Ο βουλγάρικος οδικός χάρτης για την ένταξη στην τραπεζική ένωση

    Στις 14 Ιούλη 2018, είχα παρουσιάσει τον οδικό χάρτη για την ένταξη του λεβ Βουλγαρίας στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ ΙΙ)1. Σε εκείνο το άρθρο ανέφερα ότι στην αίτηση που κατέθεσαν την 29η Ιουνίου 2018, οι βουλγάρικες αρμόδιες αρχές (υπουργείο Οικονομικών και Βουλγάρικη Λαϊκή Τράπεζα – ΒΛΤ) προς τον πρόεδρο του Eurogroup, τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), τους υπουργούς Οικονομικών των κρατών μελών της ευρωζώνης, καθώς  και τον υπουργό Οικονομικών της Δανίας και τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Δανίας, (ως το μοναδικό σήμερα μέλος του Μηχανισμού) για ένταξη στο ΜΣΙ ΙΙ, ταυτόχρονα δήλωσαν την ετοιμότητα της χώρας σε περίπτωση θετικής αντιμετώπισης από τους παραλήπτες του αιτήματος, να καταθέσουν στην ΕΚΤ αίτημα για την ένταξής της στην τραπεζική ένωση. Στην αίτηση της 29ης Ιουνίου η Βουλγαρία ανέλαβε ως μη ώφειλε, και άλλες πρόσθετες δεσμεύσεις όπως: την ενίσχυση της εποπτείας του μη τραπεζικού τομέα, την αντιμετώπιση αδυναμιών στις διαδικασίες πτώχευσης, την ενίσχυση του νομικού πλαισίου κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σύμφωνα με τις τελευταίες ευρωπαϊκές οδηγίες προς αυτή την κατεύθυνση, τη βελτίωση της διαχείρισης των κρατικών επιχειρήσεων. Το «πακετάρισμα των δύο» –  της ταυτόχρονης ένταξης στον ΜΣΙ ΙΙ και στη Τραπεζική ένωση, μαζί με «το γαρνίρισμα» πρόσθετων δεσμεύσεων δημιουργεί προηγούμενο και για τα υπόλοιπα 6 «κράτη μέλη με παρέκκλιση»  (Σουηδία, Τσεχία, Κροατία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία) όταν θελήσουν να μπουν στον ΜΣΙ ΙΙ. Θα πρέπει να ακολουθήσουν την ίδια οδό.

     Η αίτηση της Βουλγαρίας χαιρετίστηκε  στις 12.07.2018, σε Δήλωση του Συμβούλιου της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει: «Όσον αφορά ειδικότερα την τραπεζική εποπτεία, η Βουλγαρία αναμένεται να αποστείλει αίτημα στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ, σύμφωνα με τις υπάρχουσες διαδικασίες, και θα αναλάβει τις απαραίτητες προετοιμασίες ανάλογα». Έτσι και έγινε. Την 18η Ιουλίου 2018, οι βουλγάρικες αρμόδιες αρχές (υπουργείο Οικονομικών και ΒΛΤ) κατέθεσαν στην ΕΚΤ αίτημα2 για την καθιέρωση στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων3 (Κανονισμός ΕΕΜ)  και σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης ΕΚΤ/2014/5 της 31ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ.

    Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παραπάνω άρθρου η στενή συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και της εθνικής αρμόδιας αρχής ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, καθιερώνεται με απόφαση που εκδίδεται από την ΕΚΤ, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α) το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών4 – ΕΑΤ το αίτημα να καθιερωθεί στενή συνεργασία με την ΕΚΤ για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 4 (Καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ) και 5 (Μακροπροληπτικά καθήκοντα και εργαλεία) όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 6 (Συνεργασία εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού),

β) στην κοινοποίηση, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναλαμβάνει:

— να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του (στην περίπτωση της Βουλγαρίας η ΒΛΤ) θα συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται από την ΕΚΤ ή με τα αιτήματά της, και

— να παρέχει κάθε πληροφορία σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο εν λόγω κράτος μέλος, τις οποίες μπορεί να απαιτήσει η ΕΚΤ, με σκοπό τη συνολική αξιολόγηση αυτών των πιστωτικών ιδρυμάτων,

γ) το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει θεσπίσει σχετική εθνική νομοθεσία ώστε να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του θα υποχρεούται να λάβει κάθε μέτρο σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα το οποίο έχει ζητηθεί από την ΕΚΤ.

