και για 40 μήνες, μέχρι το Μάιο του 2017, η Βουλγαρία θα βυθιστεί σε αποπληθωρισμό, κατά μέσο όρο, σε μείον 1,2%. Παρόλα αυτά στις Εκθέσεις Σύγκλισης και του 2014 και του 2016, εφόσον οι τιμές του πληθωρισμού (μείον 0,8% και μείον 1% αντίστοιχα) δεν ήταν υψηλότερες από τις τιμές αναφοράς (1,7% και 0,7% αντίστοιχα), η Βουλγαρία «περνούσε» το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών! Ο αποπληθωρισμός ήταν «λεπτομέρεια». Το κύριο ήταν η Βουλγαρία να βρίσκεται κάτω από την τιμή αναφοράς, έτσι όπως ορίζεται στα κριτήρια σύγκλισης. Θεμιτό, σύμφωνα με την νεοφιλελεύθερη λογική των Εκθέσεων της Επιτροπής και της ΕΚΤ, ήταν η Βουλγαρία να μην παρουσιάζει θετικό διαφορικό πληθωρισμό από τον μέσο της Ευρωζώνης, ενώ όταν παρουσίαζει αρνητικές τιμές, ουδέν σχόλιον. Η οικονομική ανάπτυξη και η μείωση της ανεργίας, καθώς και η μακροπρόθεσμη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας, αλλά και διοικητικοί και πολιτικοί παράγοντες, οδήγησαν σε αύξηση των ονομαστικών μισθών και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, ιδιαίτερα την περίοδο 2017-18, αν και με χαμηλότερα ποσοστά από ό, τι πριν από την κρίση. Ο πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ αυξήθηκε περαιτέρω το 2019 και το πρώτο τρίμηνο του 2020, κυρίως λόγω των τιμών των τροφίμων και των υπηρεσιών.
Στις τρέχουσες εξαιρετικές περιστάσεις, οι προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού υπόκεινται σε ασυνήθιστο επίπεδο αβεβαιότητας. Σύμφωνα με τις εαρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2020, ο μέσος ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού θα μειωθεί σε περίπου 1,1% το 2020 και το 2021, αντίστοιχα. Αυτή η προοπτική βασίζεται στην προσδοκία ότι η οικονομική δραστηριότητα θα μειωθεί σημαντικά το 2020 και στη συνέχεια θα ανακάμψει εν μέρει το 2021, λόγω της ιδιωτικής κατανάλωσης. Λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα COVID-19, σημαντική αβεβαιότητα περιβάλλει την ισορροπία μεταξύ των πτωτικών πιέσεων στον πληθωρισμό (που συνδέονται με την ασθενέστερη ζήτηση) και των ανοδικών πιέσεων που σχετίζονται με διαταραχές του εφοδιασμού (ιδίως στις τιμές των τροφίμων, οι οποίες έχουν σημαντικό βάρος στο καλάθι του ΕνΔΤΚ). Το 2020 οι αποπληθωριστικές πιέσεις υποστηρίζονται επίσης από την απότομη πτώση των τιμών του πετρελαίου.
Οι κίνδυνοι για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές πληθωρισμού είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένοι. Οι ανοδικοί κίνδυνοι σχετίζονται κυρίως με μια ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη από την οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία COVID-19, ενώ μια πιο παρατεταμένη οικονομική ύφεση αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την προοπτική του πληθωρισμού.
Όσον αφορά το απώτερο μέλλον, στις Εκθέσεις υπάρχει προβληματισμός σχετικά με τη μακροχρόνια διατηρησιμότητα της σύγκλισης του πληθωρισμού στη Βουλγαρία. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, η διαδικασία πραγματικής σύγκλισης είναι πιθανόν να οδηγήσει σε θετικές διαφορές πληθωρισμού έναντι της ζώνης του ευρώ. Προκειμένου να αποτραπεί η συσσώρευση υπερβολικών πιέσεων στις τιμές και μακροοικονομικών ανισορροπιών, η διαδικασία πραγματικής σύγκλισης πρέπει να στηρίζεται από ενδεδειγμένες πολιτικές. Ειδικότερα, ενώ το ωριαίο κόστος εργασίας στη Βουλγαρία παραμένει το χαμηλότερο στην ΕΕ, η αύξηση των μισθών πρέπει να ανταποκρίνεται στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα των τιμών και η ελκυστικότητα της Βουλγαρίας σε ξένους επενδυτές, καταλήγει η Έκθεση της ΕΚΤ.