Το (α) έγινε στις 18/7/2018. Τότε και συμπληρωματικά στις 11, 23 και 19 Οκτώβρη το υπουργείο Οικονομικών απευθύνθηκε, ως όφειλε, στην ΕΚΤ να γνωμοδοτήσει σχετικά με το (γ). Με την σειρά της η ΕΚΤ στις 9, 16 και 19 Νοέμβρη έδωσε στην δημοσιότητα τις θετικές γνωμοδότησεις της5 σχετικά με το σχέδιο «Νόμου για την  αλλαγή και συμπλήρωση του Νόμου για την ΒΛΤ» και το σχέδιο «Νόμου για την αλλαγή και συμπλήρωση του Νόμου για τα πιστωτικά ιδρύματα». Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης6 που έχει εγκρίνει η βουλγάρικη κυβέρνηση, στις 22/8/2018, θα πρέπει οι παραπάνω αλλαγές να έχουν ενσωματωθεί στο βουλγάρικο τραπεζικό δίκαιο.

Σχετικά με την προϋπόθεση (β) και σύμφωνα με το άρθρο 4 της Απόφασης ΕΚΤ/2014/5 της 31ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ7, εάν το αιτούν κράτος μέλος έχει ήδη διενεργήσει συνολική αξιολόγηση των πιστωτικών ιδρυμάτων της δικαιοδοσίας του, παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες για τα αποτελέσματά της.

    Η δυνατότητα παροχής εμπιστευτικών πληροφοριών θα είναι δυνατή μετά την συμπλήρωση με νέα παράγραφο 13α των Μεταβατικών και τελικών διατάξεων του Νόμου περί πιστωτικών ιδρυμάτων, με την οποία τα εγκαταστημένα στην Βουλγαρία πιστωτικά ιδρύματα θα είναι υποχρεωμένα να παρέχουν στην ΕΚΤ και σε τρίτους που ασκούν δραστηριότητες για λογαριασμό της, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες στα πλαίσια των διαδικασιών προληπτικής εποπτείας. Συγκεκριμένα, τα πιστωτικά ιδρύματα θα υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες στην ΕΚΤ και να της παρέχουν πρόσβαση στα λογιστικά της αρχεία και συστήματα. Τα πιστωτικά ιδρύματα θα υποχρεούνται επίσης να παρέχουν στην ΕΚΤ πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της, προκειμένου να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους.

    Η ΕΚΤ μπορεί να αποφασίσει ότι δεν απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση, εφόσον α) η ποιότητα και η μεθοδολογία της αξιολόγησης που διενήργησαν οι εθνικές αρχές ανταποκρίνονται στα δικά της πρότυπα και β) η ίδια εκτιμά ότι η αξιολόγηση που διενήργησαν οι εθνικές αρχές παραμένει επίκαιρη και δεν απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση λόγω ουσιαστικής μεταβολής στην κατάσταση των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα στο αιτούν κράτος μέλος. Άν και η ΒΛΤ έχει ήδη διενεργήσει συνολική αξιολόγηση όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Βουλγαρία το 2016 η ΕΚΤ σε ανακοίνωση που εξέδωσε στις 12/11/2018 έκανε σαφές ότι θα προχωρήσει σε δική της συνολική αξιολόγηση των παρακάτω 6 πιστωτικών ιδρυμάτων: УниКредит Булбанк АД, Банка ДСК ЕАД, Обединена българска банка АД, Първа инвестиционна банка АД, Централна кооперативна банка АД και Инвестбанк АД

    Για τα πρώτα τρία ήταν αναμενόμενο μιας και δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 4 του Κανονισμού ΕΕΜ, η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται όσον αφορά τα τρία πιο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος8. Άλλωστε με βάση το άρθρο 65 παράγραφος 2 του Κανονισμού για το πλαίσιο ΕΕΜ, για να εντοπιστούν τα τρία πιο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα / οι τρεις πιο σημαντικοί εποπτευόμενοι όμιλοι σε συγκεκριμένο κράτος μέλος, η ΕΚΤ και η οικεία ΕΑΑ λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος της εποπτευόμενης οντότητας / του εποπτευόμενου ομίλου9. Το μέγεθος με την σειρά του προσδιορίζεται από την  συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού της / του10.

    Η ΕΚΤ όμως επέλεξε να διενεργήσει συνολική αξιολόγηση και στις τρεις μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες βουλγαρικών συμφερόντων οι οποίες από άποψη μεγέθους βρίσκονται στην τέταρτη (Първа инвестиционна банка АД), όγδοη (Централна кооперативна банка АД) και δωδέκατη (Инвестбанк АД) θέση. Στο συνοδευτικό ενημερωτικό σημείωμα της ανακοίνωσης που εξέδωσε στις 12/11/2018,  με την μορφή ερωτοαπαντήσεων, η ΕΚΤ ενημερώνει ότι πέρα από το μέγεθος στην επιλογή των συγκεκριμένων τραπεζών έπαιξε ρόλο και «το προφίλ ρίσκου και η συνολική σημασία τους για την εθνική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι λαμβάνονται υπόψη πολλά στοιχεία, όπως ο κίνδυνος επιχειρηματικού μοντέλου, η εσωτερική διακυβέρνηση και διαχείριση κινδύνων, ο κίνδυνος κεφαλαίου, ο κίνδυνος ρευστότητας  και χρηματοδότησης και η διασύνδεση των παραπάνω ιδρυμάτων με το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα»11.

    Από τις εξηγήσεις της ΕΚΤ προκύπτει επίσης ότι η σημασία του ιδρύματος, που μπορεί να προκύψει από την εξαγορά που ανακοινώθηκε πρόσφατα από την Post Bank, της Τράπεζας Πειραιώς Βουλγαρία, θα αξιολογηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Πάντως η μηχανική πρόσθεση των δύο ισολογισμών των παραπάνω ιδρυμάτων, δημιουργεί την τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στη χώρα και μετά από πιθανή συγχώνευση θα χρειαστεί να εμπλακεί στην άμεση εποπτεία της Φρανκφούρτης. «Αν το νέο ίδρυμα κριθεί σημαντικό στη βουλγαρική αγορά, θα υποβληθεί σε συνολική αξιολόγηση σε εύθετο χρόνο»12, εξηγεί η ΕΚΤ.

Η συνολική αξιολόγηση περιλαμβάνει δύο συνιστώσες:

  • Ο έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού (asset quality review – AQR) είναι μια αξιολόγηση της ακρίβειας της λογιστικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών σε δεδομένη χρονική στιγμή. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ αυτή θα είναι η 31η Δεκεμβρίου 2018. Η εν λόγω αξιολόγηση θα είναι ευρεία και διεξοδική, θα εξετάζει τα ανοίγματα σε πιστωτικό κίνδυνο και σε κίνδυνο αγοράς, θέσεις εντός και εκτός ισολογισμού, καθώς και τα εγχώρια και μη εγχώρια ανοίγματα. Θα καλύπτονται όλες οι κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού, περιλαμβανομένων των μη εξυπηρετούμενων δανείων, των αναδιαρθρωμένων δανείων και των ανοιγμάτων σε κρατικούς τίτλους.
  • Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων είναι μια μελλοντικής προοπτικής εξέταση της ανθεκτικότητας, της φερεγγυότητας των τραπεζών σύμφωνα με δύο υποθετικά σενάρια, στην οποία θα ληφθούν υπόψη οι νέες πληροφορίες προερχόμενες από τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού. Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν αποτελεί πρόγνωση μελλοντικών γεγονότων αλλά είναι μια προληπτικής φύσεως άσκηση για την εξέταση της ικανότητας των τραπεζών να αντεπεξέρχονται σε ασθενέστερες οικονομικές συνθήκες. Στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων οι προβολές των τραπεζών υπόκεινταν σε κεντρικά καθορισμένες απαιτήσεις προκειμένου να διασφαλιστεί επαρκής σύνεση και αποτελέσματα υψηλής ποιότητας.

Οι στόχοι της συνολικής αξιολόγησης είναι οι εξής:

  • να ενισχυθούν οι ισολογισμοί των τραπεζών με την αποκατάσταση των διαπιστωθέντων προβλημάτων μέσω των απαραίτητων διορθωτικών ενεργειών,
  • να αυξηθεί η διαφάνεια με τη βελτίωση της ποιότητας των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση των τραπεζών,
  • να οικοδομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τη διαβεβαίωση όλων των ενδιαφερόμενων μερών ότι, μετά την ολοκλήρωση των διορθωτικών ενεργειών, οι τράπεζες θα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες.

   Όπως ήδη ανάφερα δεν είναι η πρώτη φορά που διενεργείται διαδικασία συνολικής αξιολόγησης στο βουλγάρικο τραπεζικό σύστημα. Η ΒΛΤ με εξωτερικό σύμβουλο την  Deloitte Βουλγαρίας, το 2016, διενήργησε έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και στις 22 τράπεζες που είχαν τότε άδεια λειτουργίας από τη ΒΛΤ, (εκτός από τα 6 υποκαταστήματα ξένων τραπεζών που λειτουργούσαν στη Βουλγαρία).

Η ΒΛΤ χώρισε για τις ανάγκες της συνολικής αξιολόγησης τις τράπεζες σε τρεις ομάδες:

     Η Πρώτη ομάδα με 65.8 δις BGN, δηλαδή το   78% του συνόλου του ενεργητικού του βουλγάρικου τραπεζικού συστήματος, περιελάμβανε τις παρακάτω τράπεζες: УниКредит Булбанк АД, Банка ДСК ЕАД, Първа инвестиционна банка АД, Обединена българска банка АД, Райфайзенбанк (България) ЕАД, Юробанк България АД, Сосиете Женерал Експресбанк АД, και Централна кооперативна банка АД.