Σχετικά με το κριτήριο της συναλλαγματικής ισοτιμίας: Το πρώτο τυπικό βήμα για την εκπλήρωση αυτού του κριτηρίου ξεκίνησε στις 29.06.2018, με την κατάθεση από τη Βουλγαρία της αίτησης για την ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ και την έγκρισή της στις 10.07.2020. Όμως πρέπει να τονίσουμε ότι η ίδια η ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ δεν αποτελεί εκπλήρωση του κριτηρίου της συναλλαγματικής ισοτιμίας Το Λεβ Βουλγαρίας συμμετέχει πλέον στο Μηχανισμό και οι επόμενες Εκθέσεις για τη Σύγκλιση, σύμφωνα με το άρθρο 140, παράγραφος 1, τρίτη περίπτωση, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), θα εξετάζουν κατά πόσον έχει επιτευχθεί υψηλός βαθμός σταθερής σύγκλισης, με γνώμονα την πλήρωση του ακόλουθου κριτηρίου από κάθε κράτος-μέλος: «τήρηση των κανονικών περιθωρίων διακύμανσης που προβλέπονται από το μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών …, επί δύο τουλάχιστον χρόνια, χωρίς υποτίμηση έναντι του ευρώ». Αυτό είναι το κριτήριο της συναλλαγματικής ισοτιμίας και όχι ο ίδιος ο ΜΣΙ ΙΙ. Βέβαια η Βουλγαρία από τον Ιούλιο του 1997 βρίσκεται σε καθεστώς Νομισματικού Συμβουλίου και από τότε έχει κλειδώσει οριστικά και αμετάκλητα την ισοτιμία της με το ευρώ, για αυτό και ποτέ εξ ορισμού δεν παρατηρούνται μεταβολές της διμερούς ισοτιμίας έναντι του ευρώ – ήταν, είναι και θα είναι 1,95583 BGN/EUR (βλ. πιν. 4). Άρα θεωρείται το πιο εύκολο κριτήριο σύγκλισης που εάν υπήρχε η προϋπόθεση, δηλαδή το Λεβ να ήταν στο ΜΣΙ ΙΙ, θα το εκπλήρωνε η Βουλγαρία ήδη από την πρώτη μέρα της ένταξής της στην ΕΕ, το 2007. Η Εσθονία και η Λετονία, επίσης χώρες με καθεστώτα Νομισματικού Συμβουλίου, όταν έγιναν μέλη της ΕΕ, εντάχθηκαν αμέσως και στο ΜΣΙ ΙΙ (βλ. πιν. 2).
Ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος για τον οποίο η Βουλγαρία δεν έκανε αίτηση ένταξης στον μηχανισμό νωρίτερα; Όταν από το 2010, οι δημοσιογράφοι κάνουν αυτή την ερώτηση, κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών, αλλά και οι πολιτικοί από όλους τους πολιτικούς χώρους απαντούν με μία φωνή: «δεν θα μας δεχτούν», ξεχνώντας, ότι η ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ δεν έχει όρους κάλυψης για την είσοδο σε αυτόν, αλλά όρους τήρησης για την παραμονή σε αυτόν. Ο βασικός όρος είναι η διατήρηση της κεντρικής ισοτιμίας έναντι του ευρώ, εντός του κανονικού περιθωρίου διακύμανσης ± 15% γύρω από την κεντρική ισοτιμία. Η Βουλγαρία με το καθεστώς Νομισματικού Συμβουλίου που διατηρεί εδώ και 23 χρόνια, βρίσκεται ένα βήμα πιο κοντά στην νομισματική ένωση, με περιθωρία διακύμανσης ± 0% γύρω από την κεντρική ισοτιμία.
Εφόσον δεν υπάρχουν κριτήρια που να την κρατήσουν έξω από τον μηχανισμό, για να μην μπει θα πρέπει να φαίνεται ότι είναι επιλογή της. Με αυτό το βολικό τρόπο η μη εκπλήρωση αυτού του κριτηρίου, κρατούσε τη Βουλγαρία σε κατάσταση ασφαλείας, από την ένταξή της στο ευρώ. Η «ανεξήγητη» συμπεριφορά όλων των βουλγαρικών κυβερνήσεων από το 2010 και μετά, έφτασε στο τέλος της. Επιτέλους οι κύκλοι εξουσίας της ευρωζώνης, έδωσαν την συγκατάθεσή τους να γίνει το αυτονόητο. Όμως το τίμημα ήταν να γίνει η Βουλγαρία η πρώτη χώρα εκτός Ευρωζώνης που θα μπει και στη Τραπεζική ένωση.
Σχετικά με τη συμμετοχή της Βουλγαρίας στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (ΕΕΜ)
Την 18η Ιουλίου 2018, οι βουλγάρικες αρμόδιες αρχές (υπουργείο Οικονομικών και ΒΛΤ) κατέθεσαν στην ΕΚΤ αίτημα για την καθιέρωση στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (Κανονισμός ΕΕΜ) και σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης ΕΚΤ/2014/5 της 31ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παραπάνω άρθρου η στενή συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και της εθνικής αρμόδιας αρχής ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, καθιερώνεται με απόφαση που εκδίδεται από την ΕΚΤ, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών – ΕΑΤ το αίτημα να καθιερωθεί στενή συνεργασία με την ΕΚΤ για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 4 (Καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ) και 5 (Μακροπροληπτικά καθήκοντα και εργαλεία) όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 6 (Συνεργασία εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού),
β) στην κοινοποίηση, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναλαμβάνει:
— να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του (στην περίπτωση της Βουλγαρίας η ΒΛΤ) θα συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται από την ΕΚΤ ή με τα αιτήματά της, και
— να παρέχει κάθε πληροφορία σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο εν λόγω κράτος μέλος, τις οποίες μπορεί να απαιτήσει η ΕΚΤ, με σκοπό τη συνολική αξιολόγηση αυτών των πιστωτικών ιδρυμάτων,
γ) το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει θεσπίσει σχετική εθνική νομοθεσία ώστε να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του θα υποχρεούται να λάβει κάθε μέτρο σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα το οποίο έχει ζητηθεί από την ΕΚΤ.
Μετά την εκπλήρωση των παραπάνω προϋποθέσεις (α), (β) και (γ), στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ στις 10 Ιουλίου 2020 πάρθηκε η απόφαση να καθιερωθεί καθεστώς στενής συνεργασίας ανάμεσα στην ΕΚΤ και στην ΒΛΤ. Η απόφαση αυτή θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αρχίσει να εφαρμόζεται 14 ημέρες μετά τη δημοσίευση της. Από τότε η Βουλγαρία με βάση το άρθρο 2 του Κανονισμού ΕΕΜ θα θεωρείται «συμμετέχον κράτος μέλος» του πρώτου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης. Επίσης από τότε η Βουλγαρία θα θεωρείται και «συμμετέχον κράτος μέλος» του δεύτερου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης – του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (ΕΜΕ) και του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης, βάσει του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014. Με τον εν λόγω Κανονισμό θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων με εγκατάσταση σε κράτη μέλη που έχουν νόμισμα το ευρώ αλλά και όσα κράτη με ξένο νόμισμα έχουν καθιερώσει στενή συνεργασία σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού ΕΕΜ (στην περίπτωση μας με τη Βουλγαρία).
Η απόφαση της ΕΚΤ για την καθιέρωση στενής συνεργασίας αναφέρει ότι: «Από την 1η Οκτωβρίου 2020, η ΕΚΤ θα είναι υπεύθυνη για την άμεση εποπτεία των σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων στη Βουλγαρία και για τις γενικές διαδικασίες για όλες τις εποπτευόμενες οντότητες, καθώς και για την παρακολούθηση των λιγότερο σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων. Εν τω μεταξύ, η ΕΚΤ θα προβεί σε αξιολόγηση για να προσδιορίσει ποιες τράπεζες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης ως σημαντικών ιδρυμάτων. Η τραπεζική εποπτεία στην ΕΚΤ και στην ΒΛΤ λαμβάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να εξασφαλίσει την ομαλή μετάβαση στο νέο εποπτικό καθεστώς».