    Η Δεύτερη ομάδα με 15.5 δις BGN, δηλαδή το 18% του συνόλου του ενεργητικού, περιελάμβανε τις παρακάτω τράπεζες: Банка Пиреос България АД, СиБанк ЕАД, Алианц банк България АД, Инвестбанк АД, Българска банка за развитие АД, ПроКредит Банк (България) EАД, Общинска банка АД, και Интернешънъл асет банк АД.

    Η Τρίτη ομάδα με 2,9 δις BGN, που αποτελούσε το 4% του συνολικού ενεργητικού, περιελάμβανε τις παρακάτω τράπεζες: Българо-американска кредитна банка АД, Търговска банка Д АД, Ти Би Ай Банк ЕАД, Токуда банк АД, Търговска банка Виктория ЕАД, και Тексим Банк АД.

1

    Μέσα από κατάλογο με εγκεκριμένους παρόχους AQR από την ΒΛΤ, κάθε ένα από τα 22 τραπεζικά ιδρύματα επέλεξε και πλήρωσε την εταιρία που θα έφερνε σε πέρας την διαδικασία ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού τους (βλ. πιν. 1).

    Απο τα συνολικά 84,2 BGN, ή το 96% του ενεργητικού του βουλγάρικου τραπεζικού συστήματος, όπως αποτυπώθηκε στους ισολογισμούς στις 31 Δεκεμβρίου 2015, ελέγθηκαν για την ποιότητά τους, στοιχεία ενεργητικού συνολικής αξίας 60,7 δις BGN. Τα υπόλοιπα 23,5 δις BGN δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ελέγχου καθώς αποτελούσαν στοιχεία ενεργητικού υψηλής ρευστότητας αποτελούμενα κυρίως από το σύνολο της Νομισματικής Βάσης (MB), δηλαδή τα αποθεματικά των πιστωτικών ιδρυμάτων στην ΒΛΤ (R) και την Νομισματική κυκλοφορία (Cp), καθώς και από τις διατραπεζικές καταθέσεις.

    Ο έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού έγινε την περίοδο 15 Φεβρουαρίου έως 30 Ιουνίου του 2016 και είχε ως αποτέλεσμα συνολικές προσαρμογές ύψους 665 εκτ. BGN ή 1,3%  του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού (Risk-Weighted Assets – RWA) των τραπεζών, ή 0,8% του συνόλου του ενεργητικού τους, οι οποίες εγγράφηκαν στις οικονομικές καταστάσεις της 31η Δεκεμβρίου 2016.

     Τον Ιούλιο του 2016 διενεργήθηκαν οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων με σκοπό να διερευνηθεί η εξέλιξη των κεφαλαιακών θέσεων των τραπεζών στο πλαίσιο ενός βασικού και ενός  δυσμενούς σεναρίου, με βάση στοιχεία που κάλυπταν περίοδο τριών ετών, από το τέλος του 2015 μέχρι το τέλος του 2018. Η άσκηση προσομοίωσης δεν έθεσε θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας των τραπεζών. Δεν ορίστηκαν ελάχιστοι συντελεστές απόδοσης προκειμένου να καθοριστεί η αποτυχία ή επιτυχία των τραπεζών για τους σκοπούς της άσκησης.

    Βάσει των AQR και των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, ο ελάχιστος δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1) πριν τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού για το 2015, για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, ήταν 20%, ενώ μετά το AQR ήταν 18,9% (βλ. πιν. 2). Να θυμίσουμε ότι με βάση την «Βασιλεία ΙΙΙ», αλλά και την κοινοτική νομοθεσία (Κανονισμός (ΕΕ) 575/2013 και Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου), κάθε πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να διατηρεί CET1 τουλάχιστον 4,5%. Με βάση το  βασικό σενάριο ο CET1 στο τέλος της περιόδου – το 2018 θα ήταν 22,2%, ενώ με βάση το σενάριο δυσμενών εξελίξεων θα ήταν 14,4%.

2

    Ανάμεσα στην συνολική αξιολόγηση του 2016 και την σημερινή, αν και από τεχνικής απόψεως η άσκηση δεν θα είναι πολύ διαφορετική, ωστόσο έχει στοιχεία που την κάνουν να διαφέρει:

Καταρχάς αυτή την φορά η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ και όχι η ΒΛΤ, θα επιλέξει τις ελεγκτικές εταιρίες και εκείνη θα τις πληρώσει και όχι το κάθε πιστωτικό ίδρυμα, όπως έγινε το 2016.

Βασικό σημείο είναι και η μεθοδολογία του ελέγχου. Η μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού ως στοιχείο της συνολικής αξιολόγησης περιγράφεται στο εγχειρίδιο της ΕΚΤ13. Η μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων ως στοιχείο της συνολικής αξιολόγησης θα είναι η ίδια με εκείνη που εφαρμόστηκε στα τεστ αντοχής της ΕΑΤ14 το 2018. Και οι δύο μεθοδολογίες είναι ενήμερες των αλλαγών που έφερε το νέο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9:  Χρηματοοικονομικά Μέσα.15 Αυτή την φορά δεν θα γίνει προσαρμογή στην βουλγάρικη πραγματικότητα, αλλά θα εφαρμοστεί στο ακέραιο η προβλεπόμενη διαδικασία όπως εφαρμόζεται στις χώρες μέλη της τραπεζικής ένωσης.

    Εφόσον θα έχουν εκπληρωθεί οι παραπάνω προϋποθέσεις (α), (β) και (γ), καθιερώνεται με απόφαση που εκδίδεται από την ΕΚΤ το καθεστώς της στενής συνεργασίας ανάμεσα στην ΕΚΤ και στην ΒΛΤ. Η απόφαση αυτή θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αρχίσει να εφαρμόζεται 14 ημέρες μετά τη δημοσίευση της16. Από τότε η Βουλγαρία με βάση το άρθρο 2 του Κανονισμού ΕΕΜ17 θα θεωρείται «συμμετέχον κράτος μέλος» του πρώτου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης. Επίσης από τότε η Βουλγαρία θα θεωρείται και  «συμμετέχον κράτος μέλος» του δεύτερου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης – του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (ΕΜΕ) και του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης, βάσει του άρθρου 4 του  Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (εφεξής Κανονισμός ΕΜΕ).18 Με τον εν λόγω Κανονισμό θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων με εγκατάσταση σε κράτη μέλη που έχουν νόμισμα το ευρώ αλλά και όσα κράτη με ξένο νόμισμα έχουν καθιερώσει στενή συνεργασία σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού ΕΕΜ (στην περίπτωση μας με την Βουλγαρία).

     Το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης προβλέπεται να συγκεντρώσει πόρους οι οποία θα ανέρχονται τουλάχιστον στο 1% του ποσού των εγγυημένων καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Το επίπεδο-στόχος του Ταμείου, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Κανονισμού ΕΜΕ19, θα συγκεντρωθεί εντός μίας οκταετίας από την 1η Ιανουαρίου 2016. Το επιδιωκόμενο μέγεθος του Ταμείου σε απόλυτα ποσά (ευρώ) θα παραμένει δυναμικό και θα αυξάνεται αυτόματα σε περίπτωση μεγέθυνσης του τραπεζικού τομέα. Στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το Ενιαίο Ταμείο, θα αποτελείται από εθνικά τμήματα που θα αντιστοιχούν σε κάθε συμμετέχον κράτος-μέλος. Οι πόροι που θα συσσωρεύονται σε αυτά τα τμήματα, θα αποκτούν αμοιβαίο χαρακτήρα σταδιακά, ξεκινώντας με το 40% αυτών των πόρων στο πρώτο έτος, 20% το δεύτερο έτος και το υπόλοιπο εξίσου για επιπλέον 6 έτη. Οι ειδικότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη μεταβίβαση των προβλεπόμενων κεφαλαίων στο Ταμείο, καθώς και την αμοιβαία συγχώνευση και χρήση τους κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου ρυθμίζονται μέσω της διακυβερνητικής σύμβασης Νο 8457/1420.

    Η ένταξη στον ΕΕΜ, της Βουλγαρίας ή ενός οποιουδήποτε συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, δεν πρέπει να θεωρείται οριστική και αμετάκλητη. Η ΕΚΤ μπορεί να απευθύνει προειδοποίηση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σύμφωνα με την οποία η στενή συνεργασία θα ανασταλεί ή θα τερματιστεί εάν δεν ληφθούν αποφασιστικά διορθωτικά μέτρα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  1. εάν, κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, δεν πληρούνται πλέον από ενδιαφερόμενο κράτος μέλος οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχεία (α) έως (γ), που είδαμε παραπάνω ή
  2. εάν, κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους δεν ενεργεί σύμφωνα με την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο (γ).

   Αν δεν ληφθούν τα μέτρα μέσα σε 15 ημέρες μετά την κοινοποίηση της προειδοποίησης, η ΕΚΤ μπορεί να αναστείλει ή να τερματίσει τη στενή συνεργασία με το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

   Η απόφαση αναστολής ή τερματισμού της στενής συνεργασίας κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση αναφέρει την ημερομηνία από την οποία εφαρμόζεται στην απόφαση λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αποτελεσματικότητα της εποπτείας και τα νόμιμα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων.21

   Βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 6 του Κανονισμού(ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το κράτος μέλος δύναται να ζητά από την ΕΚΤ τον τερματισμό της στενής συνεργασίας οποιαδήποτε στιγμή μετά την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της απόφασης που εκδόθηκε από την ΕΚΤ σχετικά με την καθιέρωση της στενής συνεργασίας. Στο αίτημα εξηγούνται οι λόγοι του τερματισμού, συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, των δυνητικών σημαντικών αρνητικών συνεπειών όσον αφορά τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του κράτους μέλους. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΚΤ εκδίδει αμέσως απόφαση για τον τερματισμό της στενής συνεργασίας και προσδιορίζει την ημερομηνία από την οποία ισχύει, εντός μέγιστης περιόδου τριών μηνών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αποτελεσματικότητα της εποπτείας και τα νόμιμα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.22

   Βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 7, του Κανονισμού ΕΕΜ, αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ υποβάλει στην ΕΚΤ, αιτιολογημένη διαφωνία σε αντίρρηση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ ως προς σχέδιο απόφασης του Εποπτικού Συμβουλίου23 του ΕΕΜ, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, εντός 30 ημερών, γνωμοδοτεί όσον αφορά την αιτιολογημένη διαφωνία που εξέφρασε το κράτος μέλος και επιβεβαιώνει ή αποσύρει την αντίρρησή του, παραθέτοντας τη σχετική αιτιολόγηση.

   Αν το διοικητικό συμβούλιο επιβεβαιώσει την αντίρρησή του, το συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ μπορεί να ενημερώσει την ΕΚΤ ότι δεν δεσμεύεται από ενδεχόμενη απόφαση σχετική με τροποποιημένο σχέδιο απόφασης του Εποπτικού Συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή η ΕΚΤ εξετάζει την πιθανή αναστολή ή τερματισμό της στενής συνεργασίας με το εν λόγω κράτος μέλος και αποφασίζει.24

   Αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ διαφωνεί με σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 8, του Κανονισμού ΕΕΜ,  ενημερώνει το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την αιτιολογημένη διαφωνία του εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του σχεδίου απόφασης. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει εντός πέντε εργάσιμων ημερών, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τους λόγους της διαφωνίας και επεξηγεί γραπτώς την απόφασή στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Το συγκεκριμένο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την ΕΚΤ να λύσει αμέσως τη στενή συνεργασία και δεν δεσμεύεται από την επακόλουθη απόφαση.25

   Βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 9, ένα κράτος μέλος που τερματίζει τη στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν μπορεί να αρχίσει νέα στενή συνεργασία πριν από την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκή Ένωσης της απόφασης της ΕΚΤ σχετικά με τον τερματισμό της στενής συνεργασίας.26

   Όταν η στενή συνεργασία ανάμεσα σε κράτος μέλος και την ΕΚΤ αναστέλλεται ή τερματίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 του του Κανονισμού ΕΕΜ, οι οντότητες που είναι εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος παύουν να καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κανονισμό ΕΜΕ), από την ημερομηνία λήψης της απόφασης αναστολής ή τερματισμού της στενής συνεργασίας.27 Στην περίπτωση αυτή το Συμβούλιο Εξυγίανσης28 αποφασίζει εντός τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης τερματισμού της στενής συνεργασίας, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, τις διαδικασίες για την ανάκτηση των εισφορών που το οικείο κράτος μέλος μετέφερε στο Ταμείο και τους ενδεχόμενους εφαρμοστέους όρους.29

Σημειώσεις

  1. Βλ. Ο οδικός χάρτης για την ένταξη του λεβ Βουλγαρίας στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ ΙΙ). Στο: https://petinakis.wordpress.com/2018/07/14/
  2. Αίτημα για την καθιέρωση στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013
  3. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013, άρθρο 7, σ. 15
  4. Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (European Banking Authority – EBA) είναι ανεξάρτητη αρχή της ΕΕ που ιδρύθηκε την 1η Ιανουαρίου 2011 ως μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας με σκοπό να διασφαλίζει αποτελεσματική και συνεπή προληπτική ρύθμιση και εποπτεία σε ολόκληρο τον τραπεζικό τομέα της ΕΕ. Βασικό της καθήκον είναι να συμβάλλει στη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού εγχειριδίου κανόνων για τον τραπεζικό τομέα, σκοπός του οποίου είναι να παρέχει ένα ενιαίο σύνολο εναρμονισμένων κανόνων προληπτικής εποπτείας σε ολόκληρη την ΕΕ.
  5. Βλ. CON/2018/49, CON/2018/52 και CON/2018/53
  6. Βλ. План за действие за присъединяване към ERM II.
  7. Βλ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 31ης Ιανουαρίου 2014, άρθρο 4, σ. 3
  8. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013, άρθρο 6 παράγραφος 4, σ. 14
  9. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 468/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 16ης Απριλίου 2014, άρθρο 65, σ. 25
  10. Βλ. πάλι στο ίδιο, άρθρο 50, σ. 22
  11. https://www.bankingsupervision.europa.eu/press/pr/date/2018/html/ssm.pr181112_FAQ.bg.pdf?a9e78ddd67b7f1db57109eb1250bd6f6
  12. Πάλι εκεί
  13. Βλ. European Central Bank. Asset Quality Review Phase 2 Manual, June 2018. Στο:  www.bankingsupervision.europa.eu/ecb/pub/pdf ssm.assetqualityreviewmanual201806.en.pdf
  14. Βλ. 2018 EU-WIDE STRESS TEST – METHODOLOGICAL NOTE 2018. Στο: https://eba.europa.eu/documents/10180/2106643/2018+EU-wide+stress+test+-+Methodological+Note.pdf
  1. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Νοεμβρίου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9. Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32016R2067&from=BG
  2. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013, άρθρο 7, παρ. 3, σ. 15
  3. Βλ. πάλι εκεί, άρθρο 2, παρ. 2, σ. 11
  4. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 2014, άρθρο 4, σ. 24
  5. Βλ. πάλι εκεί, άρθρο άρθρο 69, σ. 77
  6. Βλ. πάλι εκεί, άρθρο 1 παρ. 3, σ. 21
  7. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013, άρθρο 7 παράγραφος 5, σ. 16
  8. Βλ. πάλι εκεί, παράγραφος 6, σ. 16
  9. Σύμφωνα με το άρθρο 26 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ αναλαμβάνει πλήρως ένα εσωτερικό όργανο, το Εποπτικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από: τον Πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό του, τέσσερις εκπροσώπους της ΕΚΤ, και έναν εκπρόσωπο ανά εθνική αρμόδια αρχή (ΕΑΑ). Ύστερα από ακρόαση του εποπτικού συμβουλίου, η ΕΚΤ υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση την πρόταση διορισμού του Προέδρου και του Αντιπροέδρου. Ο πρόεδρος επιλέγεται με ανοικτή διαδικασία επιλογής, σχετικά με την οποία τηρείται δεόντως ενήμερο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μεταξύ ατόμων αναγνωρισμένου κύρους και πείρας σε τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ζητήματα και τα οποία δεν είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Μετά τον διορισμό του, ο πρόεδρος ασκεί τα καθήκοντά του με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δεν κατέχει αξιώματα στις εθνικές αρμόδιες αρχές. Η θητεία του είναι πενταετής και δεν είναι ανανεώσιμη. Ο αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου επιλέγεται μεταξύ των μελών της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ. Οι τέσσερις εκπρόσωποι της ΕΚΤ που διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ δεν ασκούν καθήκοντα που συνδέονται άμεσα με τη νομισματική λειτουργία της ΕΚΤ. Όλοι οι εκπρόσωποι της ΕΚΤ έχουν δικαίωμα ψήφου. Το Εποπτικό Συμβούλιο πραγματοποίησε την πρώτη του συνεδρίαση στις 30 Ιανουαρίου 2014. Οι αποφάσεις του εποπτικού συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Το εποπτικό συμβούλιο, συγκροτεί Διευθύνουσα Επιτροπή, μεταξύ των μελών του, με πιο περιορισμένη σύνθεση, για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων του, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας των συνεδριάσεων. Η διευθύνουσα επιτροπή του εποπτικού συμβουλίου δεν έχει εξουσίες λήψεως αποφάσεων. Την προεδρία της διευθύνουσας επιτροπής ασκεί ο πρόεδρος ή, εάν εκτάκτως απουσιάζει ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου. Η σύνθεση της διευθύνουσας επιτροπής εξασφαλίζει ορθή εξισορρόπηση και περιτροπή μεταξύ των εθνικών αρμόδιων αρχών. Η Διευθύνουσα Επιτροπή απαρτίζεται από οκτώ μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου: τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο,  έναν από τους εκπροσώπους της ΕΚΤ, και πέντε μέλη από τις ΕΑΑ. Τα πέντε μέλη από τις ΕΑΑ διορίζονται για ένα έτος. Για τη διασφάλιση κατάλληλης ισορροπίας και εναλλαγής μεταξύ των ΕΑΑ, οι ΕΑΑ κατανέμονται σε τέσσερις ομάδες, σύμφωνα με κατάταξη η οποία βασίζεται στο συνολικό ενοποιημένο ενεργητικό του τραπεζικού τομέα των επιμέρους συμμετεχόντων κρατών μελών. Στη σύνθεση της Διευθύνουσας Επιτροπής θα πρέπει πάντα να υπάρχει τουλάχιστον ένα μέλος από κάθε ομάδα. Η πρώτη συνεδρίαση της Διευθύνουσας Επιτροπής  πραγματοποιήθηκε στις 27 Μαρτίου 2014.
  10. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013, παράγραφος 7, σ. 16
  11. Βλ. πάλι εκεί, παράγραφος 8, σ. 16
  12. Βλ. πάλι εκεί, παράγραφος 9, σ. 16
  13. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 2014, άρθρο 4, παράγραφος 2, σ. 24
  14. Οι δομές λήψης αποφάσεων του ΕΜΕ περιλαμβάνουν το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης – ΕΣΕ, τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αποστολή του ΕΣΕ είναι η διασφάλιση της εύρυθμης εξυγίανσης των προβληματικών τραπεζών, με τις ελάχιστες δυνατές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και τα δημόσια οικονομικά των συμμετεχόντων κρατών μελών της ΕΕ και άλλων χωρών. Το ΕΣΕ αποτελείται από τον εκτελεστικό διευθυντή, τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή, τους εκπροσώπους που διορίζονται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ, και τα μέλη που διορίζει κάθε συμμετέχον κράτος μέλος και εκπροσωπούν τις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Το ΕΣΕ, υπό την προεδρία του εκτελεστικού διευθυντή, συνέρχεται και λειτουργεί στο πλαίσιο δύο συνόδων: Μια σύνοδο ολομέλειας, κατά τη διάρκεια της οποίας λαμβάνονται όλες οι αποφάσεις γενικού χαρακτήρα, και μια εκτελεστική σύνοδο, στο πλαίσιο της οποίας το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή, τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή και εκπροσώπους που διορίζονται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ. Κατά την εκτελεστική του σύνοδο, το ΕΣΕ λαμβάνει αποφάσεις που αφορούν μεμονωμένους φορείς ή τραπεζικούς ομίλους.
  15. Βλ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 2014, άρθρο 4, παράγραφος 3, σσ. 24-25

 

Βιβλιογραφία

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 2013 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32013R1024&from=EL

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 2014 περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Στο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32014R0806&from=EL

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 468/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 16ης Απριλίου 2014 που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/celex_32014r0468_el_txt.pdf

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 31ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/celex_32014d000501_el_txt.pdf

Αίτημα για την καθιέρωση στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Στο: http://www.minfin.bg/bg/1291

СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 9 ноември 2018 година относно националното законодателство, което ще бъде прието с оглед на установяването на тясно сътрудничество между Европейската централна банка и Българската народна банка (CON/2018/49). Στο: https://www.ecb.europa.eu/ecb/legal/pdf/bg_con_2018_49_f_sign_.pdf

Р Е Ш Е Н И Е № 611 от 27 август 2018 година ЗА ОДОБРЯВАНЕ НА ПЛАН ЗА ДЕЙСТВИЕ, ВКЛЮЧВАЩ МЕРКИ ЗА ИЗПЪЛНЕНИЕ НА НАМЕРЕНИЯТА НА РЕПУБЛИКА БЪЛГАРИЯ ЗА ПРИСЪЕДИНЯВАНЕ КЪМ ВАЛУТНИЯ МЕХАНИЗЪМ II (ERM II) И КЪМ БАНКОВИЯ СЪЮЗ. Στο: http://www.minfin.bg/bg/1291

СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 19 ноември 2018 година относно макропруденциалните правомощия на Българската народна банка и управлението на кредитните институции (CON/2018/52). Στο: http://www.minfin.bg/bg/1307

СТАНОВИЩЕ НА ЕВРОПЕЙСКАТА ЦЕНТРАЛНА БАНКА от 16 ноември 2018 година относно изпълнението на препоръките от доклада за конвергенцията чрез изменения в Закона за Българската народна банка (CON/2018/53). Στο: http://www.minfin.bg/bg/1307

Прессъобщение на ЕЦБ. Στο: https://www.bankingsupervision.europa.eu/press/pr/date/2018/html/ssm.pr181112.bg.html.

в. „Банкер“, Интервю с управителя на БНБ г-н Димитър Радев, публикувано във брой 48/2018 г., с. 6 и 7,  30 ноември 2018 г. Στο: http://www.bnb.bg/PressOffice/POStatements/POADate/02_RADEV_20181130_BG

ЕЦБ Банков надзор, Често задавани въпроси във връзка с искането на България за установяване на тясно сътрудничество с ЕЦБ, 12/11/2018. Στο: https://www.bankingsupervision.europa.eu/press/pr/date/2018/html/ssm.pr181112_FAQ.bg.pdf?a9e78ddd67b7f1db57109eb1250bd6f6

БНБ, Начало Банков надзор. Доклад за прегледа на качеството на активите и стрес теста на българската банкова система. Август 2016 г. Στο: http://www.bnb.bg/bnbweb/groups/public/documents/bnb_download/bs_aqr_results_a1_bg.pdf

БНБ, Начало Банков надзор. Резултати от комплексната оценка за 2016. Индивидуални резултати по банки. Στο: http://www.bnb.bg/bnbweb/groups/public/documents/bnb_download/bs_aqr_results_a2_bg.pdf

Διακυβερνητική Σύμβαση Νο 8457/14. Συμφωνία για τη μεταφορά και την αμοιβαιοποίηση των εισφορών στο Ενιαίο

Ταμείο Εξυγίανσης. Στο: http://www.teke.gr/files/ST_8457_2014_INIT_EL.pdf

Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.

Leave a comment