Ποια είναι τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα στη Βουλγαρία που άμεσα θα εποπτεύει η ΕΚΤ;
Ο προσδιορισμός ενός πιστωτικού ιδρύματος ως σημαντικού ή λιγότερο σημαντικού γίνεται από την ΕΚΤ μέσω μιας διαδικασίας τακτικής επανεξέτασης: όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που διαθέτουν άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη αξιολογούνται προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πληρούν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της σημασίας. Ένα πιστωτικό ίδρυμα θεωρείται σημαντικό εφόσον πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
- η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού υπερβαίνει τα 30 δισεκ. ευρώ ή η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού υπερβαίνει το 20% του εθνικού ΑΕΠ αλλά δεν είναι χαμηλότερη των 5 δισεκ. ευρώ∙
- είναι ένα από τα τρία πιο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υπάρχουν στο κράτος μέλος∙
- λαμβάνει άμεση συνδρομή από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας∙
- η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού υπερβαίνει τα 5 δισεκ. ευρώ και το ποσοστό των διασυνοριακών στοιχείων ενεργητικού/παθητικού σε περισσότερα από ένα άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη προς το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού/παθητικού του ιδρύματος είναι υψηλότερο του 20%.
Ακόμη και αν δεν πληρούνται τα ως άνω κριτήρια, η ΕΚΤ δύναται να χαρακτηρίσει ένα ίδρυμα ως σημαντικό προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή εποπτικών προτύπων υψηλής ποιότητας. Η ΕΚΤ ή οι εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) δύνανται να ζητούν την υποβολή (ή εκ νέου υποβολή) ορισμένων στοιχείων ώστε να διευκολύνεται η απόφαση.
Μέσω της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας ή λόγω εξαιρετικών γεγονότων (π.χ. συγχώνευση ή εξαγορά), το καθεστώς των πιστωτικών ιδρυμάτων δύναται να αλλάζει. Εάν ένας όμιλος ή πιστωτικό ίδρυμα που θεωρείται λιγότερο σημαντικό πληροί οποιοδήποτε από τα σχετικά κριτήρια για πρώτη φορά, χαρακτηρίζεται σημαντικό και η αντίστοιχη ΕΑΑ μεταβιβάζει την ευθύνη της άμεσης εποπτείας του στην ΕΚΤ. Αντίστροφα, ένα πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να πάψει να θεωρείται σημαντικό, οπότε και η σχετική εποπτική αρμοδιότητα επιστρέφει στην αντίστοιχη ΕΑΑ. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, η ΕΚΤ και η εμπλεκόμενη ή οι εμπλεκόμενες ΕΑΑ εξετάζουν προσεκτικά και συζητούν το θέμα και, εφόσον δεν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, προγραμματίζουν και υλοποιούν τη μεταβίβαση των εποπτικών αρμοδιοτήτων ώστε να διασφαλίζεται η αδιάλειπτη και αποτελεσματική εποπτεία.
Με βάση τα παραπάνω η ΕΚΤ θα χαρακτηρίσει ως σημαντικά σίγουρα τα τρία μεγαλύτερα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στη Βουλγαρία: Банка ДСК, Уникредит Булбанк και ОББ. Με βάση το μέγεθος του ενεργητικού τους στις 31.5.2020, η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα είναι η Юробанк България και η πέμπτη είναι η Първа инвестиционна банка. Ίσως η ΕΚΤ θέσει και αυτές στην άμεση εποπτεία της. Ίδωμεν.
Η ένταξη στον ΕΕΜ, της Βουλγαρίας, της Κροατίας ή ενός οποιουδήποτε συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, δεν πρέπει να θεωρείται οριστική και αμετάκλητη. Η ΕΚΤ μπορεί να απευθύνει προειδοποίηση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σύμφωνα με την οποία η στενή συνεργασία θα ανασταλεί ή θα τερματιστεί εάν δεν ληφθούν αποφασιστικά διορθωτικά μέτρα στις ακόλουθες περιπτώσεις:
i) εάν, κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, δεν πληρούνται πλέον από ενδιαφερόμενο κράτος μέλος οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχεία (β) και (γ), που είδαμε παραπάνω ή
ii) εάν, κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους δεν ενεργεί σύμφωνα με την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο (γ).
Αν δεν ληφθούν τα μέτρα μέσα σε 15 ημέρες μετά την κοινοποίηση της προειδοποίησης, η ΕΚΤ μπορεί να αναστείλει ή να τερματίσει τη στενή συνεργασία με το συγκεκριμένο κράτος μέλος.
Η απόφαση αναστολής ή τερματισμού της στενής συνεργασίας κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 6 του Κανονισμού(ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το κράτος μέλος δύναται να ζητά από την ΕΚΤ τον τερματισμό της στενής συνεργασίας οποιαδήποτε στιγμή μετά την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της απόφασης που εκδόθηκε από την ΕΚΤ σχετικά με την καθιέρωση της στενής συνεργασίας. Στο αίτημα εξηγούνται οι λόγοι του τερματισμού, συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, των δυνητικών σημαντικών αρνητικών συνεπειών όσον αφορά τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του κράτους μέλους. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΚΤ εκδίδει αμέσως απόφαση για τον τερματισμό της στενής συνεργασίας και προσδιορίζει την ημερομηνία από την οποία ισχύει, εντός μέγιστης περιόδου τριών μηνών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αποτελεσματικότητα της εποπτείας και τα νόμιμα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 7, του Κανονισμού ΕΕΜ, αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ υποβάλει στην ΕΚΤ, αιτιολογημένη διαφωνία σε αντίρρηση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ ως προς σχέδιο απόφασης του Εποπτικού Συμβουλίου του ΕΕΜ, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, εντός 30 ημερών, γνωμοδοτεί όσον αφορά την αιτιολογημένη διαφωνία που εξέφρασε το κράτος μέλος και επιβεβαιώνει ή αποσύρει την αντίρρησή του, παραθέτοντας τη σχετική αιτιολόγηση.
Αν το διοικητικό συμβούλιο επιβεβαιώσει την αντίρρησή του, το συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ μπορεί να ενημερώσει την ΕΚΤ ότι δεν δεσμεύεται από ενδεχόμενη απόφαση σχετική με τροποποιημένο σχέδιο απόφασης του Εποπτικού Συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή η ΕΚΤ εξετάζει την πιθανή αναστολή ή τερματισμό της στενής συνεργασίας με το εν λόγω κράτος μέλος και αποφασίζει.
Αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ διαφωνεί με σχέδιο απόφασης του Εποπτικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 8, του Κανονισμού ΕΕΜ, ενημερώνει το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την αιτιολογημένη διαφωνία του εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του σχεδίου απόφασης. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει εντός πέντε εργάσιμων ημερών, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τους λόγους της διαφωνίας και επεξηγεί γραπτώς την απόφασή στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Το συγκεκριμένο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την ΕΚΤ να λύσει αμέσως τη στενή συνεργασία και δεν δεσμεύεται από την επακόλουθη απόφαση.
Βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 9, ένα κράτος μέλος που τερματίζει τη στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν μπορεί να αρχίσει νέα στενή συνεργασία πριν από την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκή Ένωσης της απόφασης της ΕΚΤ σχετικά με τον τερματισμό της στενής συνεργασίας.
Όταν η στενή συνεργασία ανάμεσα σε κράτος μέλος και την ΕΚΤ αναστέλλεται ή τερματίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού ΕΕΜ, οι οντότητες που είναι εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος παύουν να καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, από την ημερομηνία λήψης της απόφασης αναστολής ή τερματισμού της στενής συνεργασίας. Στην περίπτωση αυτή το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει εντός τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης τερματισμού της στενής συνεργασίας, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, τις διαδικασίες για την ανάκτηση των εισφορών που το οικείο κράτος μέλος μετέφερε στο Ταμείο και τους ενδεχόμενους εφαρμοστέους όρους.
Στις 10 Ιουλίου 2020 πάρθηκαν δύο σημαντικές αποφάσεις από την μία η ένταξη του Λεβ Βουλγαρίας στο ΜΣΙ ΙΙ και από την άλλη η καθιέρωση στενής συνεργασίας μεταξύ της ΕΚΤ και της ΒΛΤ στα πλαίσια του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού. Και οι δύο φέρνουν πιο κοντά την ένταξη της Βουλγαρίας στην Ευρωζώνη, αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν και άλλα κριτήρια που πρέπει ταυτόχρονα να εκπληρώνονται, καθώς και άλλοι λόγοι όπως για παράδειγμα η υπαρκτή πολιτική, δικαστική και οικονομική διαφθορά, σε όλα τα στρώματα και σφαίρες της κοινωνίας που κάνουν την ένταξη στη ζώνη του ευρώ να φαντάζει πολύ μακρυνή. Το μίνιμουμ των ετών που θα παραμείνει μία χώρα στο ΜΣΙ ΙΙ είναι γνωστό: «επί δύο τουλάχιστον χρόνια, χωρίς υποτίμηση έναντι του ευρώ». Έτσι από χθες βγήκαν αναλυτές, δημοσιογράφοι και πολιτικοί να προδιαγράφουν την ένταξη της Βουλγαρίας στην ευρωζώνη το πολύ σε τρία χρόνια από σήμερα. Λίγο ψυχραιμία δεν βλάπτει. Πέρασαν ακριβώς 13 χρόνια για να γίνει το αυτονόητο για μία χώρα με καθεστώς Νομισματικού Συμβουλίου, να ενταχθεί στο ΜΣΙ ΙΙ, αν και αυτό θα έπρεπε να γίνει αμέσως, όπως έγινε με την Εσθονία και τη Λετονία. Εφόσον η Εσθονία παρέμεινε στο μηχανισμό 6,5 χρόνια και η Λετονία 9,5 χρόνια, γιατί η Βουλγαρία να παραμείνει μόνο τρία;
Βιβλιογραφία
ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. 26.10.2012, Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, C 326/47.
ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση ενός μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης Αμστερνταμ, 16 Ιουνίου 1997 ( 97/C 236/03 ). Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:31997Y0802(03)&from=EN
ΣΥΜΦΩΝΙΑ της 16ης Μαρτίου 2006 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (2006/C 73/08). Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32006X0325(01)&from=EL
ΣΥΜΦΩΝΙΑ της 13ης Νοεμβρίου 2014 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ που τροποποιεί τη συμφωνία της 16ης Μαρτίου 2006 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (2015/C 64/01). Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32015Y0221(01)&from=EN
ECB, Convergence Report, June 2020 Στο: https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/conrep/ecb.cr202006~9fefc8d4c0.en.pdf
European Commission, Directorate-General for Economic and Financial Affairs, 2020. Convergence Report. Στο: https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/economy-finance/ip129_en.pdf
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32013R1024&from=EL
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 2014 περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32014R0806&from=EL
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 468/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 16ης Απριλίου 2014 που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/celex_32014r0468_el_txt.pdf
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 31ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/celex_32014d000501_el_txt.pdf
Αίτημα για την καθιέρωση στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Στο: http://www.minfin.bg/bg/1291
СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 9 ноември 2018 година относно националното законодателство, което ще бъде прието с оглед на установяването на тясно сътрудничество между Европейската централна банка и Българската народна банка (CON/2018/49). Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/bg_con_2018_49_f_sign_.pdf
Р Е Ш Е Н И Е № 611 от 27 август 2018 година ЗА ОДОБРЯВАНЕ НА ПЛАН ЗА ДЕЙСТВИЕ, ВКЛЮЧВАЩ МЕРКИ ЗА ИЗПЪЛНЕНИЕ НА НАМЕРЕНИЯТА НА РЕПУБЛИКА БЪЛГАРИЯ ЗА ПРИСЪЕДИНЯВАНЕ КЪМ ВАЛУТНИЯ МЕХАНИЗЪМ II (ERM II) И КЪМ БАНКОВИЯ СЪЮЗ. Στο: http://www.minfin.bg/bg/1291
СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 19 ноември 2018 година относно макропруденциалните правомощия на Българската народна банка и управлението на кредитните институции (CON/2018/52). Στο: http://www.minfin.bg/bg/1307
СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 16 ноември 2018 година относно изпълнението на препоръките от доклада за конвергенцията чрез изменения в Закона за Българската народна банка (CON/2018/53). Στο: http://www.minfin.bg/bg/1307
Прессъобщение на ЕЦБ. Στο: https://www.bankingsupervision.europa.eu/press/pr/date/2018/html/ssm.pr181112.bg.html.
в. „Банкер“, Интервю с управителя на БНБ г-н Димитър Радев, публикувано във брой 48/2018 г., с. 6 и 7, 30 ноември 2018 г. Στο: http://www.bnb.bg/PressOffice/POStatements/POADate/02_RADEV_20181130_BG
ЕЦБ Банков надзор, Често задавани въпроси във връзка с искането на България за установяване на тясно сътрудничество с ЕЦБ, 12/11/2018. Στο: https://www.bankingsupervision.europa.eu/press/pr/date/2018/html/ssm.pr181112_FAQ.bg.pdf?a9e78ddd67b7f1db57109eb1250bd6f6
Application letter from the Bulgarian authorities – including the annex with the post-entry commitments to be taken at the time of ERM II entry. Στο: https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/annex/ecb.pr200710_annex~29156bba37.en.pdf?0f1ea2d08e6a6d909e88144c62e51654
Commission letter and accompanying Staff Working Document on the implementation of Bulgaria’s prior commitments. Στο: https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/economy-finance/com_opinion_on_bg_erm-ii.pdf

Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .